Ιερός Ναός ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ Καστέλλας Πειραιώςαυτού του ιστολογίου

Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2020


ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Εισερχόμενα

Πατηρ Παύλος

Συνημμένα1:54 μ.μ. (πριν από 3 ώρες)
προς george.wilerΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣΙερεύςΣΥΝΑΞΙΣΠεριοδικόEfenpresstriklopodiaAndreasdaskalosMonkSerafimpreotvtsigkoskonstantinosauthorimkmhtropolhΜητρόποληπ.Νικόδημοςp.VasiliosinfomixhoulΙΕΡΑcontactpanhouaverophΣάλπισμαinfonewsimkythironaugmyrouLabrosNickthriskeftikainfoPANCYPRIANdespotatoneapetropoulosinfoimag.gorgΑΝΔΡΕΑΣganagnoiakritisΤΡΕΛΟ-contactPetergram.imkawΠαναγιώτηςakhs1914gmanolisΤάσοςεγώΚαθεδρικόςtselengmitropoliimkachrisgefsiI.M.PΜΗΤΡΟΠΟΛΗΕΣΤΙΑinfoinfoinfoΕπιτροπήimaaorthotypLeonidasΑΚΤΙΝΑtasthyrasAmethystLawgap10

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 

Εν Πειραιεί τη 2α Νοεμβρίου 2020 

ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΘΕΡΜΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑ ΚΑΤΩ ΑΡΧΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΩΝ

 ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ


ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Εν Πειραιεί τη 2 α Νοεμβρίου 2020

ΤΑ ΟΛΕΘΡΙΑ ΕΠΑΚΟΛΟΥΘΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΘΕΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΟΔΙΚΟΥ


ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ


Η αιφνιδιαστική μνημόνευση από τον Μακ. Αρχιεπίσκοπο Κύπρου κ.

Χρυσόστομο το Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2020, κατά τη διάρκεια της Θείας

Λειτουργίας στην Ιερά Μονή της Παναγίας της Χρυσορροϊάτισσας, του

σχισματικού και αχειροτόνητου «αρχιεπισκόπου» Επιφανίου, της λεγομένης

«Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας», έφερε ξανά στην

εκκλησιαστική επικαιρότητα το ζήτημα του ουκρανικού Αυτοκεφάλου.

Πρόκειται για ένα παγκοσμίων διαστάσεων εκκλησιαστικό ζήτημα, που

επέφερε λίαν επώδυνο και δυσθεράπευτο τραύμα στο σώμα της Εκκλησίας, με

ολέθριες συνέπειες για την ενότητα της οικουμενικής Ορθοδοξίας. Ένα ζήτημα

που εξακολουθεί να υφίσταται εδώ και τρία σχεδόν χρόνια, (από τον Ιανουάριο

του 2018 και εντεύθεν), το οποίο επιζητεί την θεραπεία του και το οποίο

σίγουρα δεν επιλύεται με αυθαίρετες και μονομερείς ενέργειες Προκαθημένων,

αλλά μόνον με Πανορθόδοξη Σύνοδο.

Η μνημόνευση αυτή προκάλεσε, (και δικαίως), την σφοδρότατη αντίδραση,

τεσσάρων Επισκόπων από την Εκκλησία της Κύπρου, των Μητροπολιτών

Λεμεσού Αθανασίου, Κύκκου Νικηφόρου και Ταμασού Ησαΐα και του

Επισκόπου Αμαθούντος Νικολάου, οι οποίοι με ανοικτή επιστολή τους

καλούν τον Μακαριότατο «να προβεί άμεσα σε ανάκληση της αντικανονικής

και άκυρης αυτής Πράξης του», ενώ παράλληλα ζητούν «σύγκληση της

Ιεράς ημών Συνόδου, προκειμένου να επιληφθεί του θέματος αυτού και να

αποφασίσει ανάλογα». Ενδεικτική του εκρηκτικού κλίματος που

δημιουργήθηκε στην Εκκλησία της μεγαλονήσου είναι η πρόσφατη,

(29.10.2020), δήλωσή του Μητροπολίτου Ταμασού Ησαΐα στην τηλεοπτική

κάμερα του ΡΙΚ, ότι η ενέργεια του Αρχιεπισκόπου είναι «πράξη πονηρή,

ύποπτη και καταστροφική». Και ότι: «Ζούμε μία από τις χειρότερες θεσμικές

κρίσεις στην ιστορία της εκκλησίας. Ζούμε ένα σχίσμα το οποίο προκάλεσε η

ενέργεια του Μακαριοτάτου».

Έχουμε ήδη αναφερθεί σε παλαιότερες ανακοινώσεις μας γύρω από το

ζήτημα του ουκρανικού Αυτοκεφάλου, όπου εκθέσαμε συνοπτικά τις

κυριότερες παραμέτρους του και τονίσαμε την αντικανονικότητα της

χορηγήσεως της εν λόγω Αυτοκεφαλίας με βάση τους Ιερούς Κανόνες, αλλά

και τα ολέθρια επακόλουθά του με κυριότερο την δημιουργία σχίσματος

πανορθοδόξων διαστάσεων. Επί πλέον στην πολυθεματική Ημερίδα που

διοργάνωσε η Ιερά Μητρόπολις Πειραιώς σε συνεργασία με την «Σύναξη για

την Ορθοδοξία» και την «Εστία Πατερικών Μελετών» τον Μάιο, του 2019,


2


στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας με γενικό θέμα «Η Ορθοδοξία απέναντι στη

σύγχρονη άρνηση», ένα από τα θέματα της Ημερίδας αφορούσε το ουκρανικό

ζήτημα. Μνημονεύουμε ακόμη την εξαίρετη επιστολή των τεσσάρων

Μητροπολιτών, Δρυϊνουπόλεως και Κονίτσης κ. Ανδρέα, Πειραιώς κ.

Σεραφείμ, Κυθήρων κ. Σεραφείμ και Αιτωλοακαρνανίας κ. Κοσμά, η οποία

αποδεικνύει με αδιάσειστες ιεροκανονικές και ιστορικές μαρτυρίες και με

άριστα επιχειρήματα, ότι το εν λόγω Αυτοκέφαλο είναι άκυρο, συντρίβοντας

και κονιορτοποιώντας κάθε αντίρρηση.

Τονίσαμε ακόμη ότι μια σημαντική παράμετρος του θέματος αποτελεί το

γεγονός ότι το ουκρανικό Αυτοκέφαλο προωθήθηκε και επιβλήθηκε για να

εξυπηρετηθούν γεωπολιτικοί και στρατηγικοί στόχοι των δυτικών

κυβερνήσεων και ιδιαίτερα των Η.Π.Α., η οποία επιδιώκει να αποσπάσει

ολοκληρωτικά, (πολιτικά, οικονομικά και εκκλησιαστικά), την Ουκρανία από

την σφαίρα επιρροής της Ρωσίας. Είναι άλλωστε ευρέως γνωστές οι

παρεμβάσεις της αμερικανικής κυβέρνησης για τη χορήγηση της Αυτοκεφαλίας

στις σχισματικές ομάδες της πολύπαθης Ουκρανίας.

Με αφορμή την αναζωπύρωση του εν λόγω, μέχρι στιγμής, άλυτου

προβλήματος θεωρήσαμε αναγκαίο να επανέλθουμε και πάλι, πρώτον μεν για

να υπενθυμίσουμε ορισμένες αλήθειες, τις οποίες όμως επιμένει,

εθελοτυφλώντας, να αγνοεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ορισμένοι ακόμη

Προκαθήμενοι και Επίσκοποι και δεύτερον για να υπογραμμίσουμε για μια

ακόμη φορά, ότι η μόνη λύση του προβλήματος είναι η σύγκληση

Πανορθοδόξου Συνόδου.

Στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν ισχύει κανενός είδους πρωτείο εξουσίας από

καμιά Εκκλησία, ούτε και από αυτό το ίδιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο, στο

οποίο αναγνωρίζονται, (επί τη βάσει του 28ου Ιερού Κανόνος της Δ΄

Οικουμενικής Συνόδου), μόνο πρεσβεία τιμής. Τα πρεσβεία τιμής του

Οικουμενικού Πατριαρχείου υφίστανται και ασκούνται αποκλειστικά στα

πλαίσια του αγιοπνευματικού Συνοδικού Συστήματος της κοινωνίας των

Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών και όχι έξω και πάνω από αυτό. Συνίστανται

κυρίως στον συντονισμό των Ορθοδόξων Εκκλησιών σε κρίσιμα θέματα

διορθοδόξου ενδιαφέροντος, στην προεδρία των διορθοδόξων και

πανορθοδόξων συναντήσεων και Συνόδων και στην έκφραση και υλοποίηση

των αποφάσεων που έχουν ληφθεί μετά από πανορθόδοξη διαβούλευση. Η

παρερμηνεία και η απόπειρα μετατροπής των πρεσβείων τιμής σε πρωτείο

εξουσίας αλλοιώνει την Ορθόδοξη εκκλησιολογία και την οδηγεί σε Παπισμό

με ολέθριες συνέπειες.

Ο εκάστοτε Οικουμενικός Πατριάρχης δεν είναι «πρώτος άνευ ίσων», αλλά

«πρώτος μεταξύ ίσων». Το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει το δικαίωμα της

εκχωρήσεως Αυτοκεφαλίας και η Εκκλησία κάθε έθνους έχει το δικαίωμα

ανυψώσεώς της σε Αυτοκέφαλη, μόνο όμως υπό σαφείς και αυστηρές

προϋποθέσεις, τις οποίες έχει καθορίσει η εκκλησιαστική Παράδοση και είναι

συνεπείς με την Ορθόδοξη εκκλησιολογία και την κανονική Τάξη. Οι


3


προϋποθέσεις αυτές δυστυχώς δεν τηρήθηκαν στην παρούσα περίπτωση, διότι

η απόδοση της Αυτοκεφαλίας πραγματοποιήθηκε με μονομερή απόφαση του

Οικουμενικού Πατριαρχείου, χωρίς να προηγηθεί Πανορθόδοξη Σύνοδος και

χωρίς τη σύμφωνη γνώμη όλων των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών.

Τιμούμε και σεβόμαστε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όταν αυτό αληθεύει εν

αγάπη. Θλιβόμαστε όμως, διότι σήμερα το βλέπουμε, λόγω της λανθασμένης

επιλογής της ηγεσίας Του, να κινδυνεύει να βρεθεί απομονωμένο και να

απολέσει το συντονιστικό Του ρόλο στις διορθόδοξες σχέσεις και την έκφραση

και υλοποίηση της βούλησης των Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών. Η

περαιτέρω επιμονή στις λανθασμένες επιλογές του μόνο δυσμενέστερες

συνέπειες θα έχει για τον Οικουμενικό Θρόνο.

Ιδιαιτέρως, στην περίπτωση του Ουκρανικού «Αυτοκεφάλου», όπως πολύ

ορθά έχει επισημανθεί, «είναι εντελώς ανεδαφικό να ισχυρίζεται κάποιος, ότι

επιτυγχάνεται η ενότης της Εκκλησίας με την ‘αποκατάστασιν’ και είσοδον

εις Αυτήν αμεταμελήτων καθηρημένων, αναθεματισμένων και

αχειροτονήτων, παρασυναγώγων και σχισματικών προσώπων, με φερομένας

‘ενοριακάς συναθροίσεις’ και την ιδίαν στιγμήν αυτό το γεγονός κατ’ ορθήν

εφαρμογήν των Ι΄ και ΙΑ΄ ιερών Κανόνων των Αγίων Αποστόλων,

επαναληφθέντος του περιεχομένου αυτών υπό του Β΄ ιερού Κανόνος της εν

Αντοχεία Συνόδου κυρωθείσης ονομαστικώς υπό του Β΄ Κανόνος της Αγίας

Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, να οδηγή εις διακοπήν της

εκκλησιαστικής κοινωνίας την κανονικήν Ουκρανικήν Ορθόδοξον

Εκκλησίαν υπό τον Μητροπολίτην Ονούφριον».

Είναι εξαιρετικά θλιβερό να διαπιστώνουμε ότι ενώ παλαιότερα, σε πείσμα

των πολιτικών συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων και σε εξαιρετικά

δύσκολες εποχές, ο Οικουμενικός Θρόνος με τους Αγίους Πατριάρχες Του

αγωνιζόταν για την ενότητα των ρωσικών λαών υπό μία πνευματική και

εκκλησιαστική διοίκηση, σήμερα ενδίδει στις υπερατλαντικές πιέσεις και

προσπαθεί βίαια να τους χωρίσει, εμπλέκοντας την Ορθόδοξη Εκκλησία στα

γεωπολιτικά συμφέροντα και μετατρέποντας την Εκκλησία του Χριστού σε

μέρος των γεωπολιτικών στόχων. Η αναγνώριση της Αυτοκεφαλίας εκ μέρους

της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Πατριαρχείου της Αλεξανδρείας χωρίς

πανορθόδοξη απόφαση όχι μόνο δεν συνέβαλε στην αποκατάσταση της

ενότητος της οικουμενικής Ορθοδοξίας, αλλά βάθυνε ακόμη περισσότερο το

υφιστάμενο σχίσμα και την διαίρεση.

Ο Τόμος Αυτοκεφαλίας ο οποίος δόθηκε από τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ.

Βαρθολομαίο στο νέο σχισματικό μόρφωμα, (υπό τον νεοεκλεγέντα

«Μητροπολίτη» Επιφάνιο), που προέκυψε από την λεγομένη «Ενωτική

Σύνοδο», που πραγματοποιήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2018 στο Κίεβο, είναι

άκυρος και συνιστά κατάφωρη παραβίαση του Συνοδικού Συστήματος, (σε

πανορθόδοξο επίπεδο), των Ιερών Κανόνων και της διαχρονικής

εκκλησιαστικής πράξεως. Γι’ αυτό και δεν έγινε αποδεκτή από την συντριπτική


4


πλειοψηφία των τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών, οι οποίες αναγνωρίζουν ως

μόνον κανονικό Μητροπολίτη της Εκκλησίας της Ουκρανίας τον κ. Ονούφριο.

Ανάλογη, αλλά και ξεκάθαρη παραβίαση του Συνοδικού Συστήματος, (σε

επίπεδο τοπικών Εκκλησιών), διαπιστώνουμε και στην προκειμένη περίπτωση

της άκαιρης και αντικανονικής μνημονεύσεως του Επιφανίου από τον Μακ. κ.

Χρυσόστομο. Και πολύ ορθώς και δικαίως οι τέσσαρες Μητροπολίτες της

Κύπρου στην ανοικτή τους επιστολή επισημαίνουν τόσο την παραβίαση του

Συνοδικού Συστήματος, όσο και την ανάγκη εκτάκτου συγκλήσεως της Ιεράς

Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου.

Ο Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας του Πανεπιστημίου της Λευκωσίας

Καθηγητής κ. Χρήστος Οικονόμου, κλήθηκε να σχολιάσει την απερίσκεπτη

αυτή ενέργεια του μακ. κ. Χρυσοστόμου στο κεντρικό δελτίο Ειδήσεων του

ΑΝΤ1 Κύπρου. Όπως μας πληροφορεί το ιστολόγιο Ρομφαία: «Ο κ.

Οικονόμου επεσήμανε εμφαντικά ότι η ενέργεια αυτή είναι

αντιεκκλησιαστική και αποτελεί κατάφωρη παραβίαση των Ιερών Κανόνων

και του Συνοδικού Συστήματος της Εκκλησίας. Την χαρακτήρισε, μάλιστα,

άκυρη, άκαιρη και εθνικά επιζήμια και υπογράμμισε ότι θα πρέπει να

ανακληθεί άμεσα και να συγκληθεί προς τούτο η Ιερά Σύνοδος προκειμένου

να επιληφθεί του θέματος αυτού και να αποφασίσει ανάλογα» (Ιστ. Ρομφαία).

Η Εκκλησία της Ρωσίας, όπως ήταν φυσικό, αντέδρασε άμεσα, δια του

Μητροπολίτου Βολοκολάμσκ κ. Ιλαρίωνα, ο οποίος, αφού εξέφρασε την

έκπληξή του και τη λύπη του για το τραγικό γεγονός, προανήγγειλε την

διακοπή κοινωνίας του Πατριαρχείου Μόσχας και με την Εκκλησία της

Κύπρου.

Η άστοχη αυτή ενέργεια του Mακ. κ. Χρυσοστόμου ενέχει και άλλες

σοβαρές εθνικές παραμέτρους, τις οποίες, όπως φαίνεται, δεν τις «ζύγισε» καλά

ο Μακαριώτατος. Ο έγκριτος δημοσιογράφος και εκκλησιαστικός αναλυτής κ.

Γ. Παπαθανασόπουλος έγραψε: «Το ζήτημα της Ορθόδοξης Εκκλησίας της

Ουκρανίας είναι ουσιαστικά γεωπολιτικό και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, έως

τις 24/10/2020, δεν ήθελε να ακολουθήσει τον Οικ. Πατριάρχη στην

αναγνώριση του Επιφανίου. Γνωρίζει ότι το Φανάρι πιστεύει ότι είναι προς

όφελός του να ταυτίζεται με τα γεωπολιτικά συμφέροντα του Βατικανού, των

ΗΠΑ και της ΕΕ και ότι αυτή η λογική δεν ισχύει για την Κύπρο. Ο κ.

Χρυσόστομος γνωρίζει επίσης πολύ καλά ότι για το εθνικό θέμα η Κυπριακή

Δημοκρατία οφείλει να διατηρεί ισορροπίες και να έχει καλές σχέσεις με τη

Δύση και με τη Ρωσία. Γνωρίζει ακόμη πως αν η Κυπριακή Δημοκρατία

παραμένει ανεξάρτητο κράτος και μέλος ισότιμο της ΕΕ οφείλεται και στη

Ρωσία. Το 2004 ο σημερινός Αρχιεπίσκοπος, ως Μητροπολίτης Πάφου, ήταν

προεδρεύων της Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου, λόγω της ασθενείας

του Αρχιεπισκόπου. Τότε με μήνυμά του προς τον Πατριάρχη Μόσχας

Αλέξιο, τον παρακαλούσε να ζητήσει από τον Πρόεδρο Πούτιν, η χώρα του

να ασκήσει βέτο στον ΟΗΕ και να μην περάσει ως απόφαση του Οργανισμού

το σχέδιο Ανάν, που προωθούσαν οι Δυτικές Μεγάλες Δυνάμεις. Πράγματι η


5


Ρωσία πρόβαλε τότε βέτο….Η ενέργεια της 24ης Οκτωβρίου 2020 του

Αρχιεπισκόπου Κύπρου προβληματίζει έντονα όλους όσοι βλέπουν την σε

βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας επιθετικότητα της Τουρκίας και θέλουν

να υπάρχει υποστήριξη προς Αυτήν όλων των Κρατών, ανεξάρτητα από τις

μεταξύ τους διαφορές» (Ιστ. Ακτίνες)!

Κλείνουμε την ανακοίνωσή μας, εκφράζοντας την πεποίθηση πως η

βεβιασμένη, αντικανονική και εθνικά επιβλαβής αυτή ενέργεια του

Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, είναι προϊόν πίεσης από διεθνή κέντρα, τα

οποία θέλουν μια Ορθοδοξία αποδυναμωμένη, διαιρεμένη, διχασμένη και

ανίσχυρη να επιτελέσει την υψηλή σωστική της αποστολή στον Ορθόδοξο

κόσμο. Μια Ορθοδοξία, η οποία δεν θα στέκεται σοβαρό εμπόδιο στα

σύγχρονα τεκταινόμενα και τις σκοτεινές επιδιώξεις της διεθνούς διπλωματίας

και πολιτικής, τουτ’ έστιν, της ολοκληρώσεως των επιδιώξεων της Νέας

Τάξεως Πραγμάτων. Παρακαλούμε τον Μακαριώτατο, έχοντας επίγνωση της

υψηλής του εκκλησιαστικής αποστολής, να ανακαλέσει πάραυτα την απόφασή

του αυτή, η οποία, όχι μόνο δεν θα ωφελήσει την Ορθοδοξία, όπως ισχυρίζεται,

αλλά θα γίνει πρόξενος πολλών δεινών!


Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών


Πατηρ Παύλος

ΣυνημμέναΔευ, 26 Οκτ, 1:42 μ.μ. (πριν από 7 ημέρες)
προς george.wilerΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣΙερεύςΣΥΝΑΞΙΣΠεριοδικόEfenpresstriklopodiaAndreasdaskalosMonkSerafimpreotvtsigkoskonstantinosauthorimkmhtropolhΜητρόποληπ.Νικόδημοςp.VasiliosinfomixhoulΙΕΡΑcontactpanhouaverophΣάλπισμαinfonewsimkythironaugmyrouLabrosNickthriskeftikainfoPANCYPRIANdespotatoneapetropoulosinfoimag.gorgΑΝΔΡΕΑΣganagnoiakritisΤΡΕΛΟ-contactPetergram.imkawΠαναγιώτηςakhs1914gmanolisΤάσοςεγώΚαθεδρικόςtselengmitropoliimkachrisgefsiI.M.PΜΗΤΡΟΠΟΛΗΕΣΤΙΑinfoinfoinfoΕπιτροπήimaaorthotypLeonidasΑΚΤΙΝΑtasthyrasAmethystLawgap10

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 

Εν Πειραιεί τη 26η Οκτωβρίου 2020

 

ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΘΕΡΜΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑ ΚΑΤΩ ΑΡΧΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΩΝ



 ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ


ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Εν Πειραιεί τη 26 η Οκτωβρίου 2020

ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΕΙ Η ΣΥΝΟΔΟΣ ΦΕΡΡΑΡΑΣ – ΦΛΩΡΕΝΤΙΑΣ

ΤΗΝ ΑΦΕΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΠΑΠΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ


ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ;


Η αίρεση και λιγότερο το σχίσμα, είναι φρικτά οδυνηρές καταστάσεις στο

σώμα της Εκκλησίας. Μελετώντας την εκκλησιαστική ιστορία, διαπιστώνουμε,

πως ουδεμία αιρετική ομάδα αναγνώρισε τις πλάνες της και επέστρεψε στην

Ορθόδοξη Εκκλησία, από όπου είχε αποσχισθεί και αποκοπεί Και τούτο διότι,

όπως μας διαβεβαίωσε ο Κύριος, (Ματθ.13,24-30), αυτός που σπέρνει τις πλάνες

στο σώμα της Εκκλησίας είναι ο ίδιος ο διάβολος, με σκοπό να νοθεύσει την

σώζουσα διδασκαλία και αλήθεια της Εκκλησίας. Οι εκάστοτε αιρεσιάρχες,

αφότου αποσχίσθηκαν από το σώμα της Εκκλησίας, στερήθηκαν την Θεία Χάρη

και κατάντησαν όργανα του διαβόλου, μη δυνάμενοι πλέον να έρθουν σε

μετάνοια. Σαφέστατο παράδειγμα ο αιρετικός Παπισμός, ο οποίος αφότου

αποκόπηκε από το αδιαίρετο σώμα της Εκκλησίας της πρώτης χιλιετίας, όχι

μόνον παραμένει αμετανόητος και απόλυτα αμετακίνητος στις κακοδοξίες του,

αλλά επί πλέον επιχειρεί εδώ και δέκα αιώνες με πολλές και διάφορες

μεθοδεύσεις, (πόλεμοι, διώξεις, σταυροφορίες, ουνία, κλπ), να απορροφήσει την

Εκκλησία και να την υποτάξει στην εξουσία του απόλυτου και «αλάθητου»

αυθέντη της, του «Πάπα». Περί των αδυναμίας των παπικών να μετανοήσουν

ομιλών ο μέγας της Εκκλησίας πατήρ άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, αναφέρει,

(στον Β΄ περί εκπορεύσεως του αγίου Πνεύματος λόγον του, ΕΠΕ τομ. 1, σελ.

182), ότι οι παπικοί μοιάζουν με το μεγαλύτερο από όλα τα ζώα, τον ελέφαντα.

Λέγουν ότι το ζώο αυτό δεν κατακλίνεται στο έδαφος για ανάπαυση κατά τον

καιρόν του ύπνου. Αν δε συμβεί να πάθει κάτι και πέσει κάτω, δεν μπορεί να

σηκωθεί πλέον. Παρόμοια και οι Λατίνοι. Από τότε που εξέπεσαν της αληθείας

δεν μπορούν πλέον να ανορθωθούν από την πτώση τους εξ’ αιτίας της

υπερηφανίας των.

Οι μετά το σχίσμα εκάστοτε ενωτικές προσπάθειες της Εκκλησίας με τον

Παπισμό μαρτυρούν ότι η Εκκλησία ουδέποτε αρνήθηκε τον διάλογο με την

αίρεση, αποβλέποντας όμως πάντοτε στην επιστροφή των πεπλανημένων στην

Ορθοδοξία και χωρίς ποτέ να ανεχθεί κανένα απολύτως συμβιβασμό και καμιά

υποχώρηση στην πίστη και στο δόγμα της. Μια τέτοια ενωτική προσπάθεια

μπορεί να θεωρηθεί και η Σύνοδος Φεράρας – Φλωρεντίας, (1438-1439).

Ωστόσο η Σύνοδος αυτή όπως απέδειξαν τα πράγματα αποδείχθηκε τελικά, ότι

δεν ήταν Ορθόδοξη Σύνοδος, αλλά μία Ψευδοσύνοδος, όχι μόνο διότι

συγκλήθηκε για να υπηρετήσει πολιτικές σκοπιμότητες, αλλά και διότι κατά την


2


διάρκεια των εργασιών της καταπατήθηκε κάθε έννοια συνοδικότητας. Όπως

μαρτυρεί ο αυτόπτης μάρτυς της Συνόδου Σίλβεστρος Συρόπουλος στα

απομνημονεύματά του, επιχειρήθηκαν στα παρασκήνια δόλιες μεθοδεύσεις,

αφόρητες πιέσεις, δωροδοκίες, ανεπίτρεπτοι συμβιβασμοί στη δογματική

διδασκαλία της Εκκλησίας μας και εκβιασμοί μέχρις απειλών κατά της ζωής

μελών της Συνόδου. Γι’ αυτό και δικαίως ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός την

χαρακτήρισε ως «καϊαφαϊκό συνέδριο». Και ο μεν Ορθόδοξος κλήρος και λαός

την απέρριψε ευθύς αμέσως μετά το πέρας των εργασιών της, η δε επίσημη

συνοδική καταδίκη της πραγματοποιήθηκε μερικά χρόνια αργότερα στη Σύνοδο

της Κωνσταντινουπόλεως του 1484.

Είναι γνωστό ότι την ίδια χρονική περίοδο ήταν σε εξέλιξη η αντιπαπική

Σύνοδος της Βασιλείας, (1431-1449), στην οποία συμμετείχε μεγάλος αριθμός

Ρωμαιοκαθολικών επισκόπων της Δύσης. Η σύνοδος αυτή εξέταζε τότε τις

κακοδοξίες και τις αυθαιρεσίες του Παπισμού και ήταν έτοιμη να καταδικάσει το

παπικό πρωτείο και να καθαιρέσει τον «Πάπα» Ευγένιο τον Δ΄. Αναμφίβολα

ήταν τραγικό λάθος των Ορθοδόξων να απορρίψουν την πρόσκληση των

επισκόπων της Συνόδου της Βασιλείας, που αγωνίζονταν τότε να αποτινάξουν τον

παπικό ζυγό και να δεχθούν την πρόσκληση του Πάπα Ευγενίου του Δ΄ στη

Σύνοδο της Φεράρας Φλωρεντίας. Σοβαροί ιστορικοί και θεολόγοι εκτιμούν, ότι

αν η Ορθόδοξη Εκκλησία απέφευγε αυτό το τραγικό λάθος καθώς και

προχωρούσε στη ορθή επιλογή, θα άλλαζε ο ρους της ιστορίας, διότι ο παπικός

θεσμός θα δεχόταν ένα καίριο και ανεπανόρθωτο πλήγμα.

Αν όμως για την Ορθοδοξία η Σύνοδος της Φεράρας – Φλωρεντίας είναι μια

μαύρη σελίδα στην εκκλησιαστική της ιστορία, για τον Παπισμό θεωρείται

σημαντική και μάλιστα συγκαταλέγεται μεταξύ των «Οικουμενικών Συνόδων»

της! Το λυπηρό είναι ότι εκτός από τους παπικούς την θεωρούν σημαντική και

πολλοί «Ορθόδοξοι» θεολόγοι, θιασώτες της «ενώσεως των Εκκλησιών», χωρίς

την μετάνοια των παπικών. Μια τέτοια στάση απέναντι σ’ αυτή την Ψευδοσύνοδο

διαπιστώσαμε σε πρόσφατο τεύχος, (τ. 155, Ιούλιος –Σεπτέμβριος 2020), του

περιοδικού «ΣΥΝΑΞΗ», το οποίο φιλοξενεί δύο σχετικά άρθρα. Το πρώτο είναι

κάποιου Μπερνάρ Μενιέ, προφανώς Γάλλου Ρωμαιοκαθολικού, με θέμα: «Γιατί

η ένωση της Φλωρεντίας δεν προχώρησε» και το δεύτερο του καθηγητή στη

Θεολογική Σχολή Αθηνών, κ. Δημητρίου Μόσχου με θέμα: «Σύνοδος Φερράρας

–Φλωρεντίας: Ένας κοπιώδης απολογισμός». Μελετώντας τα δύο άρθρα

διαπιστώσαμε, πως η προσέγγιση της μοιραίας αυτής Συνόδου, έγινε με κριτήρια,

τα οποία στηρίζουν και δικαιώνουν τις παπικές θέσεις, ενώ ελάχιστα τις

Ορθόδοξες. Δεν θα αναλωθούμε σε επί μέρους αντίκρουση των άρθρων αυτών,

αλλά θα αρκεστούμε σε μια γενική κριτική για δύο λόγους. Πρώτον, διότι ο

χώρος της αναφοράς μας είναι πολύ περιορισμένος για μια κατά πλάτος κριτική

και δεύτερον, διότι και σ’ αυτήν ακόμη την οικουμενιστικών προδιαγραφών

«Σύνοδο» της Κρήτης, η μεν Σύνοδος Φερράρας –Φλωρεντίας αποκηρύχθηκε, η

δε εν Κωσταντινουπόλει Σύνοδος του 1484 χαρακτηρίστηκε ως Σύνοδος


3


οικουμενικού κύρους, (βλ. συνοδικό κείμενο της «Εγκυκλίου» της «Συνόδου»

της Κρήτης).

Κατ’ αρχήν και οι δύο αρθρογράφοι παρουσιάζουν τη Ψευδοσύνοδο ως ένα

σημαντικό γεγονός στην ιστορία του συνοδικού συστήματος. Ο κ. Μενιέ την

χαρακτήρισε ως «μια σύνοδο, όπως λίγες υπήρξαν στην ιστορία του

Χριστιανισμού». Ο δε κ. Δ. Μόσχος, ότι αυτή «αποτελεί μια στροφή στις

σχέσεις Ορθοδόξων – Καθολικών», μια «νίκη των ορθοδόξων», οι οποίοι δήθεν

«έσυραν» τον «Πάπα» σε συνοδική διαδικασία, αφού κατά τους ισχυρισμούς του

«είναι βέβαιο ότι η ανάπτυξη της συνοδικής θεωρίας στη Δύση ανάγκασε τους

πάπες να αναζητήσουν την επανένωση με την Ανατολή σε μια κλασική μορφή

επισκοπικής συνόδου που θα αναβάθμιζε το ρόλο τους, τον οποίο και οι

Ανατολικοί υπερασπιζόταν πρόθυμα, παρουσιαζόμενοι ως ‘παπιστές’ πολύ

περισσότερο απ’ ότι θεωρητικοί της συνοδικής κίνησης στη Δύση». Το ότι

αναγκάσθηκαν οι πάπες «να αναζητήσουν την επανένωση με την Ανατολή σε

μια κλασική μορφή επισκοπικής συνόδου», αυτό άραγε εσήμαινε ότι ο πάπας

Ευγένιος ο Δ΄ έκανε δεκτή την κατάργηση, ή έστω την υποβάθμιση, του παπικού

πρωτείου κατά την διάρκεια των εργασιών της Συνόδου; Σίγουρα όχι, για δύο

κυρίως λόγους: Πρώτον μεν διότι ο «Πάπας», (θέλοντας να εκφράσει έμπρακτα

το παπικό του πρωτείο), ζήτησε να του ασπασθούν τα πόδια όλοι οι Ορθόδοξοι

Ιεράρχες, μηδέ του Οικουμενικού Πατριάρχου Ιωσήφ εξαιρουμένου, άμα τη

αφίξει αυτών στη Φερράρα. Και δεύτερον, διότι ο περιλάλητος «Όρος» της

Συνόδου, τον οποίο υπέγραψαν οι συνοδικοί, (πλην του αγίου Μάρκου και δύο

ακόμη Ορθοδόξων), αναγορεύει τον επίσκοπο Ρώμης «διάδοχο του μακαρίου

Πέτρου του κορυφαίου των αποστόλων και αληθή τοποτηρητήν του Χριστού

και πάσης της Εκκλησίας κεφαλήν». Επομένως και σ’ αυτήν ακόμη την

Ψευδοσύνοδο διασώζεται το παπικό πρωτείο και ο «Πάπας» τοποθετείται

υπεράνω και αυτών ακόμη των Οικουμενικών Συνόδων, οι οποίες τότε μόνον

είναι έγκυρες, παρά μόνον όταν επικυρωθούν από τον «Πάπα».

Ένα άλλο σημείο που αξίζει να σχολιασθεί είναι η εσφαλμένη και

παραπλανητική θέση του κ. Μενιέ ότι «Το θεολογικό έργο που

πραγματοποιήθηκε στις συνεδριάσεις της συνόδου, ήταν πραγματικά πολύ

σοβαρό μέσα στα δύο στρατόπεδα και ανεξάρτητα από το αποτέλεσμά της η

σύνοδος αξίζει να θεωρείται ως ορόσημο στην ιστορία των συναντήσεων

μεταξύ Ελλήνων και Λατίνων». Ο κ. Μόσχος διαφοροποιείται στο σημείο αυτό

σε σχέση με τον κ. Μενιέρ και εκφράζει την άποψη ότι «η έντονη πίεση των

πολιτικών γεγονότων ακύρωνε την θεολογική συζήτηση των προβλημάτων σε

βάθος και άνοιγε τον δρόμο για να εμφιλοχωρήσει, έστω και ανεπίγνωστα, η

ψυχρή λογική του δικαίου του ισχυροτέρου…». Παρά κάτω επισημαίνει τρία

ακόμη προβλήματα, που είχαν σχέση με την μέθοδο των εργασιών. Πρώτον το

γεγονός ότι η σύνοδος εξετράπη «σε απέραντες περιττολογίες για διαδικαστικά

θέματα», δεύτερον το ότι η Σύνοδος αναλώθηκε ουσιαστικά στη συζήτηση ενός

μόνον θέματος, αυτό του φιλιόκβε, χωρίς να δοθεί χρόνος για συζήτηση άλλων

θεολογικών διαφορών και τρίτον το γεγονός ότι «ένα μεγάλο μέρος του χρόνου


4


των συζητήσεων δαπανήθηκε στην ανίχνευση των νοθεύσεων στα κείμενα». Η

ανάδειξη των παρά πάνω προβλημάτων από τον κ. Μόσχο, από μόνη της

ανατρέπει τον ισχυρισμό του κ. Μενιέρ ότι δήθεν «η σύνοδος αξίζει να

θεωρείται ως ορόσημο στην ιστορία των συναντήσεων μεταξύ Ελλήνων και

Λατίνων». Ωστόσο και οι δύο αρθρογράφοι παραλείπουν να αναφέρουν πολλά

άλλα λυπηρά γεγονότα, που έλαβαν χώρα στη σύνοδο, τα οποία όχι μόνο δεν μας

επιτρέπουν να την θεωρήσουμε «ως ορόσημο στην ιστορία των συναντήσεων

μεταξύ Ελλήνων και Λατίνων», αλλά το ακριβώς αντίθετο, ως ένα «καϊαφαϊκό

συνέδριο». Αναφέρουμε μερικά: α) Οι Λατίνοι πεισματωδώς επέμεναν στις

πλάνες τους, παρά το γεγονός ότι ο άγιος Μάρκος με ακαταμάχητα θεολογικά

επιχειρήματα ανέτρεπε τους ισχυρισμούς των. Έτσι επαληθεύεται ο λόγος του

Μεγάλου Βασιλείου, ότι οι Λατίνοι «ούτε οίδασι την αλήθειαν, ούτε μαθείν

ανέχονται». β) Στη Ψευδοσύνοδο μεθοδεύτηκαν σκοτεινά παρασκήνια, επειδή

οι Λατίνοι δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τον άγιο Μάρκο σε δημόσιες

συζητήσεις. Όπως αναφέρει ο Συρόπουλος: «Κρύφα και συνεσκιασμένως πάντα

εγίνοντο…μυστικώς και κελλικώς, [στα κελλιά]». Και εκεί στα παρασκήνια,

δηλαδή στα κελλιά, συντάχθηκε τελικά ο «όρος» της Ψευδοσυνόδου. γ) Ήταν

μια σύνοδος απάτης. Διότι τα συγγράμματα που παρουσίασαν οι Λατίνοι, για να

στηρίξουν τις απόψεις τους, τις περισσότερες φορές δεν ήταν γνήσια, αλλά

πλαστά. Και την πλαστότητά των απέδειξε επανειλημμένως ο άγιος Μάρκος. δ)

το γεγονός ότι ο «Πάπας», προκειμένου να πείσει τον άγιο Μάρκο να υπογράψει

τον «όρο», χρησιμοποίησε την μέθοδο της εξαγοράς με χρήματα και κολακείες.

Έστειλε στον άγιο, με αντιπρόσωπό του, ένα δίσκο με χρυσά φλουριά και ένα

βάζο με χρυσό με την παράκληση να τα δεχθεί από τον «Πάπα» και να μεταβεί

κατόπιν προς συνάντησή του. Ωστόσο ό άγιος αρνήθηκε την προσφορά και του

απήντησε: «Έχεις μαζεύσει ακάθαρτον χρυσάφι. Λοιπόν δώσε το εις όποιον

θέλεις. Διότι όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας,

(Ματθ.6,21). Η σύνοδός σου δεν θα είναι σύνοδος και όλοι σας θα χαθήτε». ε)

το γεγονός ότι ο «Πάπας» μετά την αποτυχημένη απόπειρα του να εξαγοράσει τον

άγιο Μάρκο είχε την απαίτηση να χαρακτηριστεί από την σύνοδο ως απειθής

και να τιμωρηθεί ως αιρετικός. Απειλήθηκε και η ίδια η ζωή του. στ) Τα όσα

είχαν γραφεί στον «όρο» δεν ήταν καρπός ελευθέρας θεολογικής συζητήσεως.

Υπεγράφη από τους Ορθοδόξους κατόπιν δωροδοκιών, αφορήτων εκβιασμών και

τυραννικών πιέσεων μέχρι στερήσεως τροφής, από τον «Πάπα».

Πέραν αυτών οι δεκάδες κακοδοξίες του Παπισμού προσπερνιούνται επιπόλαια

και από τους δύο αρθρογράφους. Και οι δύο συμφωνούν στο ότι, αν αφαιρεθεί το

φιλιόκβε από το σύμβολο των παπικών μπορεί να γίνει η «ένωση των

εκκλησιών». Ο κ. Μενίερ παρατηρεί ότι «η Λατινική Εκκλησία πρέπει να

προχωρήσει περισσότερο αποσύροντας με δική της πρωτοβουλία το φιλιόκβε

από το σύμβολο της πίστεως». Ο κ. Μόσχος αναφέρει: «Επομένως ένα κοινό

σύμβολο πίστεως θα άνοιγε το δρόμο στη μνημόνευση, [σ.σ. του Πάπα στα

δίπτυχα των Ορθοδόξων]. Οι όποιες διαφορές, [αιρετικές διδασκαλίες του

Παπισμού], θα μπορούσαν να συζητηθούν σε μια σύνοδο, με τη διαφορά ότι


5


αυτή θα συγκροτούνταν πλέον εντός της ενιαίας Εκκλησίας και όχι μεταξύ δύο

μερών». Επικαλείται μάλιστα προς επίρρωσιν των ισχυρισμών του και τον άγιο

Μάρκο: «Διό ουδέ πρέπει όλως ενωθήναι αυτοίς ει μη εκβάλωσι την

προσθήκην από του συμβόλου και ομολογήσωσιν το σύμβολον καθώς και

ημείς». Εδώ είναι φανερό ότι ο κ. Μόσχος παρερμηνεύει τα λόγια του άγιου

Μάρκου. Ο άγιος με την παρά πάνω φράση δεν θέτει ως μοναδικό όρο ενώσεως

την απάλειψη του φιλιόκβε από τους παπικούς, παραθεωρώντας τις άλλες

κακοδοξίες του Παπισμού. Στο θέμα του παπικού πρωτείου, για παράδειγμα, που

είναι μια από τις μεγαλύτερες δογματικές διαφορές με τους παπικούς, όχι μόνον ο

άγιος Μάρκος, αλλά και όλοι οι Ορθόδοξοι, απέρριπταν το παπικό πρωτείο.

Με όσα αναφέρουν οι δύο αρθρογράφοι περί του φιλιόκβε, αφήνουν να

εννοηθεί, ότι το φιλιόκβε αποτελεί την μοναδική διαφορά μεταξύ Ανατολής και

Δύσεως, ακολουθούντες την βασική αρχή - δόγμα του Οικουμενισμού, αυτήν του

δογματικού μινιμαλισμού. Θεωρούν το φιλιόκβε ως μια «αρχαία παράδοση», η

οποία δεν ενοχλούσε ιδιαίτερα την αδιαίρετη Εκκλησία. Όμως μελετώντας τα

λεχθέντα και πραχθέντα της Ψευδοσυνόδου, διαπιστώνουμε ότι οι Ορθόδοξοι, με

προεξάρχοντα τον άγιο Μάρκο, έδωσαν μάχες για να αποδείξουν ότι η αυτή η

προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως είναι απαράδεκτη και αποτελεί αιρετική

πλάνη, η οποία βεβηλώνει το μυστήριο της Αγίας Τριάδος. Ο κ. Δ. Μόσχος

επισημαίνει μεν ότι οι παπικοί υποστήριζαν ότι το φιλιόκβε ήταν «ανάπτυξη και

όχι προσθήκη», ωστόσο δεν κάνει τον κόπο να αποδείξει με βάση την διδασκαλία

των αγίων πατέρων και μάλιστα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ότι η

προσθήκη δεν αποτελεί ανάπτυξη, αλλά κακοδοξία.

Σε τελική ανάλυση και οι δύο πασχίζουν να αποδείξουν, ότι ο Παπισμός δεν

είναι αίρεση. Ο κ. Μενιέ παρατηρεί ότι η «Λατινική Εκκλησία δεν έσφαλε στην

πίστη της και ότι η τριαδική θεολογία δεν ήταν αιρετική» (σ.σ. όσον αφορά την

αίρεση του φιλιόκβε). Και συνεχίζει: «όσον καιρό μέσα στη συνείδησή της η

Ορθοδοξία θα συνεχίσει να θεωρεί την Δυτική Εκκλησία ως αιρετική, δεν θα

μπορέσει να υπάρξει αληθινή κοινωνία μεταξύ τους». Και ο κ. Μόσχος:

«Συνεπώς ήδη η πρόταση που κατατίθεται σήμερα εδώ, αφαιρεί αυτομάτως

από τους Ορθοδόξους, (δηλαδή απ’ όσους ακόμα το κάνουν), το δικαίωμα να

χαρακτηρίζουν αιρετική την Καθολική Εκκλησία». Ωστόσο θέλουν να αγνοούν

και οι δύο αρθρογράφοι και ιδίως ο κ. Μόσχος, ότι ο Παπισμός έχει καταδικασθεί

από μία πλειάδα Ορθοδόξων Συνόδων, Οικουμενικών και Ενδημουσών, ως

αίρεση καθ’ όλη την διάρκεια της δευτέρας χιλιετίας.

Τελειώνοντας το άρθρο του ο κ. Δ. Μόσχος, προτείνει να συσταθεί μια

«μεικτή ομάδα εργασίας Ορθοδόξων – Καθολικών εκκλησιαστικών ιστορικών

που θα ξεκινήσει να μελετά και να αποκαθιστά τέτοιου είδους μικρά ή μεγάλα

‘ιστορικά τραύματα’», ελπίζοντας πως σήμερα θα γινόταν ένας πιο γόνιμος

διάλογος κάτω από τελείως διαφορετικές συνθήκες. Μάλιστα, «θα ήταν η

καλλίτερη υποστήριξη του θεολογικού διαλόγου και η συνέχεια του

διακεκομμένου νήματος από τη σύνοδο Φεράρας – Φλωρεντίας για την

ενότητα της Εκκλησίας του Χριστού στους δύσκολους καιρούς που ζούμε»! Με


6


άλλα λόγια ο κ. Μόσχος, όχι μόνο βλέπει στην ληστρική και ολέθρια εκείνη

«σύνοδο» γόνιμο έργο, αλλά και την θεωρεί ως την απαρχή της «ενώσεως των

εκκλησιών», ως την αφετηρία για την επανένωση «του διακεκομμένου

νήματος». Ωστόσο μια ληστρική σύνοδος, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να

θεωρείται τουλάχιστον από τους Ορθοδόξους και πολύ περισσότερο από

ακαδημαϊκούς διδασκάλους, ως αφετηρία και ως συνέχεια του «διακεκομμένου

νήματος» για την «Ένωση των Εκκλησιών». Η σύνοδος αυτή με βάση τα όσα

φρικτά και ολέθρια και καταλυτικά του συνοδικού συστήματος αναφέραμε

προηγουμένως, όχι μόνον ως αφετηρία δεν πρέπει να θεωρηθεί, αλλά μόνον ως

παράδειγμα προς αποφυγή όλων των μεταγενεστέρων γενεών. Ως μάθημα και

δίδαγμα για όλους τους σημερινούς κληρικούς, όλων των βαθμίδων και λαϊκούς,

ώστε να μην επαναληφθούν στην εποχή μας τα τραγικά λάθη του παρελθόντος.

Κλείνουμε την ανακοίνωσή τονίζοντας και μάλιστα με έμφαση, ότι η μοναδική

αφετηρία για την επανένωση Ανατολής και Δύσεως δεν μπορεί να είναι άλλη

από τους άγιους Πατέρες της Εκκλησίας μας. Αυτοί και μόνον αυτοί, οφείλουν

να γίνουν οι οδηγοί μας στο δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε εμείς σήμερα

στο ζήτημα αυτό. Αυτοί μας δίδαξαν με το παράδειγμά τους ότι επανένωση με

τους αιρετικούς παπικούς δεν μπορεί να νοηθεί, ούτε μπορεί να γίνει με άλλο

τρόπο, παρά μόνο με την μετάνοια και την επάνοδο αυτών στην Ορθόδοξη

Εκκλησία. Επομένως το «διακεκομμένο νήμα» δεν θα πρέπει να το πιάσουμε από

την ληστρική Σύνοδο της Φερράρας –Φλωρεντίας όπως εσφαλμένα ισχυρίζεται ο

κ. Μόσχος, αλλά από τους άγιους Πατέρες!!! Είναι λυπηρό το ότι ο εν λόγω

ακαδημαϊκός διδάσκαλος και δη καθηγητής της Εκκλησιαστικής Ιστορίας, δεν

φαίνεται να έχει κατανοήσει αυτή την μεγάλη αλήθεια. Και το ακόμη

λυπηρότερο: Το ότι επιζητεί να χαράξει μια άλλη πορεία ενώσεως με την αίρεση

και όχι αυτή των αγίων Πατέρων.


Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2020

Απογευματινό πρόγραμμα του ναού μας

Το απογευματινό πρόγραμμα του ναού μας διαμορφώνεται ως εξής:

1. Κάθε Δευτέρα μετά τον εσπερινό στις 5.30μμ θα γίνεται σύναξη με θέματα από τη ζωή κ τα ασκητικά κατορθώματα Αγίων κ γερόντων του Αγίου Όρους.
2.Κάθε Τρίτη απόγευμα μετά τον εσπερινό στις 5.30 θα γίνεται παράκληση του Αγίου Νεκταρίου στο ομώνυμο παρεκκλήσι του ναού μας. 
3. Κάθε Τετάρτη μετά τον εσπερινό θα γίνεται η παράκληση του Τιμίου Σταυρού.
4.Κάθε Πέμπτη μετά τον εσπερινό θα γίνεται σύναξη της Αγίας Γραφής. 

Πατήρ Παύλος Δημητρακόπουλος Αρχιμανδρίτης

Παρακαλούμε για την παρουσία σας.

Κυριακή 25 Οκτωβρίου 2020

 

Πατηρ Παύλος

ΣυνημμέναΠέμ, 22 Οκτ, 4:18 μ.μ. (πριν από 3 ημέρες)
προς george.wilerΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣΙερεύςΣΥΝΑΞΙΣΠεριοδικόEfenpresstriklopodiaAndreasdaskalosMonkSerafimpreotvtsigkoskonstantinosauthorimkmhtropolhΜητρόποληπ.Νικόδημοςp.VasiliosinfomixhoulΙΕΡΑcontactpanhouaverophΣάλπισμαinfonewsimkythironaugmyrouLabrosNickthriskeftikainfoPANCYPRIANdespotatoneapetropoulosinfoimag.gorgΑΝΔΡΕΑΣganagnoiakritisΤΡΕΛΟ-contactPetergram.imkawΠαναγιώτηςakhs1914gmanolisΤάσοςεγώΚαθεδρικόςtselengmitropoliimkachrisgefsiI.M.PΜΗΤΡΟΠΟΛΗΕΣΤΙΑinfoinfoinfoΕπιτροπήimaaorthotypLeonidasΑΚΤΙΝΑtasthyrasAmethystLawgap10

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 

Εν Πειραιεί τη 22α Οκτωβρίου 2020

 

ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΘΕΡΜΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑ ΚΑΤΩ ΑΡΧΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΩΝ

 



ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ


ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Εν Πειραιεί τη 19η Οκτωβρίου 2020.

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΩΣ ΖΗΤΟΥΜΕΝΟ ΣΤΟΥΣ ΔΙΑΘΡΗΣΚΕΙΑΚΟΥΣ

ΔΙΑΛΟΓΟΥΣ ΚΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΩΣ «ΜΟΝΟΘΕΪΣΤΙΚΗ


ΘΡΗΣΚΕΙΑ».


Όπως και παλαιότερα έχουμε επισημάνει, (είναι όμως ανάγκη να επανέλθουμε

και πάλι λόγω της σοβαρότητας του θέματος), ο παγκόσμιος Οικουμενισμός με

την τριπλή του διάσταση, οικονομική, πολιτική και θρησκευτική, αποτελεί

σήμερα μια από τις μεγαλύτερες απειλές κατά της ανθρωπότητας. Πρόκειται για

ένα παγκόσμιο κίνημα του Διεθνούς Σιωνισμού που έχει σαν μοναδικό σκοπό

την δημιουργία μιας νέας τάξεως πραγμάτων, δηλαδή την πολιτική, οικονομική,

και θρησκευτική ενοποίηση της ανθρωπότητας. Η όλη διαδικασία αυτής της

σταδιακής μεταβολής, (η οποία λέγεται και παγκοσμιοποίηση), είναι απαραίτητο

να προηγηθεί, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς των σκοτεινών κέντρων,

προκειμένου να προετοιμαστεί το έδαφος για την έλευση του Αντιχρίστου, του

παγκόσμιου δικτάτορα, ο οποίος θα κυβερνήσει τον πλανήτη για 7 χρόνια

σύμφωνα με τις Γραφές και τον οποίο, με πολλή λαχτάρα, περιμένουν οι

Εβραίοι. Το τρίτο σκέλος αυτής της διαδικασίας, δηλαδή η θρησκευτική

ενοποίηση, είναι ο γνωστός σε όλους μας Διαχριστιανικός και Διαθρησκειακός

Οικουμενισμός, μια φοβερή αίρεση, η οποία κυριάρχησε σ’ ολόκληρο τον 20ο

αιώνα και συνεχίζει να κυριαρχεί μέχρι σήμερα, η οποία, σύμφωνα με τους

σχεδιασμούς των σκοτεινών κέντρων, πρόκειται να οδηγήσει στην δημιουργία

μιας παγκόσμιας θρησκείας, της εφιαλτικής Πανθρησκείας.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία μπροστά σ’ αυτή την παγκοσμίων διαστάσεων

πνευματική λαίλαπα δεν έμεινε δυστυχώς αμέτοχη και ανεπηρέαστη. Οι

περισσότερες κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες, με πρωτοπόρο το

Οικουμενικό Πατριαρχείο, έπεσαν στην παγίδα να συμμετάσχουν ως μέλη στα

διεθνή Διαχριστιανικά, (όπως το Π.Σ.Ε.) και Διαθρησκειακά forum και στις

Διαθρησκειακές Συναντήσεις και Διαλόγους, με τον ισχυρισμό ότι στις διεθνείς

αυτές διοργανώσεις θα έχουν την ευκαιρία να δώσουν, σε ετεροδόξους και

αλλοθρήσκους, την Ορθόδοξη χριστιανική μαρτυρία. Ωστόσο η τραγική

πραγματικότητα απέδειξε το ακριβώς αντίθετο. Όχι μόνο χριστιανική Ορθόδοξη

μαρτυρία δεν δώσαμε, αλλά πολλοί εκ των Ορθοδόξων εκπροσώπων έφθασαν

στο σημείο να διατυπώσουν βλάσφημες δηλώσεις και διακηρύξεις, όπως ότι οι

θρησκείες του κόσμου αποτελούν «διαφορετικούς τρόπους λατρείας και

αναγωγής στον ένα Θεό». Είναι πάμπολλες οι σχετικές αντορθόδοξες και

βλάσφημες δηλώσεις κληρικών όλων των βαθμίδων και λαϊκών ακαδημαϊκών

διδασκάλων, τις οποίες έχουμε δημοσιεύσει σε παλαιότερες εργασίες μας, ώστε

δεν είναι του παρόντος να τις επαναλάβουμε.


2


Εκτός από το επιχείρημα της, (δήθεν), Ορθοδόξου μαρτυρίας,

επιστρατεύτηκαν και άλλα επιχειρήματα. Η προσέγγιση της Ορθοδοξίας με τους

ετεροδόξους και αλλοθρήσκους θεωρήθηκε ως μία «αναγκαιότητα»,

προκειμένου να συστρατευθούν από κοινού σε μια κοινή μαρτυρία για το καλό

του κόσμου. Για να αντιμετωπίσουν τα μεγάλα και ποικίλα κοινωνικά

προβλήματα που μαστίζουν την ανθρωπότητα. Για να προωθήσουν την

παγκόσμια ειρήνη, την ειρηνική συνύπαρξη και συνεργασία  των θρησκειών

στις σύγχρονες πολυθρησκευτικές κοινωνίες, την δικαιοσύνη, την ελευθερία και

την αδελφοσύνη μεταξύ των λαών. Ενδεικτικά εδώ μνημονεύουμε την διάσκεψη

του «Α΄ Κοινοβουλίου των Θρησκειών του Κόσμου», που πραγματοποιήθηκε

το 1893 στο Σικάγο των ΗΠΑ, στο οποίο διακηρύχθηκε ότι «σκοπός του είναι

να φέρει πιο κοντά τους θρησκευόμενους του πλανήτη  προκειμένου να

διαδοθούν οι αξίες της ειρήνης, της διαφορετικότητας και της κοινής

προόδου στο πλαίσιο της συνεργασίας και της αλληλοκατανόησης μεταξύ των

διαφόρων θρησκειών» (Ιστ. https://solon.org.gr/2009/11/17/diathriskevtiki-

syndiaskepsi-tou-koinovouliou-ton-thriskeion-tou-kosmou/).

Η επί σειρά δεκαετιών συμμετοχή των Ορθοδόξων στους Διαχριστιανικούς

και Διαθρησκειακούς Διαλόγους και παρά τις θλιβερές διαπιστώσεις ότι όχι

μόνον Ορθόδοξη μαρτυρία δεν υπήρξε, αλλά το αντίθετο, οδήγησε

νομοτελειακά στην πλήρη συνοδική νομιμοποίησή των στη «Σύνοδο» της

Κρήτης, (2016). Και το ακόμη τραγικότερο: Στην εν λόγω «Σύνοδο» οι μεν

ετερόδοξοι αναγνωρίστηκαν ως «ετερόδοξες Εκκλησίες», οι δε Διαθρησκειακοί

Διάλογοι κατοχυρώθηκαν συνοδικά στο συνοδικό κείμενο με τίτλο: «Η

αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εν τω συγχρόνω κόσμω».

Προς το παρόν τουλάχιστον δεν φαίνεται στον ορίζοντα κανένα σημάδι

επιστροφής, μετανοίας και επανόδου στην Ορθόδοξη αυτοσυνειδησία μας με

ταυτόχρονη καταδίκη της φοβερής αυτής αιρέσεως. Αντίθετα μάλιστα. Ο

Οικουμενισμός έχει διαβρώσει την πλειονότητα του κλήρου όλων των βαθμίδων

και τείνει να παγιωθεί ως ένα αρρωστημένο εκκλησιαστικό καθεστώς σε όλες τις

εκφάνσεις της εκκλησιαστικής μας ζωής. Τρανταχτό παράδειγμα το γεγονός ότι

σε επίσημα περιοδικά της Εκκλησίας της Ελλάδος, όπως το περιοδικό

«Θεολογία», φιλοξενούνται άρθρα υψηλόβαθμων κληρικών με οικουμενιστικό

περιεχόμενο. Ένα τέτοιο άρθρο έπεσε στην αντίληψή μας στο ως άνω περιοδικό,

με συγγραφέα τον Σεβ. Μητροπολίτη Περγάμου κ. Ιωάννη, Ζηζιούλα, και με

τίτλο: «Αλήθεια, ανεκτικότητα και μονοθεϊσμός. Είναι δυνατός ένας

Διαθρησκειακός Διάλογος;». Ο Σεβασμιώτατος κ. Ιωάννης είναι γνωστός

παγκοσμίως, διότι διετέλεσε καθηγητής στα Πανεπιστήμια Εδιμβούργου,

Γλασκώβης, Λονδίνου και Θεσσαλονίκης και επί σειρά ετών συμπρόεδρος της

Μικτής Θεολογικής Επιτροπής στον Θεολογικό Διάλογο με τους

Ρωμαιοκαθολικούς. Υπήρξε ο «θεολογικός στυλοβάτης» της «Συνόδου» της

Κρήτης (2016), δεδομένου ότι διαδραμάτισε πρωταρχικό ρόλο και επέβαλε τις

απόψεις του στη «Σύνοδο» αυτή, η οποία όμως, όπως απέδειξαν τα πράγματα,


3


κάθε άλλο παρά Ορθόδοξη Σύνοδος ήταν, εφ’ όσον δεν κατεδίκασε τις

υφιστάμενες εν χρόνω και χώρω αιρέσεις. Υπήρξε ακόμη ο κύριος εμπνευστής

της κακόδοξης θεωρίας περί της Εκκλησίας ως «Εικόνος της Αγίας Τριάδος».

Έχει γράψει και δημοσιεύσει πάμπολλα άρθρα και μελέτες, στα οποία

παρουσιάζεται ως θερμός θιασώτης του Οικουμενισμού.

Μελετήσαμε με προσοχή το εν λόγω άρθρο και διαπιστώσαμε αβίαστα την

ενθουσιώδη και σταθερή προσήλωση του αρθρογράφου στο διαθρησκειακό

όραμα, στη «ανάγκη» των Διαθρησκειακών Διαλόγων. Στο συγκεκριμένο άρθρο

του, σχολιάζοντας κάποιον Σύρο Ποιητή Adonis, ο οποίος χαρακτηρίζει την

«θρησκευτική ανεκτικότητα» ως «αλαζονική», αναφέρεται στη «δυνατότητα»

των Διαθρησκειακών Διαλόγων μεταξύ των «μονοθεϊστικών θρησκειών»,

(Ιουδαϊσμός, Χριστιανισμός και Ισλάμ), προβάλλοντας την «αλήθεια» και την

«ανεκτικότητα» ως «γέφυρες» συνεννόησης και καταλλαγής μεταξύ τους.

Γράφει: «Οι τρείς γνωστές μονοθεϊστικές θρησκείες, (Ιουδαϊσμός,

Χριστιανισμός, Ισλάμ), βρίσκονται σήμερα στις αρχές ενός διαλόγου, στον

οποίον πρωτοστατεί και το Οικουμενικό Πατριαρχείο. ….Πρέπει να

προχωρήσουμε πιο πέρα. Να θέσουμε τα θρησκευτικά ‘πιστεύω’ μας μπροστά

στα υπαρξιακά προβλήματα τού άνθρωπου και να αξιώσουμε απαντήσεις.

Καμία θρησκευτική πίστη δεν δικαιώνει την ύπαρξή της μόνο και μόνο με τον

ισχυρισμό της, ότι αυτή κατέχει την αλήθεια. Πρέπει να δείξει ότι υπάρχει όχι

για να σκλαβώνει, αλλά για να ελευθερώνει τον άνθρωπο, να απαντά στα

βαθύτερα υπαρξιακά προβλήματά του… Στη χριστιανική παράδοση ή έννοια

τού μονοθεϊσμού καθορίστηκε σημαντικά από την πίστη στον Τριαδικό Θεό».

Είναι φανερό, ότι ο αρθρογράφος εντάσσει τον Χριστιανισμό, δηλαδή την

Εκκλησία του Χριστού, στην κατηγορία των «μονοθεϊστικών θρησκειών»,

όπως τις προσδιορίζει η επιστήμη της θρησκειολογίας, παρ’ όλο που τόσο το

Ισλάμ, όσο και ο Ιουδαϊσμός θεωρούν, ότι ο Χριστιανισμός δεν είναι γνήσιος

μονοθεϊσμός, διότι πιστεύει σε «τρείς Θεούς», τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο

Πνεύμα. Όμως σε ποια διδασκαλία της Αγίας Γραφής, ή σε ποια συγγράμματα

των αγίων και θεοφόρων Πατέρων στηρίζει την κακόδοξη αντίληψη, ότι η

Ορθόδοξη Εκκλησία είναι θρησκεία και ανήκει στην κατηγορία των

«μονοθεϊστικών θρησκειών»; Ο Χριστός δεν ήρθε στον κόσμο για να ιδρύσει

μια θρησκεία, όπως όλες οι άλλες, αλλά για να σώσει τον άνθρωπο από την

φθορά και τον θάνατο και να ιδρύσει την Εκκλησία Του, η οποία δεν είναι ένα

ανθρώπινο κατασκεύασμα, αλλά Θεανθρώπινος Οργανισμός, είναι «καινή

κτίσις» (Β΄ Κορ.5,17).

Πέραν αυτών η Ορθόδοξη Εκκλησία, (σε αντίθεση με το Ισλάμ και τον

Ιουδαϊσμό), από της ιδρύσεώς της μέχρι σήμερα, εδώ και 20 αιώνες, έχει

δικαιώσει πλήρως της ύπαρξή της με την καινή εν Χριστώ ζωή και δράση των

πιστών τέκνων της και με το κήρυγμα και την ιεραποστολή της, δίνουσα μόνη

αυτή, λύσεις και απαντήσεις στα υπαρξιακά προβλήματα του ανθρώπου και

τεχνοργούσα ΑΓΙΟΥΣ. Δεν ισχυρίζεται απλώς, αλλά αποδεικνύει, με την αγία

ζωή των μελών της, έργω και λόγω, ότι μόνη αυτή κατέχει την Αλήθεια, ή


4


μάλλον κατέχεται από την αλήθεια, που δεν είναι μια ιδεολογία, όπως στις άλλες

θρησκείες, αλλά πρόσωπο, ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός. Αποδεικνύει ακόμη

«ότι υπάρχει όχι για να σκλαβώνει, αλλά για να ελευθερώνει τον άνθρωπο»,

σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου μας: «γνώσεσθε την αλήθεια και η αλήθεια

ελευθερώσει υμάς» (Ιω.8,32).

Σε άλλο σημείο γράφει: «Τό πρόβλημα συνεπώς είναι πώς αντιλαμβάνεται

μία θρησκεία, ή μία ομάδα, (δεν είναι μόνο οι θρησκείες πού ισχυρίζονται πώς

έχουν πρόσβαση αποκλειστική στην αλήθεια), την αλήθεια και τη σχέση της

μαζί της. Τί είναι αλήθεια; Το ερώτημα αυτό πού έθεσε ο Πιλάτος κατά τη

δίκη του Ιησού έμεινε τη στιγμή εκείνη αναπάντητο. Μπόρεσαν έτσι να

δώσουν όποια απάντηση ήθελαν οι γενεές πού ακολούθησαν. Οι τρεις

μονοθεϊστικές θρησκείες κατά κανόνα είτε ταύτισαν την αλήθεια με μια

αποκάλυψη πού περιέχεται σε κάποιο ιερό κείμενο, (Αγία Γραφή, Κοράνιο),

είτε την εντόπισαν σε ορισμένα δόγματα - συνήθως ως ερμηνείες των ιερών

αυτών κειμένων».

Εδώ μας εκπλήσσει το γεγονός, ότι ο Σεβασμιώτατος παρουσιάζεται ως ένας

ουδέτερος παρατηρητής και ερευνητής του θρησκευτικού φαινομένου των

μονοθεϊστικών θρησκειών, ωσάν να ήταν κάποιος «αμερόληπτος

θρησκειολόγος» και τηρώντας ίσες αποστάσεις και από τις τρείς μονοθεϊστικές

θρησκείες, θέτει τον προβληματισμό, περί του τί είναι η αλήθεια. Τοποθετεί την

Αγία Γραφή στο ίδιο επίπεδο με το γνωστικό Κοράνιο, συμπίλημα γνωστικών

αποκρύφων «Ευαγγελίων» και τις δαιμονικές «αποκαλύψεις» του Μωάμεθ και

αποδέχεται, εμμέσως πλην σαφώς, ότι και οι τρεις μονοθεϊστικές θρησκείες

λατρεύουν τον ίδιο Θεό, ο Οποίος αποκαλύφθηκε στην Παλαιά Διαθήκη, την

Καινή Διαθήκη και το Κοράνιο. Και το χειρότερο: αναγνωρίζει ότι υπάρχουν

«αλήθειες» και στις δύο άλλες μονοθεϊστικές θρησκείες, παραβλέποντας το

γεγονός, ότι ο Ιουδαϊσμός σήμερα θεωρεί ως ιερά κείμενα κατά κύριο λόγο το

σατανικό Ταλμούδ, που καθυβρίζει τον εναθρωπίσαντα Θεόν Λόγον και την

Καμπαλά! Και είναι μεν αληθές ότι για το Ισλάμ, όπως και για τον Ιουδαϊσμό η

αλήθεια ταυτίζεται με τα ιερά τους κείμενα, όχι όμως και για την Εκκλησία του

Χριστού, στην οποία η αλήθεια είναι πρόσωπο και ταυτίζεται με τον Κύριό μας

Ιησού Χριστό. Ο αρθρογράφος παραλείπει να κάνει αυτή την ουσιώδη διάκριση,

ομιλώντας περισσότερο ως κάποιος θρησκειολόγος, παρά ως ποιμένας και δη

Επίσκοπος

Στη συνέχεια φτάνει στο σημείο να αναζητά την αλήθεια στον Διαθρησκειακό

Διάλογο! Γράφει: «Μένει να δούμε, αν με τις υπάρχουσες μορφές μονοθεϊσμού

μπορεί να διεξαχθεί ένας Διαθρησκειακός Διάλογος, πού θα μας οδηγήσει

πέρα από την ανεκτικότητα, σε μία ειλικρινή από κοινού αναζήτηση της

αλήθειας»! Η Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού, Σεβασμιώτατε, δεν αναζητεί

την αλήθεια, (και μάλιστα από κοινού με αλλοθρήσκους), ούτε σε

Διαθρησκειακούς Διαλόγους, ούτε πουθενά αλλού, αλλά την κατέχει. Την

κατέχει, διότι κατέχεται από Αυτήν και την προσφέρει από αγάπη σε κάθε έναν

που ειλικρινά την αναζητεί. Δεν διαβάσατε άραγε ποτέ τον θεόπνευστο λόγο της


5


Γραφής ότι η «χάρις και η αλήθεια δια Ιησού Χριστού εγένετο» (Ιωάν.1,17) και

ότι η αλήθεια αυτή υπάρχει αποκλειστικά στην Εκκλησία Του; Στο σημείο αυτό

να υπογραμμίσουμε και μάλιστα με έμφαση, την κακόδοξη αντίληψη, που έχει

επικρατήσει στους κόλπους του Οικουμενισμού, ότι δήθεν μέσω των

Διαθρησκειακών Διαλόγων καλούνται οι Ορθόδοξοι «σε μία ειλικρινή από

κοινού αναζήτηση της αληθείας» με τους Ιουδαίους και Μουσουλμάνους. Η

αντίληψη αυτή αποτελεί μια θεμελιώδη «θεολογική» θέση μέσα στους

οικουμενιστικούς κύκλους, έχει δε τις ρίζες της στο βασικό και κυρίαρχο δόγμα

της Νέας Εποχής, ότι η αλήθεια στο σύνολό της δεν υπάρχει σε καμιά θρησκεία,

αλλά η κάθε μία έχει μέρος μόνον της αληθείας. Για να βρούμε ολόκληρη την

αλήθεια, θα πρέπει όλες οι θρησκείες να συνενωθούν μεταξύ τους, να

εμπλουτίσουν τις άλλες και να εμπλουτιστούν από τις άλλες!

Τελειώνει το άρθρο του, εκφράζοντας την πεποίθηση: «πιστεύω όμως ότι

αργά ή γρήγορα θα υποχρεωθούν να το πράξουν, [θα οδηγηθούν σε μία

ειλικρινή από κοινού αναζήτηση της αλήθειας μέσω των Διαλόγων]. Τα

φλέγοντα υπαρξιακά προβλήματα, κοινά σε όλους τούς ανθρώπους

ανεξάρτητα από τα θρησκευτικά πιστεύματά τους, ογκώνονται και γίνονται

πιο πιεστικά. …Κάτω από την πίεση αυτών των προβλημάτων οι θρησκείες

θα υποχρεωθούν να ανοίξουν τον κλειστό εαυτό τους, να συνδέσουν το

παρελθόν τους με το μέλλον, όχι μόνο το δικό τους, αλλά και των άλλων. Στη

βάση αυτή ο βαθύς, ειλικρινής Διαθρησκειακός Διάλογος δεν θα είναι απλώς

δυνατός, θα έχει γίνει κιόλας πραγματικότητα»! Μ’ άλλα λόγια τα κοινά και

πανανθρώπινα προβλήματα που πιέζουν συνεχώς, αυτά είναι εκείνα, που θα

οδηγήσουν σε μία ειλικρινή από κοινού αναζήτηση της αλήθειας μέσω των

Διαλόγων. Άλλη μια οικουμενιστική «θεολογική» θέση, θεμελιώδης μέσα στους

οικουμενιστικούς κύκλους! Θέλει να αγνοεί φαίνεται ο Σεβασμιώτατος, ότι

κοινά πανανθρώπινα προβλήματα ενδοκοσμικού χαρακτήρα, παντού και

πάντοτε υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Όμως κανένας από τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας μας, ούτε διατύπωσε,

ούτε έκανε ποτέ διάλογο, με αφετηρία τέτοιου είδους κακόδοξες «θεολογικές»

θέσεις.

Κλείνουμε την ανακοίνωσή μας με λύπη και απογοήτευση, διότι βλέπουμε

έναν λόγιο Επίσκοπο να παρουσιάζεται θερμός θιασώτης της παναιρέσεως του

Οικουμενισμού. Βλέπουμε με ανησυχία, αυτό που δε θέλει να δει ο

Σεβασμιώτατος, την σταδιακή δηλαδή υλοποίηση του σχεδίου του

πανθρησκειακού οράματος. Αδυνατεί να διακρίνει το γεγονός, ότι την

πραγματική και μόνιμη παγκόσμια ειρήνη δε θα τη φέρει η διαθρησκευτική

ανεκτικότητα και συνεργασία, αλλά ο Άρχων της Ειρήνης, ο Κύριός μας Ιησούς

Χριστός και η επιστροφή όλων στην Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού.

Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών