Το κήρυγμα της Κυριακής
Κυριακή ΙΖ Ματθαίου Χαναναία γυναίκα.
Tou Πρεσβύτερου Αντωνίου Σταματόπουλου,
«Ω γύναι, μεγάλη σού η πίστις» , με την έκφραση αυτή ο Ιησούς επιδεικνύει το
θαυμασμό του νιώθωντας την ολοκληρωμένη έκφραση της βαθιάς πίστεως μιας
γυναίκας, μάλιστα μιας γυναίκας που δεν είναι Χριστιανή, μιας γυναίκας Χαναναίας,
καταγωμένης δηλαδή από μία περιοχή που παραδοσιακά είναι ειδωλολάτρες.
Κεντρικό θέμα λοιπόν της σημερινής Ευαγγελικής περικοπής είναι η πίστη.
μως πριν εμβαθύνουμε στα νοήματα του Ευαγγελιστή, είναι σκόπιμο να δούμε και να
επεξηγήσουμε τι είναι πίστη. Άραγε έχουμε αναρωτηθεί ποτέ; Ας ξεκινήσουμε το ταξίδι
μας αυτό, επιχειρώντας αρχικώς την γλωσσολογική προσέγγιση του όρου, οπότε θα
δούμε ότι ως πίστη αναφέρεται η βεβαιότητα ενός ατόμου ή ατόμων για την αλήθεια
ενός γεγονότος, για την αλήθεια μιας δυνατότητος ή για την αλήθεια και εγκυρότητα
ενός ισχυρισμού, είτε αυτά υποστηρίζονται από την λογική είτε όχι.
Άλλες έννοιες της πίστεως είναι η εμπιστοσύνη, λέμε λ.χ. «έχω πίστη στο γιό
μου, ότι θα πετύχει». Ο όρος επίσης χρησιμοποιείται για να καταδείξει αγάπη και υγιή
προσκόλληση τα οποία γεμίζουν τα «θέλω» μας, λέμε ο/η σύζυγος μου είναι πιστός,
πράγμα που σημαίνει αφενός ότι με αγαπά, εφετέρου ότι δεν ψάχνει υποκατάστατο ή
αντικατάσταση του προσώπου μας.
Η έννοια της εμπιστοσύνης με την πίστη είναι βαθέως συνυφασμένες και σε
άλλες πτυχές της ζωής μας. Υπάρχει η εμπορική πίστις, που σημαίνει εμπιστοσύνη εις
το συναλλάσεσθαι, λέμε έχω πίστωση, που σημαίνει ότι ο έμπορος με εμπιστεύεται,
πιστεύει σε εμένα ότι δεν θα χάσει τα χρήματά του και αναρίθμητα άλλα παραδείγματα
που καταδεικνύουν τη στενή αυτή σχέση της πίστεως με την εμπιστοσύνη.
Η πλέον όμως διαδεδομένη μορφή της πίστεως περιγράφει την σχέση του
ανθρώπου με το Θείο. Στο επίπεδο αυτό δεν μιλούμε ακόμη για το Θεό, ούτε για τους
Θεούς, αλλά στεκόμαστε σε ένα απρόσωπο, σε ένα ουδέτερο θείο στοιχείο με την απλώς
υπερβατική, υπερεμπειρική, άπειρη και υπεράνθρωπη έννοια της πραγματικότητος.
ταν λοιπόν αδελφοί μου, μπορέσουμε να προσωποποιήσουμε αυτή την
αφηρημένη «πίστη» και να την αποδόσουμε στον προσωπικό Θεό, δημιουργούμε μια
δυνατή σχέση, είναι μια σχέση που οι κοινωνιολόγοι αποκαλούν θρησκεία και που
αποτελείται πάντα από δύο μοναδικά στοιχεία: το Θείο και το Ανθρώπινο. Δεν υπάρχει
καμία θρησκεία που δεν εμπεριέχει την έννοια του Θείου και μεταφυσικού και καμία
θρησκεία χωρίς άνθρωπο. Έτσι αντιλαμβανόμαστε ότι ο άνθρωπος δια της πίστεως
αποτελεί την θρησκεία, αλλά και η θρησκεία σε αυτή την αμφίδρομη σχέση «ποιεί
άνθρωπον».
Σύμφωνα με την θεολογική και φιλοσοφική επιστήμη η σχέση του ανθρώπου με
το θείο παίρνει συνήθως τις ακόλουθες τρεις μορφές:
Α. Την θετική στάση μας απέναντι στο Θεό που δημιουργεί θρήσκευμα /
θρησκεία,
2
Πρεσβύτερος Αντώνιος Σπ. Σταματόπουλος
Β. την αρνητική, σχέση με το Θείο που αποκαλείται αφηρημένα κόσμος και
νόμοι της φύσεως και του σύμπαντος και που ευρισκόμεθα σε μια κατάσταση που
λατρεύουμε την κτίση και όχι τον κτίστη, που λατρεύουμε το δημιούργημα αγνοώντας
το δημιουργό και που καλείται αθεΐα,
Και Γ. Την Διαλεκτική σχέση του ανθρώπου με το Θεό που αποκαλείται
εκκλησία και έχει άμεση ταύτιση με τον Χριστιανισμό, καθότι ο Θεός Πατέρας μας
δημιούργησε εμψύχους και ελλόγους, μας ενεφύσισε δήλαδη ψυχήν η οποία πιστεύει
υπερβατικά στον Θεό και ανήκει σε Αυτόν, αλλά προσέδωσε και νόηση ώστε να
αναπτύξουμε την επιστήμη που θα καλύψει τον κοσμολογικό θεϊσμό, δηλαδή την σχέση
μας με το σύμπαν και τους νόμους που το διέπουν, αλλά και τον εσχατολογικό θεϊσμό,
όπως ιστορικά εκφράζεται δια του Αβρααμικού μονοθεϊσμου, του Ιουδαϊσμού, του Ισλάμ
και του Χριστιανισμού.
Στο παγκόσμιο θρησκευτικό γίγνεσθαι υπάρχει το τρίπτυχο Θεός, Φύση,
Κόσμος, όπου κόσμος είναι ο άνθρωπος, χωρίς όμως να ενυπάρχει το στοιχείο της
μεταστροφής του ανθρώπου. Ο άνθρωπος παραμένει απλός θεατής του Κόσμου και του
Θεού. Είναι απλά το πρόσωπο που καταναγκαστικά αποδίδει σε μια ανώτερη δύναμη
εξουσίας τις δικές του αδυναμίες επί της φύσεως. Ο Χριστιανισμός όμως δεν είναι
θρησκεία, παραμένει στο επίπεδο της πίστεως διότι επαναστατικά διεκύρηξε την
μεταστροφή του ανωτέρω τριπτύχου: Δηλαδή, προηγείται ο Θεός ως δημιουργός του
Σύμπαντος κόσμου και του ανθρώπου και ακολουθεί ο άνθρωπος ως ο εκ Θεού
ορισμένος διαχειριστής του Σύμπαντος.
Παύει λοιπόν ο άνθρωπος να αποτελεί φερέφωνο και παθητικό συμμέτοχο των
δρώμενων του κόσμου και αναβαθμίζεται σε «συνεργάτη» του πρωτεργάτου Κυρίου της
Ιστορίας, του ενός Θεόυ. Έτσι κατακτά την ελευθερία, γίνεται αυτόβουλος, έχει το
δικαίωμα ακόμη και να μην πιστέψει στο Θεό, ακόμη και να αμφισβητήσει την ύπαρξή
του, όμως αν πιστέψει είναι ο ίδιος ο Θεός εκείνος που θα τον ανταμοίψει
εκατονταπλασίονα, ως τη Χαναναία γυνή.
Στη σημερινή κοινωνία, αδελφοί μου, ο άνθρωπος έπαψε να πιστεύει, χάνει την
πίστη του και αυτό προεκτείνεται όχι μόνο στην πίστη του προς το Θεό, δεν πιστεύει σε
τίποτα, δεν πίστεύει ούτε στον συνάνθρωπο. Γίναμε καχύποπτοι, φροντίζουμε να
αδιαφορούμε ή να εκμεταλλευθούμε τον διπλανό μας, τον βλέπουμε οφελιμιστικά, τι θα
κερδίσω από τον άλλον, αν έχω κέρδος σε κάτι τον «αγαπώ», αν περνάω καλά «τον
αγαπώ», αν μου αρέσει η εμφάνισή του «τον αγαπώ», και πιστεύω σε αυτόν, αν όχι τον
περιφρονώ, τον προσπερνώ σαν να μην υπάρχει. Στο αυτό επίπεδο είναι η πίστη μας
και η σχέση μας όχι μόνο με τον φυσικό κόσμο, αλλά και με με το Θείο.
Εκμεταλλευόμαστε το περιβάλλον, μόνο παίρνουμε, μόνο απομιζούμε, μάθαμε αδελφοί
μου στην παρασιτική συνύπαρξη και λησμωνήσαμε την προσφορά, λέμε λ.χ. ότι
αγαπούμε τα ζώα, αγαπούμε τα σκυλάκια, δεν τα αγαπούμε, αγαπούμε μια ράτσα μόνο
της οποίας μας αρέσει η εμφάνιση, αγαπούμε μια ράτσα για να μας φυλάει το σπίτι, για
3
Πρεσβύτερος Αντώνιος Σπ. Σταματόπουλος
να μας δώσει πρεστίζ και νόημα, για να πάρουμε, για να ανταλλάξουμε ένα πιάτο
φαγητού με το εσωτερικό μας κενό. Ανάβουμε ένα κερί για για είμαστε καλά, όταν αυτό
δεν βαδίσει σύμφωνα με τα προσωπικά μας «θέλω» τα βάζουμε με το Θεό, λέμε εγώ που
ήρθα στην εκκλησία, εγώ που άναβα κεράκια, εγώ που προσέφερα, να πάθω αυτό;
Το οδυνηρότερο, δεν πιστεύουμε στην ίδια τη ζωή. Δεν είναι τίποτα σήμερα να
αφαιρέσεις μια ζωή, να κακοποιήσεις, να στιγματίσεις για να κλέψεις, να στιγματίσεις
για να ικανοποιήσεις τις σεξουαλικές σου ορέξεις, για να δείξεις την ισχύ σου. Ο
σημερινός άνθρωπος χάνεται μέσα στο μηδενιστικό αυτό χάος, περιπλανάται μέσα στα
αδίεξοδά του. Συνηθίσαμε στην αδιαφορία. Σκοτώνουν τον διπλανό μας και δεν
σηκώνεται η τρίχα μας από αποτροπιασμό, δεν αντιδρούμε, το θεωρούμε φυσιολογικό,
ότι υπάρχουν και αυτά στη ζωή, ληστεύουν το διπλανό μας και απλά τρέχουμε μακρυά
για να μη ληστέψουν και εμάς, οι κυβερνήσεις μας μαζοποιούν, μας καταστρατηγούν,
κλέβουν το ψωμί μας, καταπατούν τα δικαιώματά μας, υποσκάπτουν το μέλλον των
παιδιών μας, εκχωρούν την πατρίδα μας και εμείς θεατές. Ήρωες ενός πληκτρολογίου,
δικαστές εξ αποστάσεως και μαχητές εκτός μάχης.
Ο Θεός όπως προείπαμε μας προσέδωσε λόγο, λογική δηλαδή, μας προίκισε με
τη δύναμη της νόησης, φτιάξαμε επιστήμες, τέχνες, και γράμματα. Γιατί; Για να
προσεγγίσουμε τον υλικό κόσμο, για να εξηγήσουμε τα φυσικά φαινόμενα, για να
έχουμε οργανωνμένες κοινωνικές δομές, όχι όμως για να κατανοήσουμε και να
διυλήσουμε δια της λογικής τα μυστηριακά μεγαλεία και της αλήθειες της ζωής, του
κόσμου και της Ορθοδοξίας. Δεν δύναται η επιστήμη με ένα στείρο επιστημονικό βλέμμα
να μας απαντήσει γιατί τα σκηνώματα των αγίων της εκκλησίας μας παραμένουν
άφθαρτα και μυροβλύζοντα ανά τους αιώνες, δεν μπορεί να απαντήσει το γιατί δεν
σήπτει ο Αγιασμός ή δεν μπορεί να κατανοήσει το επίκαιρο: ότι δια της του Σώματος
και του Αίματος του Χριστού μεταλήψεως δεν είναι δυνατόν να μετα δοθούν μολύνσεις
και ιοί. Σαφώς ακούμε και ενστερνιζόμαστε τις επιστημονικές οδηγίες, όμως δεν αρκούν
από μόνες τους για να εξηγήσουν τα μέγιστα μυστήρια του Χριστού, των οποίων
γινόμαστε κοινωνοί δια της Θείας Χάριτος. Ο Τριαδικός Θεός, η ενανθρώπιση του Θεού,
η φύση και η λύτρωση του ανθρώπου, η ταφή και η τριήμερος Ανάσταση του Κυρίου
ημών Ιησού Χριστού, τα μυστηριώδη και μεγαλειώδη νοήματα της εν Χριστώ αγάπης,
της θυσίας, του «αγάπα τον εχθρόν σου» και της λατρείας, μόνο δια της πίστεως είναι
δυνατόν να κατανοηθούν.
Η Πίστη λοιπόν αποτελεί εμπειρική αντίληψη. Η πίστης είναι το άρμα δια του
οποίου απολαμβάνουμε την παρουσία του Θεού στη καθημερινή μας βιοτή και
καθιστάμεθα κοινωνοί των Θείων αληθειών. Λεγεί ο μέγας Παύλος: «Έστι δε πίστις,
ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος, ού βλεπομένων», δηλαδή ότι η πίστη
είναι η βεβαιότης εκείνων που ελπίζουν, η αποκάλυψης και ο έλεγχος όλων όσων τα
ανθρώπινά μας μάτια αδυνατούν να ιδούν.
4
Πρεσβύτερος Αντώνιος Σπ. Σταματόπουλος
Η Πίστης είναι η εμπειρία, είναι το βίωμα, είναι η πεποίθησης στον αληθινό Θεό
και στις αλήθειες που μας αποκαλύπτει, πίστης είναι η ζωή όλη. Κατά τον Προφήτη
Ησαϊα «και εάν μη πιστεύσητε ουδέ μη συνήτε», αν δεν πιστεύετε μας λέγει, δεν
μπορείτε να καταλάβετε, δεν μπορείτε να παραμένετε στη ζωή, δεν πρόκειται να
αισθανθείτε την πραγματικότητα». Η υλική ζωή δεν είναι πραγματική. Μακρυά από το
Θεό ο υλιστικός κόσμος είναι χαοτικός, είναι αγωνία, είναι η επιστροφή στο μηδέν της
υπάρξεως, ο υποβιβασμός στο επίπεδο του ζώου, που απλώς υπάρχει για να καλύπτει
τις βιολογικές ανάγκες του.
Ο Θεός αποκαλύπτεται μονάχα σε όσους πιστεύουν, σε όσους Τον εμπιστεύνται
και τότε αυτοί θα γίνουν πηγή αρετών, δοχεία Πνεύματος Αγίου, θα γνωρίσει η καρδία
τους την αγνή προσευχή, την μετάνοια, την ταπείνωση, την πραότητα και την
ελεημοσύνη.
Υπάρχει αδελφοί μου αληθινή πίστη που ο Θεός την παραβλέπει; Υπάρχει
ειλικρινής πίστης που δεν τον αγγίζει; Ίσως νομίζουμε ότι υπάρχει, αλλά δεν
υφίσταται. Πλησίασε τον Κύριο η Χαναναία παρακλητικά, με θέρμη, με πάθος για την
θεραπεία της κόρης της: «Εκραύγασεν αυτώ λέγουσα «ελέησόν με, Κύριε, Υιέ Δαυίβ, η
θυγάτηρ μού κακώς δαιμονίζεται». Η γυναίκα λοιπόν αν και επιδεικνύει θέρμη και
επιμονή με το αίτημά της, αντιμετωπίζει ένα Χριστό που σιωπά, βλέπει ένα Χριστό που
δείχνει σκληρός και αδιάφορος, που δείχνει ακόμα και να την υποτιμά «ο δε (Ιησούς)
ούκ απεκρίθη αυτήν λόγω». Η στάση αυτή του Ιησού Χριστού ενέχει ένα βαθύτατο και
αποκαλυπτικό νόημα, η σκόπιμη ψυχρότητά του αποβλέπει στο να την δοκιμάσει, ώστε
να αναδείξει διά της δοκιμασίας της το πνευματικό της μεγαλείο, για να υπογραμμίσει
τον πραγματικό εαυτό της.
Σιωπά Εκείνος, ώστε αυτή να κραυγάσει, ώστε αυτή να εκδηλώσει και να
γνωστοποιήσει σε όλους την βαθιά της πίστη, να τους διδάξει στην επιμονή και το
ταπεινό φρόνημα και όπως λέγει ο Απόστολος Πέτρος, να βοηθήσει ώστε και οι
υπόλοιποι να κοινωνήσουν από τον «καρπόν της καρδίας της άνθρωπον εν τω
αφθάρτω του πραέος και ησυχίου πνεύματος».
Κάποιος άλλος δεν θα άντεχε σε αυτές τις δοκιμασίες. Ο εγωισμός του θα
υπερνικούσε την εμπιστοσύνη και την πίστη στο πρόσωπο του Ιησού, θα έθετε όρια,
ώστε να μην θεωρήσουν οι υπόλοιποι ότι έχασε την αξιοπρέπειά του. Αυτή όμως
περιμένει, δεν σκανδαλίζεται από την στάση του Χριστού, δεν διαμαρτύρεται για την
φαινομενική Του περιφρόνηση, δεν αγανακτεί και κυρίως δεν απαιτεί, έχει μόνο την
πίστη και την υπομονή της. Δεν έχει γνωσιολογικά σαφείς θέσεις για το ποιος είναι ο
Ιησούς, δεν ξέρει ότι είναι ο Θεάνθρωπος, όμως έχει τη βιωματική διαίσθηση,
διακατέχεται από την «λογικήν της καρδίας» για να ερμηνεύσει την στάση του Ιησού,
όχι ως σκληρότητα, αλλά ως αναμονή για να λάβει το έλεός του.
5
Πρεσβύτερος Αντώνιος Σπ. Σταματόπουλος
Τοις πράγμασιν λοιπόν αποδεικνύει ότι η πίστη της δεν είναι χλιαρή, δεν είναι
επιφανειακή, ούτε συμφεροντολογική, είναι πίστη δοκιμασμένη να αντέχει στο χρόνο
και να υπερνικά τον πειρασμό. Μια τέτοια πίστη είναι η σωτηριώδης, είναι η πηγή
εμπνεύσεως, μια τέτοια άδολη πίστη θα πρέπει να δεόμεθα στον Κύριο Ιησού Χριστό να
μας εμφυσίσει, όπως έκαναν οι Άγιοί Του Απόστολοι «πρόσθες ημίν πίστιν Κύριε».
Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου