Ιερός Ναός ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ Καστέλλας Πειραιώςαυτού του ιστολογίου

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εορτολογιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα εορτολογιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2023

Παναγία η Ρομφαία του πόνου!

Η Παναγία η Ρομφαία που βρίσκεται στο ναό μας γιορτάζει στις 3 του μηνός Φεβρουαρίου .

 Στον εσπερινό της παραμονής 2 Φεβρουαρίου καθώς κ την επόμενη  στη γιορτή της θα παραβρεθεί κ θα ιερουργήσει ο Σεβασμιώτατος Πειραιώς Σεραφείμ! 

Παρακαλούμε στην παρουσία σας!

Πέμπτη 30 Ιουνίου 2022

Αγίων Αποστόλων Πέτρου κ Παύλου

Λειτουργία σήμερα μετ'αρτοκλασίας επί τη ευκαιρία της ονομαστικής εορτής του Πανοσιολογιώτατου Αρχιμανδρίτου κ προϊσταμένου του ιερού ναού μας Πατέρα Παύλου Δημητρακοπούλου.
Ευχόμαστε να έχει υγεία κ να διακονεί στο ναό μας πολλά χρόνια με την πίστη κ την ευλάβεια που τον διακρίνει. 



Εόρτιο κέρασμα από τον πατέρα Παύλο! Χρόνια πολλά!

Τετάρτη 5 Αυγούστου 2020

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣΑρχ. Παύλος Δημητρακόπουλος.Πρ. Ιερού Ναού Τιμίου Σταυρού Πειραιώς. Εν Πειραιεί τη 5η Αυγούστου 2020. ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΘΕΡΜΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑ ΚΑΤΩ ΑΡΧΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΩΝ

Πτυχές του θαύματος της Μεταμορφώσεως.

Εν Πειραιεί τη 5 η Αυγούστου 2020.
Αρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου.
Πρ. Ιερού Ναού Τιμίου Σταυρού Πειραιώς.
Για μια ακόμη φορά, αγαπητοί μου αδελφοί, η αγία μας Εκκλησία εορτάζει
και πανηγυρίζει την μεγάλη Δεσποτική Εορτή της θείας του Κυρίου μας
Μεταμορφώσεως και καλεί όλους εμάς, τα πιστά τέκνα της, σε μέθεξη και
βίωση του μυστηρίου του υπερφυούς αυτού θαύματος. Με τα εμπνευσμένα
και θεοφώτιστα τροπάρια, τους ύμνους και τα αναγνώσματα, με την
συμμετοχή μας στην ευχαριστιακή σύναξη και με την όλη εορταστική
ατμόσφαιρα των ημερών αυτών, επιθυμεί να μας χειραγωγήσει και να μας
καταστήσει κοινωνούς της θείας δόξης του μεταμορφωθέντος Κυρίου.
Μέσα στο θαυμαστό αυτό γεγονός βλέπουμε και πάλι την αμαυρωθείσα,
λόγω της πτώσεως των πρωτοπλάστων, φύσιν του Αδάμ να λάμπει στο
«αρχέτυπον κάλλος» της και στη θεία δόξα της στο πρόσωπο του
μεταμορφωθέντος Χριστού. Μέσα στη Μεταμόρφωση του Χριστού βλέπει ο
κάθε πιστός, όχι μόνον την θέωση της ανθρωπίνης φύσεως, αλλά και την
δυνατότητα της ιδικής του προσωπικής θεώσεως.
Τα βιβλικά κείμενα που αναφέρονται στο γεγονός και στην υπόθεση της
εορτής, αποτελούν την ιστορική αφετηρία, από την οποία ξεκινώντας οι
θεοφόροι Πατέρες, προχωρούν στην θεολογική-αγιοπνευματική θεώρηση και
ερμηνεία του. Επεκτείνονται εις βάθος και αποκαλύπτουν το βαθύτερο νόημα
του θαύματος της Μεταμορφώσεως και τις σωτηριολογικές προεκτάσεις του.
Έχοντας οι ίδιοι την εμπειρία της θεώσεως, την εμπειρία της θεοπτίας, όπως
την έζησαν οι μαθητές πάνω στο όρος Θαβώρ, δεν θεολογούν στοχαστικά-
αριστοτελικά, αλλά αυθεντικά αγιοπνευματικά. Και όπως οι μαθητές όταν
βγήκαν στο κήρυγμα, κατέθεσαν την μαρτυρία τους γι’ αυτά που είδαν και
ψηλάφισαν, έτσι και οι άγιοι Πατέρες μέσα στους λόγους τους, καταθέτουν
την ιδική τους εμπειρία της θεώσεως και θεοπτίας, τις μυστικές πνευματικές
αναβάσεις τους.
Στη συνέχεια όλος αυτός ο πλούτος της πατερικής θεολογίας διοχετεύεται
αναλλοίωτος μέσα στην Ορθόδοξη λατρεία και ειδικότερα στην υμνογραφία
της εορτής και μετασχηματίζεται σε ποίημα, σε βυζαντινό μέλος. Γίνεται
τραγούδι καθημερινό του εκκλησιαστικού πληρώματος, που μας μυσταγωγεί
και μας χειραγωγεί προς τα άνω. Μας βοηθάει να προσεγγίσουμε την
πεμπτουσία του μυστηρίου, όχι ως απλοί θεατές, αλλ’ ως συγκοινωνοί και
συμμέτοχοί του. Οι δύο θεοφόροι υμνογράφοι της εορτής, άγιος Ιωάννης ο
Δαμασκηνός και άγιος Κοσμάς, που έγραψαν την ασματική ακολουθία της
εορτής, μ’ ένα σύνολο λέξεων αντί για χρώματα, κατορθώνουν να μας
παρουσιάσουν την εικόνα του γεγονότος μ’ ένα μοναδικό ρεαλισμό και

2
παραστατικότητα. Συνδυάζουν αρμονικά την ιστορία με την θεολογία, το
δόγμα και την πίστη της Εκκλησίας με τις πρακτικές της συνέπειες στο
επίπεδο της καθημερινής ζωής. Το κάθε τροπάριο μας αποκαλύπτει και μια
πτυχή του μυστηρίου, ο κάθε ύμνος ερμηνεύει και μια πλευρά του θαύματος.
Το κεντρικό πρόσωπο που κυριαρχεί στο όλο θαύμα είναι ασφαλώς το
πρόσωπο του Χριστού και το κεντρικό γεγονός, αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός
της Μεταμορφώσεως.. Τόσο το απολυτίκιο και το κοντάκιο, όσον επίσης και
μια πλειάδα τροπαρίων του κανόνος αναφέρονται πάνω σ’ αυτό, αφού αυτό
αποτελεί την καρδιά του μυστηρίου, το κέντρο γύρω από το οποίο
περιστρέφονται τα πάντα.
Πως όμως ερμηνεύουν οι θεοφόροι υμνογράφοι και οι άγιοι Πατέρες το
γεγονός; Τι συνέβη στο Χριστό κατά την ώρα της Μεταμορφώσεως; Ο
Χριστός, λέγουν, αποκάλυψε το «αρχέτυπο κάλλος» του, την «πατρώα
δόξα». Αποκάλυψε μ’ άλλα λόγια την δόξα της Θεότητός του. Έδωσε «σήμα
θεοπρεπές», δηλαδή θεϊκό σημάδι της Θεότητός του. Άφησε να φανεί η
«δυναστεία» του, η θεϊκή του δύναμη, καταυγάζοντας τους μαθητές με το
άκτιστο φως, το οποίο έλαμψε «υπέρ τον ήλιον», όχι μόνον από το πρόσωπό
του, αλλά και από όλο το σώμα Του. Η αποκάλυψη αυτή δεν ήταν ολόκληρη,
όπως υπογραμμίζει ένα τροπάριο, (το τρίτο τροπάριο της Λιτής), αλλά έγινε
με μέτρο και σε πολύ περιορισμένο βαθμό, ανάλογα με την δεκτικότητα και
χωρητικότητα των μαθητών. Οι μαθητές είδαν την δόξα της Θεότητος «ως
ηδύναντο», σύμφωνα με το απολυτίκιο και «ως εχώρουν» σύμφωνα με το
κοντάκιο. Και τούτο διότι αποκάλυψις μεγαλύτερης δόξας θα εσήμαινε
απώλεια της ζωής των μαθητών, σύμφωνα με άλλο τροπάριο της λιτής.
Εκείνος ο οποίος μετά την ανάστασή του «διήνοιξεν αυτών τον νούν του
συνιέναι τα γραφάς», διανοίγει και τώρα τους ψυχικούς και σωματικούς των
οφθαλμούς και τους καθιστά ικανούς να βλέπουν. Ενώ δε κατά την ώρα αυτή
φανερώνεται ένα μικρό μέρος από τη δόξα της Θεότητος του Χριστού, την
ίδια ώρα το ανθρώπινο σώμα του, αν και ακτινοβολεί ολόκληρο οπό το άϋλο
Θείο Φως, παραμένει γνήσια ανθρώπινο. Η σάρκα του μεταμορφώνεται,
εκλαμπρύνεται, αλλά δεν αναιρείται, δεν χάνεται μέσα στο πυρ της Θεότητος.
Μεταμορφωμένος στο Θαβώρ ο Χριστός παραμένει τόσο τέλεια άνθρωπος,
όσο ήταν στην κάθε άλλη στιγμή της ζωής του. Μόνο για λίγο παραμερίζεται
«της σαρκός το πρόσλημμα», η ανθρώπινη φύση, για να φανεί η δόξα της
Θεότητος, που ήταν κεκρυμμένη κάτω από αυτήν, χωρίς πάντως να
εξαλείφεται, ή να χάνεται μέσα στο Θείο Φως. Επομένως η δόξα του Θείου
Φωτός δεν ήταν κάτι επίκτητο, κάτι που δόθηκε στην ανθρώπινη φύση
έξωθεν, αλλά υπήρχε πάντοτε μέσα σ’ αυτήν από την πρώτη στιγμή της
συλλήψεως. Αυτή την αλήθεια ομολογούν όλοι οι άγιοι Πατέρες και μάλιστα
ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο οποίος σε λόγο του στη Μεταμόρφωση
σημειώνει: «Μεταμορφούται τοίνυν ουχ ό ουκ ήν προσλαβόμενος, αλλ’ όπερ
ήν τοις οικείοις μαθηταίς εκφαινόμενος, διανοίγων τούτων τα όμματα».

3
Αποκαλύπτουν ακόμη οι παρά πάνω μνημονευθέντες υμνογράφοι, (αλλά
και γενικότερα οι Πατέρες), σε μιά σειρά τροπαρίων, την στενή συνάφεια και
σχέση μεταξύ της σταυρικής θυσίας και της Μεταμορφώσεως, που
προηγήθηκε ολίγον προ του πάθους. Ήδη το κοντάκιο της εορτής συνδέει απ’
ευθείας την Μεταμόρφωση με τον Σταυρό, το Θαβώρ με τον Γολγοθά: «ίνα
όταν σε ίδωσι σταυρούμενον το μεν πάθος νοήσωσιν εκούσιον…». Κατά τον
ιερό υμνογράφο ένας από τους σκοπούς της Μεταμορφώσεως είναι να
προετοιμάσει τους μαθητάς εν όψει του σταυρικού πάθους, έτσι ώστε όταν
αργότερα θα δουν τον Χριστό καρφωμένο πάνω στο σταυρό σε κατάσταση
εσχάτης αδυναμίας και εγκαταλείψεως, να εννοήσουν ότι το πάθος είναι
εκούσιο και έτσι να μην κλονιστεί η πίστη τους ανεπανόρθωτα. Να θυμηθούν
ότι ο επί του σταυρού αποθνήσκων Κύριος είναι ο «αγαπητός Υιός» του
Πατρός, που τον είδαν να δοξάζεται στο Θαβώρ.
Στο δεύτερο στιχηρό του εσπερινού ο ιερός υμνογράφος αναφέρει ότι ο
Ιησούς παραλαμβάνει τους μαθητάς στο Όρος Θαβώρ και μεταμορφώθηκε
μπροστά τους «δείξαι βουλόμενος της αναστάσεως την λαμπρότητα»,
θέλοντας να τους δείξει την λαμπρότητα της αναστάσεως. Μ’ άλλα λόγια το
άκτιστο Φως της Μεταμορφώσεως είναι ένα και το αυτό με το Φως της
Αναστάσεως. Οι μαθητές κατά την Μεταμόρφωση έχουν μια πρόγευση του
Φωτός και της χαράς της αναστάσεως. Το αναστάσιμο τροπάριο: «νυν πάντα
πεπλήρωται φωτός…», ισχύει και για τη Μεταμόρφωση, μόνο που εδώ το
Φως αυτό δεν είχε ακόμη καταυγάσει τα καταχθόνια, αφού ο Χριστός δεν είχε
ακόμη κατέβει στον άδη.
Σύμφωνα με τη διήγηση του Λουκά, κατά την ώρα της μεταμορφώσεως
εμφανίστηκαν οι δύο μεγάλοι άνδρες της Παλαιάς Διαθήκης, Μωϋσής και
Ηλίας: «οί οφθέντες εν δόξῃ έλεγον τὴν έξοδον αυτού ήν έμελλε πληρούν εν
Ιερουσαλήμ», (9,31). Δηλαδή το αντικείμενο της συζητήσεως μεταξύ των δύο
προφητών και του Κυρίου ήταν ακριβώς το πάθος και ο επικείμενος
σταυρικός του θάνατος, που θα λάβει χώρα στην Ιερουσαλήμ. Πάθος και
δόξα, Θαβώρ και Γολγοθάς συμπλέκονται και συνυφαίνονται μεταξύ τους,
έτσι ώστε να αποτελούν δύο πλευρές ενός και του αυτού αδιαιρέτου
μυστηρίου. Το πάθος κατανοείται μέσα στη δόξα της Μεταμορφώσεως και η
δόξα της Μεταμορφώσεως μέσα στο πάθος. Μάλιστα ο ίδιος ο Κύριος βλέπει
την κατ’ εξοχήν δόξα του όχι τόσο μέσα στην Μεταμόρφωση, όσο μέσα στο
πάθος. Όπως διηγείται ο Ιωάννης, όταν κάποιοι έλληνες ζήτησαν να δουν τον
Ιησούν, εκείνος αναφερόμενος στο πάθος είπε: «Ελήλυθεν η ώρα ίνα
δοξασθεί ο Υιός του ανθρώπου», (12,23). Όταν αργότερα ο Ιούδας θέτει σε
εφαρμογή το σχέδιο της προδοσίας, ο Κύριος θα επαναλάβει το ίδιο νόημα:
«νυν εδοξάσθη ο υιὸς του ανθρώπου», (13,31). Πράγματι το πάθος αποτελεί
την κατ’ εξοχήν δόξα του Κυρίου, μεγαλύτερη και από αυτήν της
Μεταμορφώσεως, διότι πάνω στο σταυρό συνετρίβη η δύναμη του διαβόλου,
τότε νικήθηκε ο θάνατος και καταργήθηκε η φθορά. Τότε σχίσθηκε το

4
χειρόγραφο των αμαρτιών μας. Τότε ενώθηκαν τα επουράνια με τα επίγεια, ο
ιουδαϊκός και ο εθνικός κόσμος σε ένα σώμα, την Εκκλησία.
Βέβαια ο σαρκικός άνθρωπος, που βλέπει και κρίνει με κοσμικά κριτήρια,
είναι αδύνατο να εννοήσει ότι το μυστήριο του πάθους είναι ένα με το
μυστήριο της δόξης της Μεταμορφώσεως. Ότι αυτά τα δύο αποτελούν δύο
όψεις μιάς και μόνης πραγματικότητος. Και τούτο διότι η ανθρώπινη λογική
δεν μπορεί να δεχθεί ότι η ατιμία, ο εξευτελισμός και η εσχάτη εξουθένωση
που συνεπάγεται η θανατική καταδίκη ενός ανθρώπου, κρεμασμένου πάνω
στο σταυρό, είναι αιτία δόξης και νίκης και θριάμβου. Ο σταυρός είναι, όπως
τονίζει ο απόστολος Παύλος στους Κορινθίους, για μεν τους ιουδαίους
«σκάνδαλο», για δε τους εθνικούς «μωρία», (Α΄ Κορ.1,18). Γενικότερα είναι
αδύνατο να προσεγγίσει ο κοσμικός άνθρωπος το μυστήριο της
Μεταμορφώσεως και να έχει κάποια μέθεξη του Θείου Φωτός της χωρίς την
κάθαρση της ψυχής από τα πάθη, αφού όπως τονίζει ο Κύριος: «μακάριοι οι
καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται», (Ματθ.5,8). Μόνον «οι τω
ύψει των αρετών διαπρέψαντες και της ενθέου δόξης αξιωθήσονται». Εν
όσω δηλαδή ο άνθρωπος φέρει επάνω του τον ρύπον της αμαρτίας λόγω της
παρουσίας των παθών, δεν μπορεί να γίνει συμμέτοχος του Φωτός της
Μεταμορφώσεως.
Την μεγάλη αυτή αλήθεια διατυπώνει και ο προφητάναξ Δαβίδ στον 23ο
Ψαλμό του, θέτοντας το ερώτημα: «Τις αναβήσεται εις το όρος του Κυρίου
και τις στήσεται εν τόπω αγίω αυτού;» (στιχ. 3). Ποιός είναι ικανός να
ανεβεί στο όρος του Κυρίου και να σταθεί στον άγιο τόπο του; Οι τρεις
μαθητές επάνω στο όρος της Μεταμορφώσεως έπεσαν κάτω από τον φόβο
τους, μη δυνάμενοι να ατενίσουν κατά πρόσωπον τον μεταμορφωθέντα
Κύριον και έμειναν αναίσθητοι, σαν νεκροί. Ποιός λοιπόν θα τολμήσει κάτι
τέτοιο; Ο ίδιος ο Ψαλμωδός δίνει και την απάντηση: «Αθώος χερσί και
καθαρός τη καρδία, ος ουκ έλαβεν επί ματαίω την ψυχήν αυτού και ουκ
ώμοσεν επί δόλω τω πλησίον αυτού» (στιχ. 4). Αυτός του οποίου τα χέρια
και η καρδιά, δηλαδή οι πράξεις και οι λόγοι και οι σκέψεις και οι διαθέσεις
του είναι καθαρές και αμόλυντες από κάθε είδους αμαρτία. Αυτός που την
ψυχή του δεν την έστρεψε σε γήινες ματαιότητες, ενώ στις σχέσεις του με τον
πλησίον υπήρξε πάντοτε ευθύς και ειλικρινής, χωρίς δόλο και πονηρία μέσα
του. Αυτός μόνο θα λάβει την ευλογία από τον Κύριο να ανέλθει μαζί Του
στο όρος το υψηλό, της Μεταμορφώσεως, και να απολαύσει τη θεϊκή Του
δόξα.
Της μεθέξεως αυτού του φωτός, μακάρι να αξιωθούμε, αγαπητέ φίλε
αναγνώστα ήδη από τη παρούσα ζωή, αμήν.

Κυριακή 28 Ιουνίου 2020

«Ποίοις πνευματικοίς άσμασιν επαινέσωμεν Πέτρον και Παύλον;»

Αρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου
Θεολόγου -Συγγραφέως
Πρ. Ιερού Ναού Τιμίου Σταυρού Πειραιώς



Εν Πειραιεί τη 28 η Ιουνίου 2020

Εορτάζει και πανηγυρίζει αγαπητοί μου αδελφοί, η αγία μας Εκκλησία
σήμερα την μνήμη δύο μεγάλων και κορυφαίων αποστόλων, των αγίων ενδόξων
πρωτοκορυφαίων αποστόλων Πέτρου και Παύλου, τους οποίους ο υμνογράφος
στο μεν απολυτίκιο της εορτής χαρακτηρίζει ως «πρωτοθρόνους των
αποστόλων και διδασκάλους της οικούμενης», σε ένα δε από τα στιχηρά
ιδιόμελα του εσπερινού εκφράζει την απορία του και δεν βρίσκει λόγια και
εγκώμια αντάξια, για να τους εγκωμιάσει και να τους τιμήσει: «Ποίοις
πνευματικοίς άσμασιν επαινέσωμεν Πέτρον και Παύλον;» Το χαρμόσυνο
γεγονός της παρούσης εορτής μας δίδει την αφορμή να στρέψουμε την προσοχή
μας για μια ακόμη φορά χρεωστικώς προς τους μεγάλους αυτούς φωστήρας και
να αναφερθούμε σ’ αυτούς, δανειζόμενοι την θεοφώτιστη γλώσσα του
κορυφαίου Πατρός της Εκκλησίας μας, του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Ο μεγάλος αυτός και οικουμενικός διδάσκαλος της Εκκλησίας μας έχει
εκφωνίσει έναν υπέροχο εγκωμιαστικό λόγο προς τους δύο αυτούς αποστόλους,
από τον οποίο θα παραθέσουμε ορισμένα αποσπάσματα προς δόξαν και τιμήν
των σήμερα εορταζομένων αγίων και προς ωφέλεια πνευματική όλων μας. Λέγει
λοιπόν μεταξύ άλλων τα εξής ο άγιος: «Τί γαρ ερούμεν προς τους διδασκάλους
της άνω και της κάτω κτίσεως; Ουχ ευρίσκω γαρ λόγον άξιον εγκωμιάσαι
τους εγκωμιάσαντας το γένος ημών. Τι γαρ Πέτρου μείζον; τι δε Παύλου ίσον;
οίτινες τω έργω και τω λόγω πάσαν την εν ουρανοίς και επί γης κτίσιν
ενίκησαν. Οι τω πηλώ του σώματος συμπεπλεγμένοι και αμείνους αγγέλων
ευρεθέντες». Δηλαδή, τι μπορούμε να πούμε και με ποιά λόγια να
εγκωμιάσουμε αυτούς, που αναδείχθηκαν διδάσκαλοι της άνω και της κάτω
κτίσεως, μύστες και χειραγωγοί της ανθρωπότητος στα επίγεια και τα επουράνια
μυστήρια της Βασιλείας των Ουρανών; Δεν βρίσκω λόγια να εγκωμιάσω
αυτούς, που εγκωμίασαν το γένος μας. Διότι τί μεγαλύτερον από τον Πέτρον, ή
τί ίσον με τον Παύλον μπορεί να υπάρξει; Aυτοί με τα έργα και την διδασκαλία
τους ενίκησαν όλη την κτίση, την ορατή και αόρατη και παρά το ότι έφεραν
γήινο ανθρώπινο σώμα, υπερέβησαν ακόμη και την φύση των αγγέλων.
Και αν ακόμη είχαμε δέκα στόματα και δέκα γλώσσες σαν αυτές του ιερού
Χρυσοστόμου και πάλι δεν θα μπορούσαμε να παραστήσουμε επάξια το ύψος
της αρετής και της αγιότητος των δύο αυτών γιγαντιαίων μορφών, που λάμπουν
ως αστέρες πρώτου μεγέθους, εν μέσω όλων των αγίων της Εκκλησίας. Αυτοί
βέβαια δεν έχουν ανάγκη από τα δικά μας εγκώμια, διότι έχουν ένα άλλο,
ασυγκρίτως ανώτερο εγκώμιο, το εγκώμιο, που έπλεξε ο ίδιος ο Χριστός γιά τον

2
καθέναν από αυτούς. Πράγματι τον μέν απόστολο Πέτρο εμακάρισε με τους
λόγους: «Μακάριος εί Σίμων Βαριωνά, ότι σάρξ και αίμα ουκ απεκάλυψέ σοι,
αλλ’ ο Πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς. Καγώ δε σοι λέγω, ότι συ εί Πέτρος και
επί ταύτη τη Πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν και πύλαι άδου ού
κατισχύσουσιν αυτής. Και δώσω σοι τας κλείς της Βασιλείας των Ουρανών
και ό εάν δήσης επί της γής, έσται δεδεμένον εν τοις ουρανοίς και ό εάν λύσης
επί της γής έσται λελυμένον εν τοις ουρανοίς» (Ματθ.16,17-19). Τον δε
απόστολο Παύλο ονόμασε «σκεύος εκλογής», εκλεκτό όργανό του, που τον έχει
προορίσει, να βαστάσει το όνομά του ενώπιον εθνών και βασιλέων και να
διαδώσει το ευαγγελικό κήρυγμα σ’ όλους τους λαούς της γής: «σκεύος εκλογής
μοι εστίν ούτος, του βαστάσαι το όνομά μου ενώπιον εθνών και βασιλέων
υιών τε Ισραήλ» (Πρ.9,15).
Σε άλλη συνάφεια του λόγου του γράφει τα εξής ο ιερός Πατήρ: «Χαίροις
Πέτρε της πίστεως η πέτρα. Χαίροις Παύλε της Εκκλησίας το καύχημα.
Χαίροις Πέτρε η κρηπίς της Ορθοδοξίας. Χαίροις Παύλε η μέριμνα πασών
των Εκκλησιών. Χαίροις Πέτρε το εγκαλλώπισμα της οικουμένης. Χαίροις
Παύλε, η είσοδος του παραδείσου. Χαίροις Πέτρε ο χειραγωγός της βασιλείας
των ουρανών. Χαίροις Παύλε ο εύδιος λιμήν των χειμαζομένων. Χαίροις
Πέτρε, ο πολλών επαίνων υπό του Κυρίου αξιωθείς. Χαίροις Παύλε ο πολλών
χαρισμάτων κυβερνήτης υπάρχων. Χαίροις Πέτρε ο θερμός και ζέων τω
Πνεύματι τω Αγίω. Χαίροις Παύλε, ο εύτονος δρομεύς. Οι την υφήλιον πάσαν
τω κηρύγματι φωτίσαντες, οι μύρια δεινά δι’ αυτήν υπομείναντες. Οι εν
φυλακαίς κατακλειόμενοι, υπό Ιουδαίων βδελυττόμενοι, υπό βαρβάρων
συρόμενοι, υπό βασιλέων αικιζόμενοι, οι μηδέ αναπνείν συγχωρούμενοι και
παύσασθαι της διδασκαλίας μη ανεχόμενοι. Οι μέλος του σώματος κινήσαι μη
δυνάμενοι διά το βάρος των δεσμών και πάσαν την οικουμένην, δεδεμένην τη
αμαρτία, δι’ επιστολών λύοντες. Των δαιμόνων τας φάλλαγγας υμείς
κατετροπώσατε. Δι’ υμών η του αγίου Πνεύματος Χάρις εις την οικουμένην
εφήπλωται. Την αχλύν της πλάνης υμείς από της γης συνεστείλατε. Πάσαν
ψευδώνυμον λατρείαν υμείς σποδόν εποιήσατε».
Στο παρά πάνω απόσπασμα μας εκπλήσσει το πλήθος των χαρακτηρισμών
που αποδίδει ο άγιος σε κάθε έναν από τους δύο αποστόλους. Ο απόστολος
Πέτρος είναι η πέτρα της πίστεως, η κρηπίδα, το θεμέλιο, της Ορθοδοξίας, το
εγκαλλώπισμα, το στολίδι, της οικουμένης, ο χειραγωγός της βασιλείας των
ουρανών, αυτός που αξιώθηκε πολλών επαίνων από τον Κύριο, ο θερμός και
ζέων τω Πνεύματι τω Αγίω. Ο δε απόστολος Παύλος είναι το καύχημα της
Εκκλησίας, η μέριμνα για την πνευματική προκοπή όλων των Εκκλησιών, η
είσοδος του παραδείσου, το γαλήνιο λιμάνι όλων εκείνων που περνούν
δοκιμασίες και θλίψεις, ο κυβερνήτης πολλών χαρισμάτων του αγίου
Πνεύματος, ο ισχυρός δρομέας της στενής και τεθλιμμένης οδού, που οδηγεί στη
βασιλεία των ουρανών. Οι δύο απόστολοι είναι εκείνοι που φώτισαν με το
κήρυγμά τους όλη την οικουμένη και υπέμειναν γι’ αυτήν πάμπολλα δεινά.
Υπέμειναν φυλακίσεις κατά την διεξαγωγή του ιεραποστολικού των έργου,

3
δέχθηκαν την αποστροφή και τον διωγμό από τους συμπατριώτες των Ιουδαίους,
ενώ από τους εθνικούς ειδωλολάτρες έγιναν αντικείμενο βιαίας μεταχειρίσεως.
Βασανιστήκαν από βασιλείς μέχρι σημείου να μην μπορούν να αναπνεύσουν,
καθ’ ον χρόνον εκείνοι δεν έπαυαν να διδάσκουν. Στις φυλακές, κάτω από το
βάρος των δεσμών, δεν μπορούσαν να κινήσουν κανένα μέλος του σώματός των
και όμως έλυσαν την οικουμένη από τα δεσμά της αμαρτίας με τις επιστολές
των. Κατατρόπωσαν τις φάλαγγες των δαιμόνων, ενώ απλώθηκε παντού η Χάρις
του Αγίου Πνεύματος. Περιόρισαν την καταχνιά της πλάνης από τη γη, ενώ
έκαναν σκόνη κάθε ψεύτικη λατρεία.
Παρά κάτω προσθέτει άλλα, περισσότερα εγκώμια ο ιερός Πατήρ, τα οποία
παραθέτουμε σε μετάφραση: «Εσείς είστε το φως του κόσμου. Δυνατότεροι
από βασιλείς, ισχυρότεροι από στρατιώτες, πλουσιότεροι από πλουσίους,
φιλοσοφότεροι από φιλοσόφους, ευγλωτότεροι από ρήτορες. Οι μη έχοντες
κανένα γήϊνο απόκτημα, ενώ κατέχετε τα πάντα. Εσείς είστε των μαρτύρων η
υπομονή, των Πατριαρχών το ορθόδοξον, των μοναζόντων η άσκησις, των
παρθένων οι στεφανωτές, αυτών που ακολούθησαν τον έγγαμο βίο οι
ειρηνοποιοί, των αρπακτών και αδίκων οι χαλινοί, των ακολάστων οι
σωφρονιστές, η σκέπη των βασιλέων, τα τείχη των χριστιανών, των
βαρβάρων οι αντίπαλοι, αυτοί που αποστομώσατε τους αιρετικούς, οι
νεκρούντες τα πάθη των σωμάτων, οι στύλοι της Εκκλησίας, οι μεγάλοι της
οικούμενης φωστήρες».
Υπέροχα επίσης και εκπληκτικά είναι και τα όσα προσθέτει στη συνέχεια:
«Ποιές ευχαριστίες λοιπόν να ανταποδώσουμε σε σας, οι οποίοι τόσα πολλά
κοπιάσατε για μας; Σε ενθυμούμαι Πέτρε και εκπλήσσομαι. Σε φέρνω στη
μνήμη μου Παύλε και μένοντας κατάπληκτος, έρχονται δάκρυα στα μάτια
μου. Τι να πω και πως να μιλήσω, καθώς παρατηρώ και πάλι τις θλίψεις σας;
Δεν ξέρω. Πόσες φυλακές αγιάσατε; Πόσες αλυσίδες ελαμπρύνατε; Πόσα
βάσανα υπομείνατε; Τα μέλη σας είναι γεμάτα αίματα διά την Εκκλησία.
Κανένας πριν από σας, ή μετά από σας, φάνηκε τέτοιος, όπως εσείς. Ποιός
τόλμησε ποτέ από εκείνους που ασκούν διδασκαλικό έργο, να πουν κάτι,
χωρίς να καταφύγουν στη διδασκαλία σας;»
Ποίες τώρα ευχαριστίες να ανταποδώσομε για όλα τα παραπάνω προς τους
κοινούς ευεργέτες της ανθρωπότητος; Ιδιαίτερα εμείς οι Έλληνες, με ποιό τρόπο
θα μπορέσουμε ποτέ να εξοφλήσουμε το χρέος της οφειλής μας προς τον κατ’
εξοχήν απόστολο της Ελλάδος, τον απόστολο Παύλο; Αν η Ελλάδα σήμερα
είναι χριστιανική, το οφείλει στον απόστολο Παύλο. Νομίζω, ότι ο καλύτερος
τρόπος ανταποδώσεως είναι η κατά δύναμιν εφαρμογή της προτροπής του:
«Παρακαλώ ουν υμάς μιμηταί μου γίνεσθε» (Α΄Κορ.4,16). Ας παρακαλούμε δε
αυτούς να πρεσβεύουν αδιαλείπτως υπέρ της σωτηρίας των ψυχών ημών. Αμήν.

Πέμπτη 11 Ιουνίου 2020

Παναγία " Άξιον Εστιν"

Την 11η Ιουνίου η Σύναξη της Παναγίας «Ἄξιον Ἐστί» Αγίου Όρους.

Βιογραφία
Η εικόνα της Παναγίας, το «Ἄξιον ἐστι», είναι μια από τις περίφημες εικόνες του Αγίου Όρους. Βρίσκεται στο ναό του Πρωτάτου στις Καρυές του Αγίου Όρους, θεωρούμενη ως «κοινή εφέστιος προστάτις» εικόνα όλων των Αγιορείτικων Μονών, φέρουσα στο πλαίσιό της τις σφραγίδες και των 20 Μονών. Αρχικά η εικόνα αυτή βρισκόταν σε ένα παντοκρατορινό κελί στην τοποθεσία τη λεγόμενη κοιλάδα του «Ἄδειν» κοντά και κάτω από τη σκήτη του Αγίου Ανδρέα.
Την 11 Ιουνίου 980 μ.Χ. (κατά άλλους το 982 μ.Χ.) ο γέροντας έλειπε από το κελί, καθώς είχε πάει σε μια αγρυπνία στις Καρυές, αφήνοντας μόνο τον υποτακτικό του. Ο υποτακτικός τη νύχτα έκανε κανονικά τον κανόνα του. Ακούει σε μια στιγμή να του χτυπάνε την πόρτα, ανοίγει και βλέπει έναν περαστικό να του ζητάει να τον φιλοξενήσει, πράγμα που γίνεται. Συνεχίζει ο μοναχός τον κανόνα του μέχρι που φτάνει στην θ' ωδή «Τὴν Τιμιωτέρα τῶν Χερουβείμ...». Τότε τον διακόπτει ο φιλοξενούμενος και του λέει: «Όχι, πρώτα θα πεις: Ἄξιον ἐστιν ὡς ἀληθῶς...» ως συμπλήρωμα του Μεγαλυνάριου της Θεοτόκου. Ο μοναχός ενθουσιασμένος ζητάει να του γράψει ο νέος τον ύμνο για να μπορεί να το ψάλλει και αυτός. Επειδή όμως δε βρέθηκε μελάνι και χαρτί μέσα στο κελλί, ο μυστηριώδης ξένος μοναχός χάραξε τον ύμνο με το δάκτυλό του σε μια πέτρινη πλάκα και προσθέτοντας ότι έτσι πρέπει να ψάλλεται στο εξής ο ύμνος αυτός από όλους τους Ορθοδοξούς, έγινε άφαντος.
Οι Αγιορείτες έστειλαν την πλάκα στον βασιλιά και στον Πατριάρχη Νικόλαο Χρυσοβέργη, ο οποίος ενέκρινε την εισαγωγή του αγγελικού αυτού ύμνου στο λειτουργικό βίο της Εκκλησίας. Την δε εικόνα, μπροστά στην οποία ψάλθηκε για πρώτη φορά ο αγγελικός ύμνος, τη μετέφεραν στο Πρωτάτο, στο οποίο καθιερώθηκε να γίνεται και η ετήσια πανήγυρη σε ανάμνηση του θαύματος και προς τιμή της Θεοτόκου. 

Ἄξιον ἐστιν ὡς ἀληθῶς,μακαρίζειν σὲ τὴν Θεοτόκον,τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον, καὶ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἠμῶν.
Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν,τὴν ὄντως Θεοτόκον,σὲ μεγαλύνομεν.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Πατέρων ἀθροίσθητε, πασὰ τοῦ Ἄθω πληθύς, πιστῶς ἑορτάζοντες, σήμερον χαίροντες, καὶ φαιδρῶς ἀλαλάζοντες, πάντες ἐν εὐφροσύνῃ, τοῦ Θεοῦ γὰρ ἡ Μήτηρ, νῦν παρὰ τοῦ Ἀγγέλου, παραδόξως ὑμνεῖται διὸ ὡς Θεοτόκον ἀεὶ ταύτην δοξάζομεν.