Ιερός Ναός ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ Καστέλλας Πειραιώςαυτού του ιστολογίου

Παρασκευή 4 Φεβρουαρίου 2022

ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΠΙΤΕΥΧΘΕΙ Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ;

 ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ


ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ


Εν Πειραιεί τη 24η Ιανουαρίου 2022


ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΠΙΤΕΥΧΘΕΙ Η ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ;


(Σχόλιο σε άρθρο φραγκολατίνου «αρχιεπισκόπου»)


Η αίρεση είναι η πιο φοβερή αρρώστια, το πιο ολέθριο κακό μέσα στο σώμα της

Εκκλησίας. Οι εκπεσόντες αιρετικοί συνήθως αδυνατούν, εξ’ αιτίας της αλαζονείας

των, να αντιληφθούν ότι βρίσκονται σε πλάνη, γι’ αυτό και είναι πολύ δύσκολο, αν

όχι αδύνατο, να μετανοήσουν και να επιστρέψουν στην Εκκλησία. Εστερημένοι

της Θείας Χάριτος, όχι μόνο δεν συναισθάνονται την τραγική τους κατάσταση,

αλλά στρέφουν τα βέλη τους προς τα υγιή μέλη της Εκκλησίας, καταλογίζοντάς

τους δήθεν «αιρετικές» απόψεις. Κλασικό παράδειγμα οι κατηγορίες των

αιρετικών παπικών, οι οποίοι επί χίλια χρόνια κατηγορούν την Ορθοδοξία ως

«αίρεση», επειδή αυτή έχει απορρίψει τις πάμπολλες αιρετικές δοξασίες των, που

έχουν συσσωρεύσει μετά το σχίσμα του 1054.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία μετά το δράμα της αποκοπής από το σώμα της του

δυτικού Χριστιανισμού τον 11ον αιώνα έκανε πολλές και επανηλλειμένες

«ενωτικές» προσπάθειες και διαλόγους με τον Παπισμό, ωστόσο καμία από αυτές

δεν καρποφόρησε. Η πείρα 10 αιώνων απέδειξε ότι ο Παπισμός παραμένει

περιχαρακωμένος και αμετακίνητος στις κακοδοξίες του και ιδίως στις περί

πρωτείου πλάνες του, παρ’ όλες τις Ορθόδοξες ερμηνευτικές διασαφήσεις που

δόθηκαν σ’ αυτούς, περί του Πετρείου δόγματος, πάνω στο οποίο στηρίζεται

κυρίως η φοβερή αυτή πλάνη, η οποία έχει μεταβάλει τον Παπισμό σ’ έναν

εγκόσμιο πολιτικό και στην καλλίτερη περίπτωση, θρησκευτικό οργανισμό,

απογυμνωμένο από τη Θεία Χάρη και την σώζουσα δύναμη του Χριστού. Αξίζει

να τονιστεί ότι σ’ όλες αυτές τις «ενωτικές» προσπάθειες οι άγιοι Πατέρες έθεταν

ως απαράβατο όρο ενώσεως την εν μετανοία επιστροφή των αιρετικών παπικών

στη σώζουσα αγκαλιά της Εκκλησίας μας. Σήμερα δυστυχώς στους

οικουμενιστικούς διαλόγους και συναντήσεις οι διαλεγόμενοι νομίζουν ανοήτως,

ότι με «αγαπολογίες» και με ψευτοευγένειες, δηλαδή με τη βοήθεια μιας κίβδηλης

και ψεύτικης, κοσμικού τύπου, αγάπης, θα γεφυρώσουν τις χαώδεις δογματικές

διαφορές, που χωρίζουν την Ορθοδοξία από την αίρεση.

Αφορμή για την παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε από πρόσφατο άρθρο του

παπικού «αρχιεπισκόπου» πρώην Κερκύρας κ. Ιωάννου Σπιτέρη, με τίτλο: «Είναι

δυνατή η ενότητα των Χριστιανών;», το οποίο δημοσιεύτηκε στο ιστολόγιο

«https://anastasiosk.blogspot.com/2022/01/blog-post_275.html». Στις γραμμές που

ακολουθούν, θα σχολιάσουμε με τη Χάρη του Θεού κάποια σημεία του άρθρου,

κυρίως για να φανεί, ότι τόσον ο Παπισμός όσον και οι εκ των «Ορθοδόξων»

οικουμενιστές αντιλαμβάνονται περίπου με τον ίδιο τρόπο την «ένωση» της

Ορθοδοξίας με τον Παπισμό.


2

Ο κ. Σπιτέρης αρχίζει το άρθρο του με την επισήμανση: «Κατά τη διάρκεια της

επίσκεψης του Πάπα Φραγκίσκου στην Ελλάδα και στην Κύπρο, συχνά

ακούστηκε το ερώτημα: ‘Είναι δυνατή η ενότητα των Χριστιανών;’. Σ’ αυτή την

τόσο δύσκολη ερώτηση θα προσπαθήσουμε να δώσουμε μια σύντομη

απάντηση….Η απάντηση σ’ αυτή την ερώτηση δεν μπορεί να είναι ούτε ένα

‘ναι’, ούτε ένα ‘όχι’, διότι η ενότητα της Εκκλησίας, πρωτίστως, δεν εξαρτάται

από τους ανθρώπους, αλλά από τον ίδιο τον Θεό. Είναι ένα δώρο του Αγίου

Πνεύματος που απορρέει από τον θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού, ο

οποίος γι’ αυτήν προσευχήθηκε κατά το τελευταίο Δείπνο: «Πάτερ άγιε, τήρησον

αυτούς εν τω ονόματί σου, ω δέδωκάς μοι, ίνα ώσιν εν καθώς ημείς. ίνα πάντες

εν ώσι, καθώς συ, πάτερ, εν εμοί καγώ εν σοι» (Ιωάννης, 17, 20-21)». Το

ζητούμενο δεν είναι απλώς η ενότητα των χριστιανών, γενικώς και αορίστως, αλλά

ενότητα των χριστιανών στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Η

εν λόγω Εκκλησία ούτε αόρατη είναι, όπως πιστεύουν οι Προτεστάντες, ούτε

διεσπασμένη, όπως πιστεύουν οι οικουμενιστές. Η διάσπασή της είναι αδύνατη,

επειδή αδιάσπαστη είναι η κεφαλή της, ο Χριστός, ο οποίος ου «μεμέρισται», (Α΄

Κορ. 1,13). Δεν είναι δυνατόν η μεν Εκκλησία του Χριστού να είναι αδιαίρετη, οι

δε πιστοί να είναι μεταξύ τους διηρημένοι στην πίστη και να είναι ταυτόχρονα και

μέλη της μιας και αδιαίρετης Εκκλησίας του Χριστού. Επομένως όταν ομιλούμε

περί ενότητος των χριστιανών, θα πρέπει να εννοούμε πάντοτε την επάνοδο των

αποκοπέντων μελών της, δηλαδή των αιρετικών, στην μία και αδιαίρετη Εκκλησία

του Χριστού, με την απόπτυση από αυτούς κάθε αιρετικής διδασκαλίας. Η

Εκκλησία την οποία ίδρυσε ο Χριστός εξακολουθεί να υπάρχει επί 2000 χρόνια

στο ιστορικό γίγνεσθαι της ανθρωπότητος και ταυτίζεται με την Ορθόδοξη

Εκκλησία, όπως θα φανεί στη συνέχεια. Η ενότητα της Εκκλησίας είναι βέβαια,

«δώρο του Αγίου Πνεύματος», αλλ’ αυτό το «δώρο» δόθηκε ήδη την ημέρα της

Πεντηκοστής και δεν αναμένεται να δοθεί στο μέλλον, (όπως αφήνει να εννοηθεί ο

κ. Σπιτέρης), όταν θα γίνει η θρυλούμενη «ένωση των Εκκλησιών», η

ψευδοένωση δηλαδή Ορθοδοξίας και Παπισμού, παρά τις υπάρχουσες δογματικές

διαφορές.

Παρά κάτω αναφέρει: «Τι διασπάει την Εκκλησία; Αυτό που διασπάται στην

Εκκλησία δεν είναι η ενότητά της που παραμένει ακέραια, αλλά οι άνθρωποι που

χωρίζονται μεταξύ τους, κι αυτό οφείλεται στον εγωισμό, τελικά στην αμαρτία

που τους απομακρύνει από τον Θεό»! «Οι άνθρωποι που χωρίζονται μεταξύ

τους» εξ’ αιτίας του εγωϊσμού και των αμαρτιών τους, δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην

ότι έχουν πέσει στην αίρεση και ότι έχουν αποκοπεί από το σώμα της Εκκλησίας.

Και τούτο διότι μπορεί οι άνθρωποι αυτοί να «χωρίζονται μεταξύ τους» για

άλλους λόγους, μη δογματικούς. Προφανώς ο κ. Σπιτέρης δεν έχει ξεκαθαρίσει

μέσα του, ότι η δογματική πλάνη είναι εκείνη που αποκόπτει τον πιστό από την

Εκκλησία και όχι απλώς ο εγωϊσμός, ή γενικά οι αμαρτίες μας. Πιθανότατα ο

παπικός «επίσκοπος» με την παρά πάνω φράση να υπονοεί το εξής: Η

«Εκκλησία», που δεν διασπάται είναι η παπική με κεφαλή τον «Πάπα»! Πέρα από

αυτήν υπάρχουν άνθρωποι, (Ορθόδοξοι, Προτεστάντες κ.λ.π.), οι οποίοι

χωρίζονται από την «Εκκλησία» του, αλλά και μεταξύ τους και αυτό οφείλεται


3

στον εγωισμό τους και τελικά στην αμαρτία τους και όχι στο ενδεχόμενο να έχει

εκπέσει η «Εκκλησία» του στην αίρεση. Ο συντάκτης «βλέπει» εγωϊσμό στους

Ορθοδόξους, αδυνατεί όμως να δεί τον εωσφορικό εγωϊσμό του αφεντικού του, του

«Πάπα», ο οποίος δεν παύει να προβάλλει «εν παντί καιρώ και πάση ώρα» το

δαιμονικής εμπνεύσεως πρωτείο του και να απαιτεί την υποταγή των πάντων στο

πρόσωπό του.

Στη συνέχεια τονίζει: «Οι δογματικές διαφορές συχνά δραματοποιούνται από

ορισμένους κύκλους, διογκώνονται και πολλαπλασιάζονται, απλώς για να

δικαιολογήσουν τον φανατισμό τους, τον φονταμενταλισμό και την αδυναμία της

κατανόησης του άλλου». Οι δογματικές διαφορές της «Εκκλησίας» του με την

Ορθόδοξη Εκκλησία δεν χρειάζεται να δραματοποιηθούν από κανέναν, διότι είναι

οι ίδιες ένα δράμα, μια τραγωδία για την Εκκλησία. Οι δεκάδες αιρετικές πλάνες

του Παπισμού είναι συγκεκριμένες και ξεκάθαρες, τις οποίες εισήγαγε ο αιρετικός

Φραγκισμός στην Δύση και δεν έχει καμιά ανάγκη η Ορθοδοξία μας να

δικαιολογήσει κανέναν ανύπαρκτο «φανατισμό», διότι η εναντίωσις στο ψεύδος

και την παραχάραξη της πίστεως δεν είναι φανατισμός. Αν θέλει να δει που

υπάρχει εδώ και χίλια χρόνια μίσος, φανατισμός, μισαλλοδοξία και απόλυτη

αδυναμία κατανόησης του άλλου, ας τις αναζητήσει στην «Εκκλησία» του, στις

σταυροφορίες, τις ιερές εξετάσεις, στις νύχτες του Αγίου Βαρθολομαίου, στις

γενοκτονίες ιθαγενών από τους παπικούς «ιεραποστόλους» αποικιοκράτες, στα

880.000 θύματα των Ορθοδόξων Σέρβων κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο από

τους παπικούς δολοφόνους Ουστάσι, υπό τις «ευλογίες» του καρδιναλίου

Αλουισίου Στέπινατς, τον οποίο ανακήρυξαν άγιο, στα χιλιάδες εγκλήματα και

διωγμούς από τους ουνίτες στην Ανατολική Ευρώπη, οι οποίοι συνεχίζονται μέχρι

σήμερα.

Και συνεχίζει: «Η απάντηση λοιπόν στο ερώτημα: «Μπορεί να

πραγματοποιηθεί η ενότητα των χριστιανών;», θα μπορούσε να είναι: Ας

αρχίσουν οι χριστιανοί να ξανασυναντήσουν το πραγματικό πρόσωπο του Θεού

Πατέρα, να αισθανθούν πραγματικά μεταξύ τους παιδιά του Θεού, να

καθαρίσουν την καρδιά τους από τον εγωισμό και την αλαζονεία, που τους δίνει

την ψευδαίσθηση ότι μόνο αυτοί κατέχουν την αλήθεια και όλη την αλήθεια, ότι

οι υπόλοιποι είναι βουτηγμένοι στην πλάνη». Το Θεό Πατέρα δεν μπορούμε να

Τον συναντήσουμε αλλού, παρά μόνο στην Εκκλησία. Και όχι βέβαια στην

οποιαδήποτε «Εκκλησία», ούτε ασφαλώς στη δική του, αλλά στην αληθινή, την

Μία, Αγία, Καθολική, και Αποστολική Εκκλησία των 2022 ετών, με την οποία

ήταν η θρησκευτική του κοινωνία ηνωμένη 1000 χρόνια. Ας ψάξει λοιπόν να

διακριβώσει, ποιος στην κοινή πίστη των 1000 ετών πρόσθεσε κατά την δεύτερη

χιλιετία ψεύδη και κακοδοξίες και αιρέσεις και ποιος διετήρησε αδιαλώβητη την

πίστη των Αποστόλων, των Θεοφόρων Πατέρων και των αγίων Οικουμενικών

Συνόδων; Έξω από αυτήν δεν συναντάμε το Θεό, αλλά το είδωλό Του. Εκείνος που

χρειάζεται να καθαρίσει την καρδιά του από τον εωσφορικό εγωϊσμό και την

αλαζονεία του πρωτείου, από την οποία διακατέχεται εδώ και 10 αιώνες, είναι το

αφεντικό του και σ’ εκείνον ας απευθύνει νουθεσίες περί καθάρσεως της καρδιάς.


4

Και όταν αποβάλει το αφεντικό του την ακαθαρσία του πρωτείου, που φέρει μέσα

του, τότε ας έρθει να μας διδάξει περί καθάρσεως της καρδιάς.

Νομίζει ακόμη ο συντάκτης ότι εμείς οι Ορθόδοξοι εξ’ αιτίας εγωϊσμού και

αλαζονείας ζούμε με «την ψευδαίσθηση» ότι μόνο εμείς κατέχουμε την αλήθεια

«και όλη την αλήθεια», και «ότι οι υπόλοιποι είναι βουτηγμένοι στην πλάνη». Οι

θηριωδίες και τα διαχρονικά εγκλήματα και του Παπισμού, όπως αυτά ακροθιγώς

μνημονεύσαμε παρά πάνω, μαρτυρούν με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, ποιοί τρέφουν

ψευδαισθήσεις και ποιοί είναι αυτοί, που καταλήφθηκαν από εγωισμό και

κατάντησαν «βουτηγμένοι στην πλάνη».

Ούτε εγωϊσμός είναι, ούτε αλαζονεία, το να ομολογούμε ότι η Εκκλησία, την

οποία ίδρυσε ο Χριστός, είναι μόνον η Ορθόδοξη. Και τούτο διότι μόνη αυτή έχει

όλα τα στοιχεία της αγιογραφικής και αγιοπατερικής Παραδόσεως. Μόνη αυτή δεν

παρεξέκλινε από την αρχέγονη διδασκαλία της Αγίας Γραφής και των αγίων και

θεοφόρων Πατέρων. Μόνη αυτή δεν προσέθεσε, ούτε αφήρεσε το παραμικρό από

την δισχιλιόχρονη πίστη της μιας Εκκλησίας του Χριστού. Γι’ αυτό και μόνο σ’

αυτήν εξακολουθεί να παραμένει μέχρι σήμερα το Πνεύμα το άγιο, το οποίο

κατήλθε την ημέρα της Πεντηκοστής. Και απόδειξις της παρουσίας Του είναι οι

άγιοι της Εκκλησίας μας, οι οποίοι είναι καρποί και προϊόντα του αγίου

Πνεύματος. Αντίθετα στο Παπισμό δεν υπάρχουν άγιοι μετά το σχίσμα, διότι

απλούστατα δεν υπάρχει το Πνεύμα το άγιο, το οποίο αναδεικνύει, θεώνει και

δοξάζει τους αγίους. Τα πάμπολλα θαύματα των αγίων που έζησαν μετά το Σχίσμα,

είτε εν ζωή, είτε μετά θάνατον, (μέσω των αγίων λειψάνων τους), μαρτυρεί την

παρουσία του αγίου Πνεύματος, τόσο σ’ αυτούς, όσο και στην Ορθόδοξη

Εκκλησία, που τους γέννησε πνευματικά και τους εθέωσε.

Στη συνέχεια ερωτά: «Προς το παρόν τι οφείλουμε να κάνουμε; Ωσότου όμως

φθάσουμε σ’ αυτή την ευλογημένη στιγμή, μπορούμε και πρέπει να

προσπαθήσουμε να καταλάβουμε ο ένας τον άλλον, αναγνωρίζοντας αμοιβαία

τις αξίες των παραδόσεών μας. Ο σκοπός του θεολογικού διαλόγου δεν είναι να

«υπογράψει» την ένωση των Εκκλησιών, καθώς αυτό όπως αναφέραμε είναι

Δώρο Θεού. Άλλωστε και εκκλησιολογικά μόνο μία κοινή Οικουμενική Σύνοδος

θα μπορούσε να πραγματοποιήσει κάτι τέτοιο».

Δε χρειάζεται «να καταλάβουμε ο ένας τον άλλον», αλλά εκείνο που χρειάζεται

είναι, να καταλάβει πρωτίστως ο «Πάπας» και κατόπιν οι «επίσκοποί» του, ότι

βρίσκονται στην αίρεση και στη συνέχεια να επιστρέψουν εν μετανοία στην

αδιαίρετη Εκκλησία των 1000 πρώτων χρόνων.

. Το τι είναι ο «Πάπας» και ο Παπισμός, το έχουμε καταλάβει και εμείς, αλλά και

πριν από μας οι άγιοι Πατέρες μας, οι οποίοι, επειδή διαπίστωσαν την αμετανοησία

του Παπισμού, τον καταδίκασαν επανηλλειμένως σε μια σειρά από Ενδημούσες

Συνόδους από τον 11 ον αιώνα και εντεύθεν. Όσο για την «κοινή Οικουμενική

Σύνοδο», που σχεδιάζουν να πραγματοποιήσουν το 2025, στην οποία, όπως με

καύχηση διακηρύσσουν παπικοί και «Ορθόδοξοι», θα γίνει η «ένωση των

εκκλησιών», παρά τις υπάρχουσες δογματικές διαφορές, ας είναι βέβαιος, ότι αυτή

δεν θα γίνει ποτέ αποδεκτή από τον πιστό λαό του Θεού, διότι θα είναι μια ακόμη

ψευδοσύνοδος, η οποία θα επιχειρήσει να εναρμονίσει την αλήθεια με το ψεύδος.


5

Και καταλήγει: «Βέβαια, εάν δυστυχώς αποδειχθεί πως δεν είναι ακόμα ώριμη

μία τέτοια προσέγγιση, πρέπει ταπεινά να ομολογήσουμε πως, προς το παρόν, οι

διαφορές αυτές παραμένουν αγεφύρωτες και να περιμένουμε με την προσευχή

και την μεταστροφή της καρδιάς το πότε θα είναι δυνατό να ξαναρχίσουμε τον

αδερφικό διάλογο, τουλάχιστον για όσο αφορά τις δογματικές διαφορές μας. Στο

μεταξύ θα πρέπει να αναγνωρίσουμε με θάρρος και ειλικρίνεια αυτά τα στοιχεία

που μας ενώνουν, τα οποία είναι περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν, να τα

υπογραμμίσουμε, και σ’ αυτά να βασιζόμαστε, σεβόμενοι ο ένας για τον άλλον.

Άλλωστε ο αμοιβαίος σεβασμός, εκτός από χριστιανική αναγκαιότητα, είναι

ζήτημα πολιτισμού και ανθρωπιάς». Οι διαφορές μας παραμένουν αγεφύρωτες,

εξ’ αιτίας της πεισματικής αρνήσεως του Παπισμού να αναγνωρίσει τις πλάνες του.

Το ότι μας ενώνουν πολλά, αυτό δεν λέει τίποτε, εφ’ όσον «ο εν ενί πταίσας γέγονε

πάντων ένοχος», και εν προκειμένω ο Παπισμός πταίει διά πάμπολλα. Απαιτείται

πλήρης ταύτιση στην πίστη και επάνοδος στην Ορθοδοξία. Τέλος η απίστευτη

βαρβαρότητα και τα διαχρονικά εγκλήματα της «Εκκλησίας» του μαρτυρούν,

πόσο «πολιτισμό» και πόση «ανθρωπιά» επέδειξε ο Παπισμός στην ιστορική του

πορεία.

Περαίνοντας, διαπιστώνουμε με θλίψη το αμείωτο ιησουιτικό «πνεύμα», από το

οποίο δεν μπορεί να απεμπλακεί ο σύγχρονος Παπισμός. Όπως δείχνουν τα

πράγματα, οι διαφορές μας θα παραμένουν αγεφύρωτες μέχρι συντελείας των

αιώνων. Όσο βαδίζουμε προς τα έσχατα, τόσο πιο σπάνιοι θα είναι εκείνοι, που θα

κρατούν την πίστη ανόθευτη, σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου: «ο υιὸς του

ανθρώπου ελθὼν, [κατά την Β΄ παρουσία Του], άρα ευρήσει τὴν πίστιν επὶ της

γης;» (Λουκ.18,8).


Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2022

ΝΕΕΣ ΔΡΑΜΑΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΠΟΥ ΤΟΡΠΙΛΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

 ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ


ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ


Εν Πειραιεί τη 18 η Ιανουαρίου 2022


Πατήρ Παύλος



ΝΕΕΣ ΔΡΑΜΑΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΠΟΥ ΤΟΡΠΙΛΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΕΝΟΤΗΤΑΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ


Με πόνο ψυχής και μεγάλη ανησυχία παρακολουθούμε νέες δραματικές

εκκλησιαστικές εξελίξεις παγκοσμίων διαστάσεων, που ανάγουν τα βαθύτερα

αίτιά τους, στο περιλάλητο ουκρανικό Αυτοκέφαλο. Εξελίξεις που για μια ακόμη

φορά προκαλούν ισχυρούς κραδασμούς στην παγκόσμια Ορθοδοξία, απειλώντας

την ενότητά της, εξ’ αιτίας κυρίως των αυθαίρετων και αντικανονικών ενεργειών

του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην απόδοση του ουκρανικού Αυτοκεφάλου.

Πριν από λίγες ημέρες, τη στιγμή που το ο πιστός λαός του Θεού εόρταζε τα Άγια

Χριστούγεννα, το Πατριαρχείο της Ρωσίας ανακοίνωσε μια πολύ σοβαρή

συνοδική απόφαση, που συγκλόνισε όλες τις τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες: Να

ιδρύσει ρωσική Πατριαρχική Εξαρχία στην Αφρική, δηλαδή να αποσπάσει

Επισκοπές και Ενορίες που ανήκαν μέχρι τώρα στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας

και να τις θέσει υπό την ιδική της εκκλησιαστική δικαιοδοσία.

Σύμφωνα με το ιστολόγιο «Ρομφαία»: «Στη δικαιοδοσία της Ορθοδόξου

Εκκλησίας της Ρωσίας, έγιναν σήμερα, Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2021 δεκτοί

102 κληρικοί του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας από οκτώ αφρικανικές χώρες. Η

Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ρωσίας, δήλωσε αδυναμία περαιτέρω

άρνησης σε κληρικούς του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, οι οποίοι υπέβαλαν

αιτήσεις για να υπαχθούν στο Πατριαρχείο της Μόσχας. Επίσης οι πληροφορίες

αναφέρουν ότι η Εκκλησία της Ρωσίας, αποφάσισε την δημιουργία

Πατριαρχικής Εξαρχίας στην Αφρική με τον τίτλο "Κλίνσκι". Μητροπολίτης

Κλιν και Πατριαρχικός Έξαρχος Αφρικής, διορίστηκε ο Αρχιεπίσκοπος Ερεβάν

και Αρμενίας Λεωνίδας, μέχρι πρότινος Αντιπρόεδρος του Τμήματος

Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων του Πατριαρχείου Μόσχας. ….Τέλος να

αναφερθεί ότι ο Μητροπολίτης της Επισκοπής Νοτίου Αφρικής θα φέρει τον

τίτλο: “Γιοχάνεσμπουργκ και Νοτίας Αφρικής”»

(https://www.romfea.gr/epikairotita-xronika/47624-ektakto-i-ekklisia-tis-rosias-

dimioyrgise-patriarxiki-eksarxia-afrikis).

Όπως δείχνουν τα πράγματα, η ως άνω πατριαρχική Εξαρχία δεν θα είναι η

μοναδική, διότι το Πατριαρχείο της Ρωσίας δρομολογεί την ίδρυση και άλλων.

Μετά από αυτήν της Αφρικής, φαίνεται ότι σειρά έχει η Πατριαρχική Εξαρχία της

Τουρκίας και μετά από αυτήν, γιατί όχι, και της Ελλάδος. Όπως αποκαλύπτει

πρόσφατη είδηση: «Λίγες μόλις ημέρες ύστερα από την απόφαση του

Πατριαρχείου Μόσχας να ιδρύσει “Ρωσική Εξαρχία στην Αφρική”, πράξη η

οποία προκάλεσε τη θλίψη του Πατριάρχη Αλεξανδρείας κ. Θεόδωρου, το

Πατριαρχείο Μόσχας, αφήνει ανοικτό το ενδεχόμενο ίδρυσης “Ρωσικής

Εξαρχίας” και στην Τουρκία. Με συνέντευξη του στο Ria Novosti, ο


2

Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ και πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών

Εκκλησιαστικών Σχέσεων (ΤΕΕΣ) του Πατριαρχείου Μόσχας Ιλαρίωνας,

δήλωσε πως: ‘Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία δεν μπορεί να αρνηθεί το να

θρέψει τους Ορθόδοξους πιστούς στην Τουρκία’. Αναφερόμενος στην

πρόσφατη ίδρυση “Ρωσικής Εξαρχίας στην Αφρική” ο Μητροπολίτης

Ιλαρίωνας την αιτιολόγησε, λέγοντας πως: ‘Το 2019, ο Θεόδωρος Β’,

Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής, αναγνώρισε τη σχισματική

Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας. Μιλώντας για τις συνέπειες αυτής της

απόφασης, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, είχε σημειώσει πως αυτή μπορεί να

επηρεάσουν τη φροντίδα των πιστών συμπατριωτών μας στην Αφρική, οι

οποίοι ζουν στην κανονική επικράτεια του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, [….]

Δεν μπορούσαμε να αρνηθούμε τους κληρικούς του Πατριαρχείου

Αλεξανδρείας οι οποίοι αντιλήφθηκαν τη λανθασμένη θέση του Πατριάρχη τους

και να τους αποδεχθούμε στο μαντρί της εκκλησίας του Πατριαρχείου

Κωνσταντινουπόλεως καθώς και στην ποιμαντική σε συνθήκες κατά τις οποίες

ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως πήρε το μέρος του σχίσματος’»

(https://www.ertnews.gr /eidiseis/diethni/parathyro-gia-idrysi-rosiki-exarchias-

stin-toyrkia-anoigei-i-moscha/).

Αναμφίβολα η παρά πάνω συνοδική απόφαση φανερώνει τρόπον τινά,

«αντίποινα», για την αντικανονική εμπλοκή του Οικουμενικού Πατριαρχείου με

την εκδίκαση τελεσιδίκων δικαστικών αποφάσεων κληρικών της Ρωσικής

Εκκλησίας, ανεκκλήτων κανονικώς, εις βάρος του πρώην Μητροπολίτου Κιέβου

Μοναχού Φιλαρέτου και του πρώην πρεσβυτέρου Νικολάου – Μακαρίου

Μάλετιτς, τους οποίους αποκατέστησε εκκλησιαστικώς και ανεγνώρισε τας υπ’

αυτών γενομένας «χειροτονίας», ενώ ήσαν καθηρημένοι και αναθεματισμένοι. Οι

102 κληρικοί από την Αφρική ζήτησαν να ενταχθούν στο Πατριαρχείο της

Ρωσίας, όχι για άλλους λόγους, αλλά διότι δεν θέλουν να έχουν καμία

εκκλησιαστική κοινωνία με το σχισματικό εκκλησιαστικό μόρφωμα του

Επιφανίου. Σημειωτέον ότι στην προκειμένη περίπτωση η συντριπτική

πλειοψηφία των δέκα από τις δεκατέσσερις Ορθόδοξες Τοπικές Εκκλησίες, δεν

αναγνωρίζουν το ουκρανικό Αυτοκέφαλο και δεν έχουν καμιά εκκλησιαστική

κοινωνία, ούτε μνημονεύουν στα Δίπτυχα τον Επιφάνιο.

Ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ. Αναστάσιος εξέδωσε δραματική ανακοίνωση με

αφορμή τα τελευταία τραγικά γεγονότα: «Από την έναρξη της εκκλησιαστικής

κρίσεως στην Ουκρανία, προφορικώς και γραπτώς έχουμε επισημάνει ότι τα

εκκλησιαστικά ρήγματα και σχίσματα δεν τα επουλώνει ο χρόνος. Αντιθέτως τα

βαθαίνει και τα σκληραίνει. Η πρόσφατη απόφαση του Πατριαρχείου Μόσχας

να ιδρύσει εξαρχία στην αφρικανική ήπειρο επιβεβαιώνει τους αρχικούς

φόβους. Παράλληλα με το σχίσμα μεταξύ εκατομμύριων Ουκρανών

Ορθοδόξων, δημιουργείται και νέα ρωγμή στην ευαίσθητη Αφρικανική Ήπειρο,

όπου τις τελευταίες δεκαετίες αναπτύσσεται η ορθόδοξη εξωτερική

ιεραποστολή. […] Ο σκανδαλισμός και η εξασθένηση της ορθοδόξου μαρτυρίας

από τη διχαστική αυτή δραστηριότητα είναι ολοφάνερα. Πρόκειται για

οδυνηρή εξέλιξη. Ο ισχυρισμός ότι δεν υφίσταται σχίσμα στην Ορθοδοξία, αλλά


3

απλώς διαφωνίες μοιάζει με τη θεωρία ότι δεν υπάρχει κορονοϊός. […] Τον

Νοέμβριο του 2019 είχαμε αποστείλει σε όλους τους Ορθοδόξους

Προκαθημένους το κείμενο -που δημοσιεύτηκε και στον Τύπο- ‘Έκκληση-

Δέηση για την υπέρβαση της εκκλησιαστικής πολώσεως’, στο οποίο τονίσαμε

την απόλυτη προτεραιότητα του χρέους της ενότητος, την ανάγκη

αξιοποιήσεως του διαλόγου, την αποφυγή εθνοφυλετικών συσπειρώσεων, την

επείγουσα ενεργοποίηση της αρχής της Συνοδικότητος, στην οποία έχει

στηριχθεί διαχρονικά η Ορθόδοξη Εκκλησία. Επιμείναμε με σαφήνεια ότι:

‘Συνηγμένοι εν Αγίῳ Πνεύματι, με αλληλοσεβασμό και αποκλειστικό σκοπό την

ανεύρεση μιας ειρηνικής ρυθμίσεως, έχουμε τη δυνατότητα να καταλήξουμε σε

μια λύση κοινώς αποδεκτή για όλη την Ορθόδοξη Εκκλησία’. Η αγωνιώδης

αυτή έκκληση παραμένει απολύτως επίκαιρη και σήμερα. Προς διευκόλυνση

του αναγνώστη αναδημοσιεύεται και επισυνάπτεται» (Ιστ.

https://www.romfea.gr/epikairotita-xronika/47813-arxiepiskopos-anastasios-to-

rigma-apo-tin-oukrania-stin-afriki).

Συμφωνούμε απόλυτα με τις επισημάνσεις του Μακ. Αρχιεπισκόπου Αλβανίας

και ευχόμεθα να τύχουν της προσοχής όλων των Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών

και ιδιαιτέρως του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Η αναγκαιότητα συγκλήσεως

Πανορθοδόξου Συνόδου καθίσταται τώρα ακόμη πιο επιτακτική, όχι μόνον εξ’

αιτίας των προσφάτων οδυνηρών εξελίξεων, αλλά και διότι στις σχέσεις

εκκλησιαστικής κοινωνίας μεταξύ των Τοπικών Εκκλησιών τείνει να επικρατήσει

μια χαώδης κατάσταση. Σήμερα παρατηρείται το εξής τραγελαφικό φαινόμενο: Το

Πατριαρχείο Μόσχας διέκοψε μεν την εκκλησιαστική κοινωνία με το

Οικουμενικό Πατριαρχείο, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, την Εκκλησία της

Ελλάδος και Κύπρου, εξακολουθεί όμως να έχει κοινωνία με τις άλλες Εκκλησίες,

οι οποίες έχουν κοινωνία, δηλαδή εξακολουθούν να μνημονεύουν στα Δίπτυχα,

τις παραπάνω Εκκλησίες! Το συμπέρασμα είναι ότι η παρούσα εκκλησιαστική

κρίση, με αφορμή του ουκρανικό Αυτοκέφαλο, όσο περνάει ο καιρός,

περιπλέκεται όλο και περισσότερο και εάν δεν συγκληθεί επειγόντως

Πανορθόδοξη Σύνοδος, θα φθάσουμε σε ακόμη χειρότερες καταστάσεις με

απρόβλεπτες μελλοντικές συνέπειες για την παγκόσμια Ορθοδοξία. Το

Πατριαρχείο Ρωσίας μας «δείχνει τα δόντια του», φαίνεται πολύ οργισμένο και

αποφασισμένο για όλα, ακόμη και για τα πιο ακραία σενάρια. Καιρός να

ξυπνήσουν όλες οι εκκλησιαστικές ηγεσίες, πριν είναι πολύ αργά! Όποιος

Προκαθήμενος αδυνατεί να αντιληφθεί την σημερινή τραγική πραγματικότητα, το

καλύτερο θα ήταν, να παραιτηθεί.

Ο «ψευδοπροκαθήμενος» της «Ουκρανικής Εκκλησίας», Επιφάνιος

αντέδρασε ως εξής στο γερμανικό δίκτυο DW: «Τώρα βλέπουμε μια ξεκάθαρη

εισβολή της Ρωσικής Εκκλησίας στην Κανονική επικράτεια του Πατριαρχείου

Αλεξανδρείας, το οποίο αναγνώρισε την Ουκρανική Εκκλησία. Και αυτό είναι

ενός είδους εκδίκηση της Ρωσικής Εκκλησίας στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας

[…..] Τέτοιες πράξεις της ρωσικής Εκκλησίας θα έπρεπε να επηρεάσουν άλλες

Εκκλησίες όσον αφορά την αναγνώριση της Ουκρανικής Εκκλησίας. Τέτοιες

ανομίες δεν μπορούν να υποστηριχθούν από άλλες Εκκλησίες. Καθώς πρόκειται


4

για παραβίαση της κανονικής τάξης της Εκκλησίας» (Πηγή: Πνευματικό

Μέτωπο Ουκρανίας)! Τολμάει να ασκεί κριτική και να κάνει λόγο «για

παραβίαση της κανονικής τάξης της Εκκλησίας», εκείνος που έχει καταπατήσει

βάναυσα κάθε έννοια κανονικής τάξης και πλήθος ιερών κανόνων της

Εκκλησίας!


****


Γύρω από το ουκρανικό Αυτοκέφαλο έχουμε ήδη αναφερθεί σε παλαιότερες

ανακοινώσεις μας, (6 σύντομες και μια εκτενή 17σέλιδη μελέτη), όπου εκθέσαμε

τις κυριότερες παραμέτρους του και τονίσαμε την αντικανονικότητα της

χορηγήσεως της εν λόγω Αυτοκεφαλίας με βάση τους Ιερούς Κανόνες και τα

ολέθρια επακόλουθά του με κυριότερο την δημιουργία σχίσματος πανορθοδόξων

διαστάσεων. Υπογραμμίσαμε ότι ο Τόμος Αυτοκεφαλίας ο οποίος δόθηκε από

τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο στο νέο σχισματικό μόρφωμα, υπό

τον «Μητροπολίτη» Επιφάνιο, είναι άκυρος και συνιστά κατάφωρη παραβίαση

του Συνοδικού Συστήματος, των Ιερών Κανόνων και της διαχρονικής

εκκλησιαστικής πράξεως. Γι’ αυτό και δεν έγινε αποδεκτή από την συντριπτική

πλειοψηφία των τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών, οι οποίες αναγνωρίζουν ως

μόνον κανονικό Μητροπολίτη της Εκκλησίας της Ουκρανίας τον κ. Ονούφριο. Σε

παρόμοια συμπεράσματα καταλήγει και η εξαίρετη επιστολή – μελέτη των

τεσσάρων Μητροπολιτών: Δρυϊνουπόλεως και Κονίτσης κ. Ανδρέα, Πειραιώς κ.

Σεραφείμ, Κυθήρων κ. Σεραφείμ και Αιτωλοακαρνανίας κυρού Κοσμά, η οποία

αποδεικνύει με αδιάσειστες ιεροκανονικές και ιστορικές μαρτυρίες και με άριστα

επιχειρήματα, ότι το εν λόγω Αυτοκέφαλο είναι άκυρο.

Επισημάναμε ακόμη ότι μια σημαντική παράμετρος του θέματος αποτελεί το

γεγονός ότι το ουκρανικό Αυτοκέφαλο προωθήθηκε και επιβλήθηκε για να

εξυπηρετηθούν γεωπολιτικοί και στρατηγικοί στόχοι των δυτικών κυβερνήσεων

και ιδιαίτερα των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, η οποία επιδιώκει να

αποσπάσει ολοκληρωτικά, (πολιτικά, οικονομικά και εκκλησιαστικά), την

Ουκρανία από την σφαίρα επιρροής της Ρωσίας. Η αναγνώριση της Αυτοκεφαλίας

εκ μέρους της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Πατριαρχείου της Αλεξανδρείας

χωρίς πανορθόδοξη απόφαση όχι μόνο δεν συνέβαλε στην αποκατάσταση της

ενότητος της οικουμενικής Ορθοδοξίας, αλλά βάθυνε ακόμη περισσότερο το

υφιστάμενο σχίσμα και την διαίρεση.

Το Φανάρι και κάποιοι «ειδικοί» είχαν προβλέψει πως το σχίσμα αυτό, το

μεγαλύτερο μετά το μεγάλο σχίσμα του 1054, θα είχε σύντομα ημερομηνία

λήξεως. Ότι σύντομα οι υπόλοιπες δέκα τοπικές Εκκλησίες θα αναγνώριζαν το

εκκλησιαστικό μόρφωμα του Κιέβου και το Πατριαρχείο της Ρωσίας θα

αναγκαζόταν να άρει το σχίσμα και να αναγνωρίσει την νέα κατάσταση στην

Ουκρανία. Όμως οι νέες τραγικές εξελίξεις τους διαψεύδουν πανηγυρικά και

αποδεικνύουν εμφαντικά ότι καταπατήσεις των Ιερών Κανόνων και αυθαιρεσίες,

απ’ όπου και αν αυτές προέρχονται, δεν θεραπεύονται, ούτε νομιμοποιούνται με

τον χρόνο, αλλά με την επάνοδο στην τήρηση των Ιερών Κανόνων, τους οποίους


5

θεοπνεύστως θεσμοθέτησαν οι άγιοι και θεοφόροι Πατέρες και στην κανονική

τάξη της Εκκλησίας.

Περαίνοντας εκφράζουμε την ανησυχία μας και τους προβληματισμούς μας,

διότι θεωρούμε πολύ πιθανό να προχωρήσει το Πατριαρχείο της Ρωσίας στο εγγύς

μέλλον στην ίδρυση ανάλογης πατριαρχικής Εξαρχίας και στην Εκκλησία της

Ελλάδος με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην ενότητα κλήρου και λαού της Ελλαδικής

Εκκλησίας. Θεωρούμε αναγκαίο να επαναλάβουμε ότι το μεγάλο σχίσμα, που

προκλήθηκε εξ’ αιτίας του ουκρανικού Αυτοκεφάλου, δεν θα θεραπευτεί, αν

μείνει στην «θεραπεία του χρόνου». Η μόνη ενδεδειγμένη θεραπεία είναι η άμεση

σύγκληση Πανορθοδόξου Συνόδου. Είναι εξόχως λυπηρό το γεγονός ότι μέχρι

σήμερα το Οικουμενικό Πατριαρχείο εξακολουθεί να μην λαμβάνει υπ’ όψη του

τις θερμές παρακλήσεις της πλειονότητος των Ορθοδόξων Τοπικών Εκκλησιών

για σύγκληση Πανορθοδόξου Συνόδου. Μακάρι τώρα τουλάχιστον να το πράξει.

Γιατί άραγε φοβάται να συγκαλέσει Σύνοδο; Αν πιστεύει ότι έχει το δίκαιο με το

μέρος του, αυτό θα φανεί στη Σύνοδο και επομένως δεν έχει τίποτα να φοβηθεί.

Το ότι αρνείται πεισματικά να συγκαλέσει Σύνοδο, δείχνει άραγε σεβασμό προς

τον Συνοδικό Θεσμό της Εκκλησίας, ή μάλλον μια παπίζουσα νοοτροπία;

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2022

Η κοπή της Βασιλόπιτας στον Ιερό Ναό μας!

Σήμερα μετά τη θεία λειτουργία,έγινε η κοπή της Βασιλόπιτας με λίγο κόσμο γιατί λόγω του κορονοϊού η προσέλευση των πιστών, γίνεται με μεγάλη προσοχή!

Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2022



Ευαγγέλιον επι τη εορτή των θεοφανείων από τον 
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΊΤΗ  π ΠΑΥΛΟ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟ
 

 






 ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ


ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Πατήρ Πάυλος

Εν Πειραιεί τη 10η Ιανουαρίου 2022.


ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΥΧΩΜΑΣΤΕ Ή ΝΑ ΘΡΗΝΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ


ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ ΣΤΟ Π.Σ.Ε.;


Όπως είναι ήδη γνωστό ο παγκόσμιος Οικουμενισμός αποτελεί για την

Εκκλησία του Χριστού στους τραγικούς και εσχατολογικούς καιρούς μας το

χειρότερο σύστημα πλανών, που αντιμετώπισε ποτέ η Εκκλησία στην

δισχλιόχρονη ιστορική της πορεία. Πολλοί άγιοι και μεγάλες θεολογικές μορφές

του 20 ου αιώνος επεσήμαναν την παρουσία και καταστρεπτική του δράση μέσα

στον χώρο της Ορθοδοξίας. Ένας εξ’ αυτών, ο νεοφανής άγιος της Σερβικής

Εκκλησίας και ομολογητής αρχ. Ιουστίνος Πόποβιτς έγραψε στο περισπούδαστο

σύγγραμμά του με τίτλο «Ορθόδοξος Εκκλησία και Οικουμενισμός», ότι «ο

Οικουμενισμός είναι κοινόν όνομα δια τους ψευδοχριστιανισμούς, δια τας

ψευδοεκκλησίας της Δυτικής Ευρώπης». (Εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη,

Θεσσαλονίκη 1974, σελ. 224). Ιδιαίτερο κίνδυνο για την Ορθοδοξία μας δεν

αποτελεί τόσο ο κυκεώνας, το μωσαϊκό των αιρέσεων και των πλανών, που

στεγάζονται στο οικοδόμημα αυτής της παναίρεσης, όσο κυρίως οι «δικοί» μας

«Ορθόδοξοι», Πατριάρχες, Αρχιεπίσκοποι, Επίσκοποι, κληρικοί όλων των

βαθμίδων, μοναχοί, και λαϊκοί θεολόγοι, οι οποίοι έχουν δεθεί στο άρμα του

Οικουμενισμού, οδηγώντας στον όλεθρο πλήθος ψυχών.

Με πολλή καύχηση ομιλούν οι θιασώτες του οικουμενισμού για την είσοδο, (ως

μελών), Ορθοδόξων Εκκλησιών στο Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών

(Π.Σ.Ε.) από το 1948 και εντεύθεν, με πρωτοπόρο, πάντοτε, το Οικουμενικό

Πατριαρχείο. Με πολλά επίσης επαινετικά σχόλια αναφέρονται και στις γνωστές

Πατριαρχικές Εγκυκλίους του 1902, 1904 και 1920 που εξέδωσε το Οικουμενικό

Πατριαρχείο προς όλες τις τότε τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, τις οποίες

προβάλλουν, (με δημοσιεύσεις και Ημερίδες), ως ιστορικά μνημεία Ορθοδόξου

συμβολής στην πανχριστιανική ενότητα και «ορόσημα στην ιστορία της

οικουμενικής κίνησης». Ιδιαιτέρως τονίζουν τον οικουμενικό ρόλο του

Οικουμενικού Πατριαρχείου είς ό,τι αφορά την υπόθεση της αποκαταστάσεως της

Διαχριστιανικής Ενότητος και ότι το Φανάρι δεν μπορεί να μένει απαθές απέναντι

στις εξελίξεις και στο Διαχριστιανικό Διάλογο, αλλά, αντιθέτως, θα πρέπει να

προβάλλει τη δική του συμβολή, ώστε η παρουσία των Ορθοδόξων Εκκλησιών

στους διαχριστιανικούς οργανισμούς να είναι επίκαιρη, ουσιαστική και

εποικοδομητική. Ισχυρίζονται ότι η συμβολή αυτή, έγινε εμφανής με τις ως άνω

Πατριαρχικές Εγκυκλίους, ώριμος καρπός των οποίων υπήρξε και η είσοδος, (ως

ιδρυτικό μέλος), του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Π.Σ.Ε., στην πρώτη Γενική

συνέλευση του παναιρετικού αυτού οργανισμού, (όπου, ως γνωστόν, κυριαρχεί

ασφυκτικά ο Προτεσταντισμός με τις εκατοντάδες παραφυάδες - μέλη του), στο


2

Άμστερνταμ, το 1948. Θεωρούν δε την ένταξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου

στο Π.Σ.Ε., (όπως αργότερα και άλλων τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών),

επαινετή, επιβεβλημένη και σύμφωνη με την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία.

Ωστόσο το καυτό ερώτημα που εν προκειμένω τίθεται από πολλούς είναι, αν η

καύχηση, με την οποίαν ομιλούν τόσο για τις παρά πάνω πατριαρχικές Εγκυκλίους,

όσο και για την ένταξη στο Π.Σ.Ε., δικαιολογείται. Στις γραμμές που ακολουθούν,

θα παραθέσουμε συνοπτικά γνώμες και κρίσεις, (μερικές μόνον από τις πολλές),

άγιων της εποχής μας και μεγάλων θεολογικών προσωπικοτήτων, που

ασχολήθηκαν εις βάθος με τα παρά πάνω θέματα, ώστε να μη θεωρηθούν οι

σχολιασμοί μας προσωπικές απόψεις του Γραφείου Αιρέσεων και άρα ανάξιες

προσοχής.

Και ας έρθουμε κατ’ αρχήν στο θέμα της εισόδου του Οικουμενικού

Πατριαρχείου στο Π.Σ.Ε. και της συμβολής του στην ίδρυσή του. Διατυπώνεται ο

ισχυρισμός ότι δήθεν με την Εγκύκλιο, του 1920, το Οικουμενικό Πατριαρχείο

συνέβαλλε ώστε το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών να ιδρυθεί ως μία θεσμική

έκφραση της «Κοινωνίας των Εκκλησιών», αλλά και να εξευρεθούν τρόποι

προσέγγισης και συνεργασίας των Χριστιανικών Εκκλησιών. Ο αείμνηστος

καθηγητής του Κανονικού Δικαίου στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου

Αθηνών κ. Κων. Μουρατίδης θεωρεί ότι αυτή καθ’ εαυτήν η ένταξη της

Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Π.Σ.Ε. και η συνύπαρξη και συνεργασία της με το

συνονθύλευμα των αιρέσεων του Π.Σ.Ε., συνιστά παραβίαση της κανονικής

τάξεώς της και αθέτηση της εκκλησιολογικής αυτοσυνειδησίας της, συνιστά «μίξιν

άμικτον και τέρας αλλόκοτον». Στο μνημειώδες και περισπούδαστο έργο του με

τίτλο: «Οικουμενική Κίνησις. Ο σύγχρονος μέγας πειρασμός της Ορθοδοξίας»,

γράφει: «Η αλλόκοτος και τερατώδης και καταλυτική της ορθοδόξου κανονικής

τάξεως και Ιεράς Παραδόσεως συμμετοχή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις το

Παγκόσμιον Συνοθύλευμα των Αιρέσεων συνιστά την μεγίστην παγίδα του

Αντικειμένου εν τη ιστορία της στρατευομένης Εκκλησίας του Χριστού, προς

διάβρωσιν και αποσύνθεσιν του απολυτρωτικού έργου της Ορθοδόξου

Καθολικής Εκκλησίας…Αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός της συμμετοχής της

Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας εις το συνονθύλευμα των αιρέσεων του

Π.Σ.Ε. προσκρούει ‘α πριόρι’ και εξ’ απόψεως αρχής εις τεράστια και τουτ’

αυτό ανυπέρβλητα εμπόδια, προερχόμενα εξ’ αυτής της φύσεως και του

χαρακτήρος της Εκκλησίας, ως της μιάς, αγίας καθολικής και αποστολικής του

Χριστού Εκκλησίας». 1 Πάνω στο ίδιο θέμα ο μεγάλος σύγχρονος άγιος και

ομολογητής Ιουστίνος Πόποβιτς, πρώην καθηγητής της Δογματικής στο

Πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου παρατηρεί: «Ήτο άραγε απαραίτητον η

Ορθόδοξος Εκκλησία, αυτό το πανάχραντον Θεανθρώπινον σώμα και

οργανισμός του Θεανθρώπου Χριστού, να ταπεινωθεί τόσον τερατωδώς, ώστε οι

αντιπρόσωποί της θεολόγοι, ακόμη και Ιεράρχαι, να επιζητούν την οργανικήν

μετοχήν και συμπερίληψιν εις το Π.Σ.Ε.; Αλλοίμονον, ανήκουστος προδοσία!». 2

Ο πρωτ. π. Θεοδώρος Ζήσης, ομότιμος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής

Α.Π.Θ. προσθέτει: «…Ούτε έπρεπε από την αρχή να μετάσχουμε, ούτε τώρα


3

αμετανοήτως να συνεχίζουμε να μετέχουμε του Π.Σ.Ε. και των άλλων

οικουμενιστικών θεσμών και διαλόγων, γιατί αυτή η συμμετοχή μας ακυρώνει

το Ευαγγέλιο, προσβάλλει τους μάρτυρες, διαφωνεί με τους αγίους Πατέρες,

αποτελεί πρωτοφανή καινοτομία στη ζωή της Εκκλησίας ανά τους αιώνες και

είναι μέρος του παιχνιδιού της Βαβυλώνος της μεγάλης». 3

Ισχυρίζονται επίσης ότι οι ως άνω μνημονευθείσες Πατριαρχικές Εγκύκλιοι,

αποτελούν τον χρυσούν κανόνα και την οριακή έκφραση ενός Ορθοδόξου

Οικουμενισμού, γι’ αυτό και κατέστησαν ορόσημο στην ιστορία της Οικουμενικής

Κίνησης και απετέλεσαν τον Καταστατικό Χάρτη για τον καθορισμό της στάσης

που έπρεπε να τηρήσει στο μέλλον η Ορθόδοξη Εκκλησία στο πλαίσιο της

Οικουμενικής Κίνησης. Ο μακαριστός πρωτ. κυρός Γεώργιος Μεταλληνός, τέως

ομότιμος καθηγητής και κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής του

Πανεπιστημίου Αθηνών, παρατηρεί ότι «οι χριστιανικές αιρέσεις της Δύσεως

καλούνται, [στην Εγκύκλιο του 1902], ‘αι δύο μεγάλες του Χριστιανισμού

αναδενδράδες’, μία έκφραση που παραπέμπει στην οικουνενιστική θεωρία των

κλάδων και τούτο μάλιστα χωρίς καμμία και στο ελάχιστο, κίνηση επιστροφής

του προτεσταντικού κόσμου στην εκκλησιαστικότητα και ενώ 32 χρόνια πρίν

είχε δογματιστεί το παπικό αλάθητο στην Α΄ Βατικανή». 4

Το 1920 το Οικουμενικό Πατριαρχείο απηύθυνε νέα Εγκύκλιο επιστολή «Προς

τας απανταχού εκκλησίας του Χριστού», η οποία ουσιαστικά είχε τον ίδιο σκοπό

όπως και οι προηγούμενες του 1902 και 1904. Ήταν ένα κάλεσμα για άνοιγμα,

διάλογο και συνεργασία της Ανατολής με την Δύση. Είναι άξιο προσοχής, ότι στην

Εγκύκλιο αυτή για πρώτη φορά χαρακτηρίζονται επισήμως οι αιρετικοί, (Παπικοί

και Προτεστάντες), ως «Εκκλησίες», που δεν είναι αποξενωμένες από την

(Ορθόδοξη) Εκκλησία, αλλά «συγκληρονόμους και συσσώμους της επαγγελίας

του Θεού εν Χριστώ». Συνιστούσε να «αναζωπυρωθή και ενισχυθεί προ παντός

η αγάπη μεταξύ των Εκκλησιών, μη λογιζομένας αλλήλας ως ξένας και

αλλοτρίας, αλλ’ ως συγγενείς και οικείας εν Χριστώ και συγκληρονόμους και

συσσώμους της επαγγελίας του Θεού εν Χριστώ». 5 Η μέχρι τότε αταλάντευτη

εμμονή και πιστότης στην αγιοπατερική και Κανονική Παράδοση περί της

ταυτίσεως της Ορθοδοξίας με την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική

Εκκλησία, αρχίζει πλέον να εγκαταλείπεται. Για την αλλαγή αυτή ορισμένοι

ερευνητές επικαλούνται «την ασφυκτική θέση του Οικουμενικού Πατριαρχείου

στην Οθωμανική Αυτοκρατορία» 6 . Άλλοι προβάλλουν τα δεινά που προκάλεσε ο

πρόσφατος Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. 7 Άλλοι αποδίδουν το άνοιγμα αυτό του

Οικουμενικού Θρόνου προς την Δύση «ως αίτημα των καιρών και κυρίως των

πολιτικών σχέσεων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τις Δυτικές

Κυβερνήσεις» 8 . Άλλοι δέχονται ότι με την Πατριαρχική Εγκύκλιο του 1920 το

Οικουμενικό Πατριαρχείο εξέφρασε την πεποίθησή του ότι μόνο με μία

συνεργασία σε παγκόσμιο επίπεδο θα μπορούσαν οι Εκκλησίες να αντισταθούν

στους ισχυρούς της εποχής. Μ’ άλλα λόγια η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού

δεν είναι ικανή να αντιμετωπίσει με την πανσθενουργό δύναμη του δομήτορός της

Ιησού Χριστού τις δυνάμεις τους σκότους, αλλά είχε ανάγκη από τη συνεργασία με


4

τους ετεροδόξους αιρετικούς, για να αντισταθεί και υπερνικήσει τους «ισχυρούς

της εποχής». Ο ομότιμος καθηγητής π. Θεόδωρος Ζήσης αναφερόμενος στις

παρά πάνω αιτιάσεις, που προσπαθούν να δικαιολογήσουν τον εκτροχιασμό της

Πατριαρχικής Εγκύκλιου του 1920, δίδει μια όντως αποστομωτική απάντηση: «Η

επίκληση ιστορικών αλλαγών, νοοτροπίας, εποχής, εκκλησιαστικών

συμφερόντων, δυσμενών ιστορικών συνθηκών, οι οποίες δήθεν επιβάλλουν τα

οικουμενιστικά ανοίγματα, δεν έχει κανένα θεολογικό και ιστορικό έρεισμα.

Ουδέποτε η Εκκλησία βρέθηκε σε χειρότερη κατάσταση από την σκληρή εποχή

των διωγμών κατά τους τρεις πρώτους αιώνες. Τότε δεν ανέδειξε οικουμενιστάς

κληρικούς και θεολόγους, για να την προσαρμόσουν και να την εκκοσμικεύσουν,

ταυτίζοντάς την με τις αιρέσεις και τις άλλες θρησκείες, αλλά μάρτυρας και

ομολογητάς. Η ανθρώπινες συμμαχίες και η ανθρώπινη ισχύς αφαιρούν την

θεϊκή συμμαχία, ‘κενώνουν’, αδειάζουν την δύναμη του σταυρού και εξασθενούν

την Εκκλησία…». 9

Πάντως πέρα από το γεγονός, ότι η αναγνώριση, στην Εγκύκλιο αυτή, των

ετεροδόξων αιρετικών κοινοτήτων ως κανονικών Εκκλησιών συνιστά σοβαρότατο

ολίσθημα και σαφή παρέκκλιση από την κανονική και πατερική μας Παράδοση, η

επίκληση όλων των παραπάνω λόγων, πολιτικής βασικά και κοινωνικής υφής, δεν

δικαιώνουν το άνοιγμα αυτό του Πατριαρχείου, διότι αλλοίμονο αν η Εκκλησία

προσδιορίζει τις όποιες ενέργειές της με κοσμικά, πολιτικά και κοινωνιολογικά

κριτήρια και όχι με καθαρά θεολογικά, με γνώμονα δηλαδή την Αγία Γραφή και το

Ιερό Πηδάλιο. Στην περίπτωση αυτή εκτροχιάζεται, εκκοσμικεύεται και εκπίπτει

της αποστολής της.

Ισχυρίζονται ακόμη ότι με τήν  Εγκύκλιο του 1920 αναγνωρίστηκε μία μορφή

εκκλησιαστικότητος σ’ αυτές τις ‘αναδενδράδες’, ως αποσχισμένα από την

Ορθόδοξη Εκκλησία σώματα. Ο όρος «μορφές εκκλησιαστικότητος», είναι σαφώς

επηρεασμένος από την νέα δογματική περί Εκκλησίας διδασκαλία, που καθιέρωσε

η Β΄ Βατικανή Σύνοδος, (1962-1965), η οποία υιοθέτησε νέα αντίληψη περί

Εκκλησίας και δέχθηκε, ότι στην Εκκλησία του Χριστού υπάρχουν πολλά επίπεδα

εκκλησιαστικότητος, ή πολλοί βαθμοί εκκλησιαστικής πληρότητος. Η νέα αυτή

Εκκλησιολογία είναι, βεβαίως, άγνωστη στην Ορθόδοξη Εκκλησιολογία μας, ούτε

μαρτυρείται σε κάποιον από τους αγίους Πατέρες μας. 10

Θεωρούν επίσης ότι η Εγκύκλιος του 1920 επιβεβαιώνει την αναγκαιότητα για

μία κοινή πορεία προς τον οικουμενικό διάλογο με σκοπό την ενότητα των

Χριστιανών. Κατά κόρον τονίζουν οι πατριαρχικοί κύκλοι (και όχι μόνον), τον

ενοποιητικό ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην υπόθεση της

πανχριστιανικής ενότητος, προβάλλοντας τις πατριαρχικές Εγκυκλίους και την

είσοδό του στο Π.Σ.Ε. Παραθεωρούν όμως το γεγονός, ότι ο ενοποιητικός αυτός

ρόλος τότε μόνον είναι θεάρεστος και σύμφωνος με το θέλημα του Θεού, όταν δεν

διακυβεύεται και δεν διασπάται η ενότητα στην κατακόρυφη διάστασή της, δηλαδή

η ενότητα της στρατευομένης, (Ορθοδόξου), Εκκλησίας με την θριαμβεύουσα. Η

διάσπαση αυτή μοιραίως επέρχεται, όταν επιχειρείται μια ενότης οικουμενιστικού

τύπου, δηλαδή πάρα τις υπάρχουσες δογματικές διαφορές με τους ετεροδόξους.


5

Δυστυχώς εκείνο που μπορούμε να συμπεράνουμε τόσο από το περιεχόμενο των

Πατριαρχικών Εγκυκλίων, όσο και από πολλά άλλα τεκμήρια, είναι ότι το

Οικουμενικό Πατριαρχείο, καθ’ όλη τη διάρκεια του 20 ου αιώνος, προώθησε μια

ουμανιστικού, (ή αν θέλετε ακόμη ουνιτικού τύπου), ενότητα με τους ετεροδόξους,

διασπώντας όμως την ενότητα της στρατευομένης με την θριαμβεύουσα Εκκλησία.

Δεν θα προχωρήσουμε σε σχολιασμό άλλων πτυχών του θέματος, διότι δεν μας

επιτρέπει το περιορισμένο εύρος της ανακοίνωσής μας. Δώσαμε, νομίζουμε, μια

σαφή εικόνα στους αναγνώστες μας, ότι η είσοδος του Οικουμενικού

Πατριαρχείου στο Π.Σ.Ε. συνιστά παραβίαση της κανονικής τάξεως της Εκκλησίας

και αθέτηση της εκκλησιολογικής αυτοσυνειδησίας της. Και επομένως όχι μόνον

δεν θα έπρεπε να καυχόμαστε εν προκειμένω, αλλά και να θρηνούμε. Επίσης

αποδείξαμε συνοπτικά ότι οι παρά πάνω Πατριαρχικές Εγκύκλιοι αποτελούν

γνήσια οικουμενιστικά κείμενα. Ειδικότερα η εγκύκλιος του 1920 αποτελεί σταθμό

στην ιστορία του Οικουμενισμού, διότι από τότε και εντεύθεν το Οικουμενικό

Πατριαρχείο σηματοδοτεί επίσημα πλέον μία νέα πορεία, μία άλλη γραμμή και

τακτική, ξένη προς την Ορθόδοξη πίστη και Παράδοση. Μία γραμμή που

εγκαινιάζει την είσοδο της Ορθοδοξίας στην παναίρεση του Διαχριστιανικού

Οικουμενισμού, ενώ παράλληλα ανοίγει τον δρόμο προς την φρικτή πανθρησκεία

του Αντιχρίστου.


Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών


1 Κων. Μουρατίδου, Καθηγητού Θεολ. Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, Οικουμενική Κίνησις, Ο σύγχρονος

μέγας πειρασμός της Ορθοδοξίας, Εκδ. «Ορθοδόξου Τύπου», Αθήναι 1972, σελ. 18-19.

2 Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, καθ. Πανεπιστημίου Βελιγραδίου, Θεολογική γνωμοδότηση προς την Ιεραρχία της

Εκκλησίας της Σερβίας με τίτλο: Ορθοδοξία και Οικουμενισμός. Μια ορθόδοξος γνωμάτευσις και μαρτυρία. Η

γνωμοδότηση έχει δημοσιευθεί με εισαγωγικό σημείωμα του τότε ιερομονάχου Ειρηναίου Μπούλοβιτς στο

περιοδικό «Κοινωνία», 18, (1975), σ. 95- 101, σε μετάφραση από τα σερβικά της Μαρίνας Σκλήρη.

3 Πρωτ. Θεοδώρου Ζήση, Ομοτίμου Καθ. Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ, Δικαιλογείται η συμμετοχή των

Ορθοδόξων στο Π.Σ.Ε.;, Πρακτικά Διορθοδόξου Επιστημονικού Συνεδρίου, Οικουμενισμός, Γένεση-

Προσδοκίες-Διαψεύσεις,Εκδ. «Θεοδρομία», Θεσσαλονίκη 2008, Τομ. Α΄, σελ. 490.

4 Πρωτ. Γ. Μεταλληνού, Οικουμενικό Πατριαρχείο και Οικουμενισμός, Πρακτικά Διορθοδόξου

Επιστημονικού Συνεδρίου: Οικουμενισμός, Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις, Τομ. Α΄, Εκδ. Θεοδρομία,

Θεσσαλονίκη 2008,σελ. 237-238.

5 Ι. Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τομ. 2, σελ.958, εν

φυλ. «Ομολογία Πίστεως κατά του Οικουμενισμού», Σύναξη Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών, Απρίλιος

2009, σελ. 14-15.

6 Αρχ. Βασ. Στεφανίδου, Εκκλησιαστική Ιστορία, Αθήναι 1958, σελ 692 ε.

7 Αρχ. Ιωάσαφ, Μακρή Ιεράς Μονής Μεγάλου Μετεώρου, Ιστορική Αναδρομή της προσεγγίσεως

Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών κατά τον 20 ον αιώνα, στο περιοδ. «Εν Συνειδήσει», Εκδ. Ιεράς Μονής

Μεγάλου Μετεώρου, Ιούνιος 2009, σελ. 42

8 Δημ. Κιτσίκη, Ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, 1280-1924, Αθήνα 1996, σελ.235 ε.ε.

9 Πρωτ. Θεοδώρου Ζήση, Δικαιλογείται η συμμετοχή ….ο.π. σελ. 199-500

10 Βλ. την περισπούδαστη μελέτη- διδακτορική Διατριβή του πρωτ. π. Πέτρου Χίρς, διδάκτορος της

Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. με τίτλο: «Η εκκλησιολογικής αναθεώρηση της Β΄ Βατικανής Συνόδου».


                                       Εν Ιορδάνη βαφτιζομένου σου Κύριε!

                          Αρχιμανδρίτης π ΠΑΥΛΟΣ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ &

                          Ιερομόναχος π, ΒΟΝΙΦΑΤΙΟΣ ΜΠΕΡΓΚ




Πέμπτη 6 Ιανουαρίου 2022

Τελετή Αγιασμού των Υδάτων!

Εν Ιορδάνη Βαφτιζομένου σου Κύριε Πατήρ Παύλος.Εν Ιορδάνη βαφτιζομένου σου Κύριε! (Πατήρ Βονιφάτιος)