Ιερός Ναός ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ Καστέλλας Πειραιώςαυτού του ιστολογίου

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2020

Ιερά Πανήγυρις !

Η Ιερά πανήγυρις του ναού μας στις 13 κ 14 Σεπτεμβριου θα πραγματοποιηθεί ,σύμφωνα με το πρόγραμμα που αναγράφεται στη συνημμένη αφίσσα. 
Σας περιμένουμε!

Τετάρτη 5 Αυγούστου 2020

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣΑρχ. Παύλος Δημητρακόπουλος.Πρ. Ιερού Ναού Τιμίου Σταυρού Πειραιώς. Εν Πειραιεί τη 5η Αυγούστου 2020. ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΘΕΡΜΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑ ΚΑΤΩ ΑΡΧΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΩΝ

Πτυχές του θαύματος της Μεταμορφώσεως.

Εν Πειραιεί τη 5 η Αυγούστου 2020.
Αρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου.
Πρ. Ιερού Ναού Τιμίου Σταυρού Πειραιώς.
Για μια ακόμη φορά, αγαπητοί μου αδελφοί, η αγία μας Εκκλησία εορτάζει
και πανηγυρίζει την μεγάλη Δεσποτική Εορτή της θείας του Κυρίου μας
Μεταμορφώσεως και καλεί όλους εμάς, τα πιστά τέκνα της, σε μέθεξη και
βίωση του μυστηρίου του υπερφυούς αυτού θαύματος. Με τα εμπνευσμένα
και θεοφώτιστα τροπάρια, τους ύμνους και τα αναγνώσματα, με την
συμμετοχή μας στην ευχαριστιακή σύναξη και με την όλη εορταστική
ατμόσφαιρα των ημερών αυτών, επιθυμεί να μας χειραγωγήσει και να μας
καταστήσει κοινωνούς της θείας δόξης του μεταμορφωθέντος Κυρίου.
Μέσα στο θαυμαστό αυτό γεγονός βλέπουμε και πάλι την αμαυρωθείσα,
λόγω της πτώσεως των πρωτοπλάστων, φύσιν του Αδάμ να λάμπει στο
«αρχέτυπον κάλλος» της και στη θεία δόξα της στο πρόσωπο του
μεταμορφωθέντος Χριστού. Μέσα στη Μεταμόρφωση του Χριστού βλέπει ο
κάθε πιστός, όχι μόνον την θέωση της ανθρωπίνης φύσεως, αλλά και την
δυνατότητα της ιδικής του προσωπικής θεώσεως.
Τα βιβλικά κείμενα που αναφέρονται στο γεγονός και στην υπόθεση της
εορτής, αποτελούν την ιστορική αφετηρία, από την οποία ξεκινώντας οι
θεοφόροι Πατέρες, προχωρούν στην θεολογική-αγιοπνευματική θεώρηση και
ερμηνεία του. Επεκτείνονται εις βάθος και αποκαλύπτουν το βαθύτερο νόημα
του θαύματος της Μεταμορφώσεως και τις σωτηριολογικές προεκτάσεις του.
Έχοντας οι ίδιοι την εμπειρία της θεώσεως, την εμπειρία της θεοπτίας, όπως
την έζησαν οι μαθητές πάνω στο όρος Θαβώρ, δεν θεολογούν στοχαστικά-
αριστοτελικά, αλλά αυθεντικά αγιοπνευματικά. Και όπως οι μαθητές όταν
βγήκαν στο κήρυγμα, κατέθεσαν την μαρτυρία τους γι’ αυτά που είδαν και
ψηλάφισαν, έτσι και οι άγιοι Πατέρες μέσα στους λόγους τους, καταθέτουν
την ιδική τους εμπειρία της θεώσεως και θεοπτίας, τις μυστικές πνευματικές
αναβάσεις τους.
Στη συνέχεια όλος αυτός ο πλούτος της πατερικής θεολογίας διοχετεύεται
αναλλοίωτος μέσα στην Ορθόδοξη λατρεία και ειδικότερα στην υμνογραφία
της εορτής και μετασχηματίζεται σε ποίημα, σε βυζαντινό μέλος. Γίνεται
τραγούδι καθημερινό του εκκλησιαστικού πληρώματος, που μας μυσταγωγεί
και μας χειραγωγεί προς τα άνω. Μας βοηθάει να προσεγγίσουμε την
πεμπτουσία του μυστηρίου, όχι ως απλοί θεατές, αλλ’ ως συγκοινωνοί και
συμμέτοχοί του. Οι δύο θεοφόροι υμνογράφοι της εορτής, άγιος Ιωάννης ο
Δαμασκηνός και άγιος Κοσμάς, που έγραψαν την ασματική ακολουθία της
εορτής, μ’ ένα σύνολο λέξεων αντί για χρώματα, κατορθώνουν να μας
παρουσιάσουν την εικόνα του γεγονότος μ’ ένα μοναδικό ρεαλισμό και

2
παραστατικότητα. Συνδυάζουν αρμονικά την ιστορία με την θεολογία, το
δόγμα και την πίστη της Εκκλησίας με τις πρακτικές της συνέπειες στο
επίπεδο της καθημερινής ζωής. Το κάθε τροπάριο μας αποκαλύπτει και μια
πτυχή του μυστηρίου, ο κάθε ύμνος ερμηνεύει και μια πλευρά του θαύματος.
Το κεντρικό πρόσωπο που κυριαρχεί στο όλο θαύμα είναι ασφαλώς το
πρόσωπο του Χριστού και το κεντρικό γεγονός, αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός
της Μεταμορφώσεως.. Τόσο το απολυτίκιο και το κοντάκιο, όσον επίσης και
μια πλειάδα τροπαρίων του κανόνος αναφέρονται πάνω σ’ αυτό, αφού αυτό
αποτελεί την καρδιά του μυστηρίου, το κέντρο γύρω από το οποίο
περιστρέφονται τα πάντα.
Πως όμως ερμηνεύουν οι θεοφόροι υμνογράφοι και οι άγιοι Πατέρες το
γεγονός; Τι συνέβη στο Χριστό κατά την ώρα της Μεταμορφώσεως; Ο
Χριστός, λέγουν, αποκάλυψε το «αρχέτυπο κάλλος» του, την «πατρώα
δόξα». Αποκάλυψε μ’ άλλα λόγια την δόξα της Θεότητός του. Έδωσε «σήμα
θεοπρεπές», δηλαδή θεϊκό σημάδι της Θεότητός του. Άφησε να φανεί η
«δυναστεία» του, η θεϊκή του δύναμη, καταυγάζοντας τους μαθητές με το
άκτιστο φως, το οποίο έλαμψε «υπέρ τον ήλιον», όχι μόνον από το πρόσωπό
του, αλλά και από όλο το σώμα Του. Η αποκάλυψη αυτή δεν ήταν ολόκληρη,
όπως υπογραμμίζει ένα τροπάριο, (το τρίτο τροπάριο της Λιτής), αλλά έγινε
με μέτρο και σε πολύ περιορισμένο βαθμό, ανάλογα με την δεκτικότητα και
χωρητικότητα των μαθητών. Οι μαθητές είδαν την δόξα της Θεότητος «ως
ηδύναντο», σύμφωνα με το απολυτίκιο και «ως εχώρουν» σύμφωνα με το
κοντάκιο. Και τούτο διότι αποκάλυψις μεγαλύτερης δόξας θα εσήμαινε
απώλεια της ζωής των μαθητών, σύμφωνα με άλλο τροπάριο της λιτής.
Εκείνος ο οποίος μετά την ανάστασή του «διήνοιξεν αυτών τον νούν του
συνιέναι τα γραφάς», διανοίγει και τώρα τους ψυχικούς και σωματικούς των
οφθαλμούς και τους καθιστά ικανούς να βλέπουν. Ενώ δε κατά την ώρα αυτή
φανερώνεται ένα μικρό μέρος από τη δόξα της Θεότητος του Χριστού, την
ίδια ώρα το ανθρώπινο σώμα του, αν και ακτινοβολεί ολόκληρο οπό το άϋλο
Θείο Φως, παραμένει γνήσια ανθρώπινο. Η σάρκα του μεταμορφώνεται,
εκλαμπρύνεται, αλλά δεν αναιρείται, δεν χάνεται μέσα στο πυρ της Θεότητος.
Μεταμορφωμένος στο Θαβώρ ο Χριστός παραμένει τόσο τέλεια άνθρωπος,
όσο ήταν στην κάθε άλλη στιγμή της ζωής του. Μόνο για λίγο παραμερίζεται
«της σαρκός το πρόσλημμα», η ανθρώπινη φύση, για να φανεί η δόξα της
Θεότητος, που ήταν κεκρυμμένη κάτω από αυτήν, χωρίς πάντως να
εξαλείφεται, ή να χάνεται μέσα στο Θείο Φως. Επομένως η δόξα του Θείου
Φωτός δεν ήταν κάτι επίκτητο, κάτι που δόθηκε στην ανθρώπινη φύση
έξωθεν, αλλά υπήρχε πάντοτε μέσα σ’ αυτήν από την πρώτη στιγμή της
συλλήψεως. Αυτή την αλήθεια ομολογούν όλοι οι άγιοι Πατέρες και μάλιστα
ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο οποίος σε λόγο του στη Μεταμόρφωση
σημειώνει: «Μεταμορφούται τοίνυν ουχ ό ουκ ήν προσλαβόμενος, αλλ’ όπερ
ήν τοις οικείοις μαθηταίς εκφαινόμενος, διανοίγων τούτων τα όμματα».

3
Αποκαλύπτουν ακόμη οι παρά πάνω μνημονευθέντες υμνογράφοι, (αλλά
και γενικότερα οι Πατέρες), σε μιά σειρά τροπαρίων, την στενή συνάφεια και
σχέση μεταξύ της σταυρικής θυσίας και της Μεταμορφώσεως, που
προηγήθηκε ολίγον προ του πάθους. Ήδη το κοντάκιο της εορτής συνδέει απ’
ευθείας την Μεταμόρφωση με τον Σταυρό, το Θαβώρ με τον Γολγοθά: «ίνα
όταν σε ίδωσι σταυρούμενον το μεν πάθος νοήσωσιν εκούσιον…». Κατά τον
ιερό υμνογράφο ένας από τους σκοπούς της Μεταμορφώσεως είναι να
προετοιμάσει τους μαθητάς εν όψει του σταυρικού πάθους, έτσι ώστε όταν
αργότερα θα δουν τον Χριστό καρφωμένο πάνω στο σταυρό σε κατάσταση
εσχάτης αδυναμίας και εγκαταλείψεως, να εννοήσουν ότι το πάθος είναι
εκούσιο και έτσι να μην κλονιστεί η πίστη τους ανεπανόρθωτα. Να θυμηθούν
ότι ο επί του σταυρού αποθνήσκων Κύριος είναι ο «αγαπητός Υιός» του
Πατρός, που τον είδαν να δοξάζεται στο Θαβώρ.
Στο δεύτερο στιχηρό του εσπερινού ο ιερός υμνογράφος αναφέρει ότι ο
Ιησούς παραλαμβάνει τους μαθητάς στο Όρος Θαβώρ και μεταμορφώθηκε
μπροστά τους «δείξαι βουλόμενος της αναστάσεως την λαμπρότητα»,
θέλοντας να τους δείξει την λαμπρότητα της αναστάσεως. Μ’ άλλα λόγια το
άκτιστο Φως της Μεταμορφώσεως είναι ένα και το αυτό με το Φως της
Αναστάσεως. Οι μαθητές κατά την Μεταμόρφωση έχουν μια πρόγευση του
Φωτός και της χαράς της αναστάσεως. Το αναστάσιμο τροπάριο: «νυν πάντα
πεπλήρωται φωτός…», ισχύει και για τη Μεταμόρφωση, μόνο που εδώ το
Φως αυτό δεν είχε ακόμη καταυγάσει τα καταχθόνια, αφού ο Χριστός δεν είχε
ακόμη κατέβει στον άδη.
Σύμφωνα με τη διήγηση του Λουκά, κατά την ώρα της μεταμορφώσεως
εμφανίστηκαν οι δύο μεγάλοι άνδρες της Παλαιάς Διαθήκης, Μωϋσής και
Ηλίας: «οί οφθέντες εν δόξῃ έλεγον τὴν έξοδον αυτού ήν έμελλε πληρούν εν
Ιερουσαλήμ», (9,31). Δηλαδή το αντικείμενο της συζητήσεως μεταξύ των δύο
προφητών και του Κυρίου ήταν ακριβώς το πάθος και ο επικείμενος
σταυρικός του θάνατος, που θα λάβει χώρα στην Ιερουσαλήμ. Πάθος και
δόξα, Θαβώρ και Γολγοθάς συμπλέκονται και συνυφαίνονται μεταξύ τους,
έτσι ώστε να αποτελούν δύο πλευρές ενός και του αυτού αδιαιρέτου
μυστηρίου. Το πάθος κατανοείται μέσα στη δόξα της Μεταμορφώσεως και η
δόξα της Μεταμορφώσεως μέσα στο πάθος. Μάλιστα ο ίδιος ο Κύριος βλέπει
την κατ’ εξοχήν δόξα του όχι τόσο μέσα στην Μεταμόρφωση, όσο μέσα στο
πάθος. Όπως διηγείται ο Ιωάννης, όταν κάποιοι έλληνες ζήτησαν να δουν τον
Ιησούν, εκείνος αναφερόμενος στο πάθος είπε: «Ελήλυθεν η ώρα ίνα
δοξασθεί ο Υιός του ανθρώπου», (12,23). Όταν αργότερα ο Ιούδας θέτει σε
εφαρμογή το σχέδιο της προδοσίας, ο Κύριος θα επαναλάβει το ίδιο νόημα:
«νυν εδοξάσθη ο υιὸς του ανθρώπου», (13,31). Πράγματι το πάθος αποτελεί
την κατ’ εξοχήν δόξα του Κυρίου, μεγαλύτερη και από αυτήν της
Μεταμορφώσεως, διότι πάνω στο σταυρό συνετρίβη η δύναμη του διαβόλου,
τότε νικήθηκε ο θάνατος και καταργήθηκε η φθορά. Τότε σχίσθηκε το

4
χειρόγραφο των αμαρτιών μας. Τότε ενώθηκαν τα επουράνια με τα επίγεια, ο
ιουδαϊκός και ο εθνικός κόσμος σε ένα σώμα, την Εκκλησία.
Βέβαια ο σαρκικός άνθρωπος, που βλέπει και κρίνει με κοσμικά κριτήρια,
είναι αδύνατο να εννοήσει ότι το μυστήριο του πάθους είναι ένα με το
μυστήριο της δόξης της Μεταμορφώσεως. Ότι αυτά τα δύο αποτελούν δύο
όψεις μιάς και μόνης πραγματικότητος. Και τούτο διότι η ανθρώπινη λογική
δεν μπορεί να δεχθεί ότι η ατιμία, ο εξευτελισμός και η εσχάτη εξουθένωση
που συνεπάγεται η θανατική καταδίκη ενός ανθρώπου, κρεμασμένου πάνω
στο σταυρό, είναι αιτία δόξης και νίκης και θριάμβου. Ο σταυρός είναι, όπως
τονίζει ο απόστολος Παύλος στους Κορινθίους, για μεν τους ιουδαίους
«σκάνδαλο», για δε τους εθνικούς «μωρία», (Α΄ Κορ.1,18). Γενικότερα είναι
αδύνατο να προσεγγίσει ο κοσμικός άνθρωπος το μυστήριο της
Μεταμορφώσεως και να έχει κάποια μέθεξη του Θείου Φωτός της χωρίς την
κάθαρση της ψυχής από τα πάθη, αφού όπως τονίζει ο Κύριος: «μακάριοι οι
καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται», (Ματθ.5,8). Μόνον «οι τω
ύψει των αρετών διαπρέψαντες και της ενθέου δόξης αξιωθήσονται». Εν
όσω δηλαδή ο άνθρωπος φέρει επάνω του τον ρύπον της αμαρτίας λόγω της
παρουσίας των παθών, δεν μπορεί να γίνει συμμέτοχος του Φωτός της
Μεταμορφώσεως.
Την μεγάλη αυτή αλήθεια διατυπώνει και ο προφητάναξ Δαβίδ στον 23ο
Ψαλμό του, θέτοντας το ερώτημα: «Τις αναβήσεται εις το όρος του Κυρίου
και τις στήσεται εν τόπω αγίω αυτού;» (στιχ. 3). Ποιός είναι ικανός να
ανεβεί στο όρος του Κυρίου και να σταθεί στον άγιο τόπο του; Οι τρεις
μαθητές επάνω στο όρος της Μεταμορφώσεως έπεσαν κάτω από τον φόβο
τους, μη δυνάμενοι να ατενίσουν κατά πρόσωπον τον μεταμορφωθέντα
Κύριον και έμειναν αναίσθητοι, σαν νεκροί. Ποιός λοιπόν θα τολμήσει κάτι
τέτοιο; Ο ίδιος ο Ψαλμωδός δίνει και την απάντηση: «Αθώος χερσί και
καθαρός τη καρδία, ος ουκ έλαβεν επί ματαίω την ψυχήν αυτού και ουκ
ώμοσεν επί δόλω τω πλησίον αυτού» (στιχ. 4). Αυτός του οποίου τα χέρια
και η καρδιά, δηλαδή οι πράξεις και οι λόγοι και οι σκέψεις και οι διαθέσεις
του είναι καθαρές και αμόλυντες από κάθε είδους αμαρτία. Αυτός που την
ψυχή του δεν την έστρεψε σε γήινες ματαιότητες, ενώ στις σχέσεις του με τον
πλησίον υπήρξε πάντοτε ευθύς και ειλικρινής, χωρίς δόλο και πονηρία μέσα
του. Αυτός μόνο θα λάβει την ευλογία από τον Κύριο να ανέλθει μαζί Του
στο όρος το υψηλό, της Μεταμορφώσεως, και να απολαύσει τη θεϊκή Του
δόξα.
Της μεθέξεως αυτού του φωτός, μακάρι να αξιωθούμε, αγαπητέ φίλε
αναγνώστα ήδη από τη παρούσα ζωή, αμήν.

Δευτέρα 27 Ιουλίου 2020

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗΣ

Εισερχόμενα
x

Γραφείο αιρέσεων Ι.Μ.Πειραιώς

Συνημμένα5:33 μ.μ. (πριν από 27 λεπτά)
προς george.wilerΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣΙερεύςΣΥΝΑΞΙΣΠεριοδικόEfenpresstriklopodiaAndreasdaskalosMonkSerafimpreotvtsigkoskonstantinosauthorimkimpireosΜητρόποληπ.Νικόδημοςpvasilios7infomixhoulΙΕΡΑcontactpanhouaverophΣάλπισμαinfonewsimkythironaugmyrouskontzosNickthriskeftikainfopegtrdespotatoneapetropoulosinfoimag.gorgΑΝΔΡΕΑΣganagnoiakritisΤΡΕΛΟ-contactPetergram.imkawΠαναγιώτηςakhs1914gmanolisΤάσοςεγώΚαθεδρικόςtselengmitropoliimkachrisgefsiI.M.PΜΗΤΡΟΠΟΛΗestiapminfoinfoinfoΕπιτροπήimaaorthotypLeonidasaktinesblogspottasthyrasAmethystpanagiotis_karanikasanavaseispaulosdim
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

ΣΑΣ ΣΤΕΛΝΟΥΜΕ ΤΗ ΣΥΝΗΜΜΕΝΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΜΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 27 η Ιουλίου 2020
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ «ΠΕΡΙΧΑΡΑΚΩΜΕΝΟ ΔΟΓΜΑ» Ή
ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ;

(Σχόλιο σε σχετικό δημοσίευμα)

Η λέξη κόσμος, παράγεται από το ρήμα κοσμέω – κοσμώ, που
σημαίνει στολίζω. H αρχική σημασία της είναι συνυφασμένη με το
κάλλος και την αρμονία. Οι αρχαίοι Έλληνες, ως αναζητητές της
αλήθειας των πραγμάτων, προσέδωσαν την προσωνυμία κόσμος στην
υλική πραγματικότητα, στον μικρόκοσμο και μακρόκοσμο, καθότι
διαπίστωσαν σ’ αυτόν μια καταπληκτική αρμονία και ομορφιά. Η
βιβλική διδασκαλία ορίζει την εκ του μηδενός δημιουργία του κόσμου
από το Θεό, τονίζοντας με έμφαση την τελειότητά του, ως έκφραση της
παντοδυναμίας και πανσοφίας Του, με τη φράση: «και είδεν ο Θεός τα
πάντα, όσα εποίησε, και ιδού καλά λίαν» (Γεν.1,31). Ως κορωνίδα της
θείας δημιουργίας τέθηκε ο άνθρωπος, ο οποίος δημιουργήθηκε, όχι απλά
τέλειος, αλλά και να είναι ο σύνδεσμος μεταξύ κτιστού και ακτίστου.
Όμως το τραγικό γεγονός της πτώσεως κατάφερε καίριο πλήγμα στη
θεία δημιουργία. Ο κόσμος τραυματίστηκε από την είσοδο του κακού σ’
αυτόν με την ευθύνη του ανθρώπου. Ο απόστολος Παύλος κάνει λόγο για
«αποκαραδοκία της κτίσεως», αφού «τη ματαιότητι η κτίσις
υπετάγη, ουχ εκούσα, αλλὰ δια τον υποτάξαντα, επ᾿ ελπίδι ότι και
αυτὴ η κτίσις ελευθερωθήσεται απὸ της δουλείας της φθοράς εις την
ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του Θεού. οίδαμεν γάρ ότι πάσα η
κτίσις συστενάζει και συνωδίνει άχρι του νυν» (Ρωμ.8,20-22). Η
πτώση του ανθρώπου συμπαρέσυρε και την υλική κτίση στην έκπτωση
και τη φθορά. Στο εξής θα πάψει να είναι συνδημιουργός του Θεού και
συντηρητής του κόσμου, αλλά αχόρταγος καταναλωτής, δυνάστης και
καταστροφέας. Ο αίτιος της πτώσεως και αντάρτης κατά του Θεού
άνθρωπος, γεύτηκε εξ’ αρχής την φρίκη της απομακρύνσεως από τον
Δημιουργό του, την πηγή της πραγματικής ευδαιμονίας. Η διάνοιά του
σκοτίστηκε από την αμαρτία και διαστράφηκαν οι έμφυτες και επίκτητες
σε αυτόν αξίες. Αποκομμένος από τη σώζουσα χάρη του Θεού,
απομακρυνόταν όλο και περισσότερο από Αυτόν, ανοίγοντας στην ψυχή
του ένα τρομακτικό και απύθμενο κενό από την απουσία του Θεού, το
οποίο αναγκάστηκε να το γεμίσει με θρησκευτικά σχήματα δικής του
εμπνεύσεως. Έτσι γεννήθηκαν οι πολυάριθμες θρησκείες της ιστορίας. Σε
αυτές (στις δοξασίες τους και τις πρακτικές τους) είναι αποτυπωμένη η
ανθρώπινη τραγωδία και το μέγεθος της πνευματικής του καταπτώσεως.
Οι τερατώδεις αντιλήψεις για την έννοια του θείου και οι φρικώδεις

2

τρόποι «προσέγγισής» του (π.χ. ανθρωποθυσίες), είναι η τρανή απόδειξη
του μεγέθους της κατάπτωσής του, οι οποίες είχαν τραγικές συνέπειες
στην καθόλου ζωή του.
Η άμετρη αγάπη του Θεού για την σωτηρία του ανθρώπου και
σύμπασας της υλικής δημιουργίας έστειλε στον κόσμο τον Υιό και Λόγο
του Θεού. Ήρθε να απολυτρώσει τον κόσμο από την αιχμαλωσία του
διαβόλου και τη φθορά, εγκαινιάζοντας μια νέα πραγματικότητα, έναν
καινούργιο κόσμο, την «καινή κτίση» (Γαλ.6,15), όπως την αποκαλεί ο
απόστολος Παύλος. Με τη θεία διδασκαλία Του κατέδειξε τα φρικτά
ερέβη του σκοτασμού του προχριστιανικού κόσμου. Σύστησε δε την αγία
Του Εκκλησία να τον αγιάζει, να τον μεταλλάσει και να τον σώζει. Αυτό
κάνει η Εκκλησία στη δισχιλιόχρονη ιστορική της πορεία, σώζει τον
άνθρωπο και μεταλλάσσει τον κόσμο σε βασιλεία του Θεού.
Όμως οι βαθιές ρίζες του κακού εμποδίζουν να πραγματοποιηθεί το
θείο σχέδιο. Η ανθρωπότητα στην πλειονότητά της συνεχίζει να βιώνει
την μεταπτωτική τραγωδία, θεωρώντας ως «αξίες» ότι δημιούργησε ο
πτωτικός άνθρωπος, στην ουσία αποθεώνοντας τα πάθη του. Στις
τραγικές ημέρες μας, δυνάμεις ισχυρές, εμπνεόμενες από τον αντίδικο
διάβολο, πασχίζουν να καταδείξουν ως δήθεν σχετικό το σωτήριο έργο
του Χριστού και της Εκκλησίας Του. Και το χειρότερο: επιχειρούν να
την παρουσιάσουν ως κάτι το εγκόσμιο, να την υποβιβάσουν στην
κατηγορία των θρησκειών του κόσμου. Σε κάποιες δε περιπτώσεις (όπως
λ.χ. των νεοπαγανιστών), της καταλογίζουν «κλοπή», ότι δήθεν η θεία
διδασκαλία της και οι πρακτικές της είναι δόλια ιδιοποίηση στοιχείων
του προχριστιανικού θρησκευτικού περιβάλλοντος!
Αφορμή για την παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε από πρόσφατο
δημοσίευμα στην εφημερίδα «ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ» (φ.
9-6-2020), της κ. Άννας Δαμιανίδη, με θέμα: «ΠΕΡΙΧΑΡΑΚΩΜΕΝΟ
ΔΟΓΜΑ». Στο άρθρο της αυτό η συντάκτης προσπαθεί να παρουσιάσει
την Εκκλησία ως μέρος του κόσμου και μάλιστα να της καταλογίσει μια
δήθεν «αυστηρή περιχαράκωση» στον εαυτό της, η οποία δε συνάδει με
την επίσης δήθεν «συγγένειά της» με τον κόσμο, εξ ου και ο τίτλος του
άρθρου.
Αρχίζει το άρθρο της με κάποιο πραγματικό ή φανταστικό διάλογο,
για να δείξει τον «δογματισμό» της Εκκλησίας: «Κάνε γιόγκα,
συμβούλευα μια γνωστή με ελαφρά κινητικά προβλήματα, κάποτε. Α
πα, πα, δεν κάνω τέτοια, απαντούσε. Ήταν θρήσκα. Δεν μπορούσε να
τη δει ως απλή γυμναστική, ήταν ανένδοτη. Η Εκκλησία την
καταδίκαζε!»! Δεν ξέρουμε αν θα αποτολμούσε να προτείνει σε κάποιον
φανατικό μουσουλμάνο ή σε μάρτυρα του Ιεχωβά να κάμει το σημείο του
σταυρού, ποια απάντηση θα έπαιρνε, ή τι κατάληξη θα είχε η συζήτηση!
Τι γνώριζε όμως εκείνη η πιστή γυναίκα και δε γνώριζε η αρθρογράφος;
Ότι η γιόγκα δεν είναι αθώα γυμναστική, αλλά βασική θρησκευτική

3

τελετουργία του Ινδουισμού και του Βουδισμού. Προφανώς δε γνωρίζει
η αρθρογράφος πως τα τελευταία χρόνια, από συγκεκριμένα σκοτεινά
κέντρα, προωθείται πυρετωδώς η «θρησκευτικότητα» της «Νέας
Υδροχοϊκής Εποχής», η οποία είναι δομημένη στις δοξασίες των
ειδωλολατρικών ανατολικών θρησκευμάτων και στη Θεοσοφία. Ο
άγευστος και κενός από την γνήσια θρησκευτικότητα της Εκκλησίας μας
δυτικός άνθρωπος, έγινε αποδέκτης της νοσηρής (τολμούμε να πούμε)
δαιμονικής «πνευματικότητας» της Ανατολής. Του προσφέρεται ως
«φιλοσοφία», ως «γυμναστική» και ως «εναλλακτικοί τρόποι ζωής»
και ένας αυτούς είναι η γιόγκα. Το ότι είναι η γιόγκα θρησκευτική
τελετουργία του Ινδουισμού και Βουδισμού, όχι απλά το βεβαιώνουν οι
Ινδουιστές, αλλά και διαμαρτύρονται για το περιεχόμενο που του δίδουν
οι δυτικοί!
Ακολούθως γράφει: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι πολύ αυστηρή
στην περιχαράκωσή της. Καταδικάζει πολύ περισσότερα πράγματα
από όσα επαινεί, καλλιεργεί υπερβολικά την αποτροπή, δημιουργεί
συστηματικά εύφορο έδαφος για προκαταλήψεις. Φοβάται πολύ τις
επαφές με άλλα δόγματα και θρησκείες, είναι απίστευτα μη μου
άπτου, λες και κάθε άνοιγμα, παραδοχή και αποδοχή υπάρχει
κίνδυνος να τη δηλητηριάσει. Κυρίως δεν θέλει να έχει καμία σχέση
με καμία άλλη θρησκεία, κανένα άλλο δόγμα, καμία άλλη φιλοσοφία,
παλιότερη ή νεότερη, κανέναν άλλο θεό ή παράδοση, καμία χρονική
και ιστορική στιγμή». Η Εκκλησία μας δεν είναι «φοβική», με ό, τι δεν
συμφωνεί, όπως την παρουσιάζει η αρθρογράφος. Δε φοβάται δόγματα
και θρησκείες, φιλοσοφίες, ιδέες, διότι έχει τη βεβαιότητα της αλήθειας,
η οποία απορρέει από την Ένσαρκη Αλήθεια, τον Ιησού Χριστό, ο
Οποίος δεν είναι απλά φορέας της αλήθειας, αλλά είναι ο Ίδιος «η
αλήθεια» (Ιωάν.14,6) και ήρθε στον κόσμο να μαρτυρήσει την όντως
αλήθεια, καθότι ο κόσμος κείτονταν στο φρικτό σκοτάδι του ψεύδους και
των πλανών. Με τα «άλλα δόγματα και οι θρησκείες» αποφεύγει η
Εκκλησία να συνεργάζεται, διότι ενέχουν το στοιχείο του ψεύδους, το
οποίο όμως δεν έχει απλά το χαρακτήρα κάποιας ιδεολογικής ή
φιλοσοφικής διαφωνίας, αλλά ασκεί οντολογική επίπτωση στη ζωή και
την πνευματική πορεία του ανθρώπου. Είναι αλήθεια ότι η Εκκλησία δεν
θέλει να έχει σχέση με καμιά θρησκεία του κόσμου, δόγμα ή παράδοση,
διότι έχει την αυτοσυνειδησία ότι μόνον αυτή μπορεί να προσφέρει
σωτηρία, ενώ εκείνες, ως εγκόσμια πτωτικά σχήματα, προσφέρουν
ψευδαισθήσεις ή και το χειρότερο: προτροπή για το κακό (π.χ. τζιχάντ
του Ισλάμ). Παράλληλα όμως είναι ανοικτή σε διάλογο με όποιον τον
αποδεχτεί, ως μέρος πάντα του ιεραποστολικού της έργου.
Στη συνέχεια αναφέρει τον ισχυρισμό ότι η Εκκλησία «είναι προϊόν
ιστορικής στιγμής. Αν δεν ζούσε στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ο
Παύλος, δεν θα έπαιρνε ποτέ οικουμενικό χαρακτήρα ο

4

χριστιανισμός. Αν δεν ήταν χριστιανή η μητέρα του Κωνσταντίνου,
μάλλον δεν θα γινόταν ποτέ επίσημη θρησκεία»! Φυσικά και είναι η
Εκκλησία προϊόν ιστορικών συγκυριών. Κανένας δεν μπορεί να
προσδώσει στην Εκκλησία ουτοπικό χαρακτήρα, διότι είναι απόλυτα
συνυφασμένη με την ανθρώπινη ιστορία. Αυτή είναι και μια βασική
διαφορά της με πολλά από τα θρησκεύματα του κόσμου, τα οποία
στηρίζονται στη μυθολογία, στην ιστορική κενότητα. Κανένας επίσης δεν
αρνείται ότι οι ιστορικές συγκυρίες συνετέλεσαν στην εδραίωση και την
εξάπλωση της Εκκλησίας σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της υδρογείου,
αφού αυτό βεβαιώνει ο απόστολος Παύλος, με τη φράση του: «ότε ήλθε
το πλήρωμα του χρόνου» (Γαλ.4.4) ήρθε ο Χριστός στον κόσμο. Πίστη
της Εκκλησίας μας είναι ότι οι ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη της
Εκκλησίας είναι έργο της θείας πρόνοιας για την πραγματοποίηση του
έργου της σωτηρίας του κόσμου, αφού ο Θεός είναι ο μέγας κύριος και
της ιστορίας.
Ακολούθως γράφει: «Αν δεν ανταγωνίζονταν οι πατριάρχες Ρώμης
και Κωνσταντινούπολης, δεν θα γινόταν το Σχίσμα και θα
μπορούσαμε κι εμείς να τραγουδάμε Μπαχ στις εκκλησίες, ίσως. Κι
αν δεν ζούσε στο βάθος κάθε ευρωπαϊκής ψυχής, σε Ανατολή και
Δύση, η νοσταλγία για κάποια Pax, που ίσως ήταν Romana, αλλά
μάλλον δεν υπήρξε ποτέ, δεν θα κατάφερνε να παραμείνει ισχυρή
αυτή η θρησκεία μέσα στους τόσους αιώνες. Αν δεν προσαρμοζόταν
κατά τόπους σε διάφορα έθιμα και παλιότερες λατρείες, πάλι δεν θα
μπορούσε να επιβληθεί και να κυριαρχήσει όπως κυριάρχησε».
Αναμασά δυστυχώς την γνωστή «καραμέλα» των λογίς
«προοδευτικών», οι οποίοι καταλογίζουν στην Εκκλησία την ευθύνη, ότι
εξ’ αιτίας της δεν «γίναμε Ευρώπη». Επειδή αντιστάθηκε στους θρασείς
και βαρβάρους Φράγκους, οι οποίοι εποφθαλμιούσαν την ορθόδοξη
Ανατολή, μετά την κατάκτηση της Ευρώπης και την εξαφάνιση των λαών
της. Φαίνεται πως έχει άγνοια των ιστορικών συνθηκών, τόσο του
«σχίσματος» του 1054, όσο και των δραματικών γεγονότων των
επόμενων αιώνων, όταν οι «πολιτισμένοι» Φράγκοι διέλυσαν το 1204 το
ανατολικό κράτος και διευκόλυναν την οθωμανική προέλαση και
κατάκτηση της Ρωμανίας μας. Αποδίδει στην «ισχυρή θέση» της
Εκκλησίας την αποτροπή δημιουργίας μιας Pax (παγκόσμιας ειρήνης)!
Αδυνατούμε να κατανοήσουμε σε ποια ιστορικά στοιχεία στηρίζει αυτόν
τον απίστευτο ισχυρισμό της! Αναπολεί το άκουσμα «τραγουδιών» του
Μπαχ στις εκκλησίες μας, αλλά αδυνατεί να σκεφτεί πως αν εξέλειπαν οι
άφθαστες βυζαντινές υμνωδίες, δηλαδή η Ορθόδοξη Πίστη και
Παράδοση και επικρατούσε η δυτική κουλτούρα, δεν θα υπήρχε Ελλάδα
και ελληνική γλώσσα για να γράφει ελληνιστί η αρθρογράφος, αλλά μια
άσημη επαρχία της ευρωπαϊκής Βαβέλ!

5

Στη συνέχεια σημειώνει το εξής παράδοξο: «Η Ινδία είναι πολύ
μακριά, αλλά αν το ψάξει κανείς θα βρει κοινά στοιχεία και στην
ινδική μυθολογία με τον χριστιανισμό. Η στάση προσευχής ας πούμε,
το δέος που υποδηλώνει, η προσπάθεια αυτοσυγκέντρωσης και
γαλήνης, η συνείδηση της μοναξιάς δεν είναι πολύ οικεία;
Πλησιέστερα, στην αιγυπτιακή μυθολογία ή στην ελληνική,
βρίσκουμε παρθένες μητέρες θεών, θαυματουργές θεραπείες,
οράματα, θανάτους και αναστάσεις και άλλα περίεργα στοιχεία που
κάτι μας θυμίζουν. Οι θρησκείες μπαίνουν η μια μέσα στην άλλη, όσο
και να περιχαρακώνεται ως μοναδική η καθεμία. Σε ακραίες
καταστάσεις οι περιχαρακώσεις έχουν στοιχίσει ακριβά σε πολέμους
και ρήξεις, τα ξέρουμε». Γυρίζοντας ξανά το λόγο της στην Ινδία,
φαίνεται ότι έχει πνευματικούς δεσμούς με την ειδωλολατρική Ανατολή
και γι’ αυτό επανέρχεται, μετά την αναφορά της στη γιόγκα, στην
ινδουιστική παράδοση. Κάνει μάλιστα λόγο για «κοινά στοιχεία»
Ινδουισμού και Χριστιανισμού, τα οποία είναι, κατ’ αυτήν η «στάση
προσευχής ας πούμε, το δέος που υποδηλώνει, η προσπάθεια
αυτοσυγκέντρωσης και γαλήνης, η συνείδηση της μοναξιάς». Μόνο
που δεν είναι καλά πληροφορημένη στα της θρησκειολογίας, διότι αυτά
που αναφέρει ως «κοινά στοιχεία», ούτε ως εξωτερικά γνωρίσματα
μπορούν να θεωρηθούν! Επίσης «βλέπει» κοινά στοιχεία του
Χριστιανισμού και στα αρχαία ειδωλολατρικά θρησκεύματα, όπως λ.χ.
«παρθένες μητέρες θεών, θαυματουργές θεραπείες, οράματα,
θανάτους και αναστάσεις και άλλα περίεργα στοιχεία». Με απίστευτη
ρηχότητα, μπλέκει το μύθο με την ιστορία, τις ανθρώπινες (εν πολλοίς
αυθαίρετες, ανήθικες και συχνά γελοίες) μυθολογικές παραδόσεις, αυτά
τα αντιπροσωπευτικά προϊόντα του πτωτικού προχριστιανικού
ανθρώπου, με την ιστορική πραγματικότητα του Χριστιανισμού. Το να
συγκρίνεται βεβαίως ο απόλυτα άγιος Θεός της χριστιανικής μας πίστεως
με τους διεφθαρμένους «θεούς» της αρχαίας ειδωλολατρίας, των οποίων
τα εγκλήματα δεν ήθελαν να μιμηθούν ούτε οι άνθρωποι, μόνο ως
αστοχία μπορεί να θεωρηθεί! Προφανώς αγνοεί το γεγονός ότι και οι
πλέον σφοδροί πολέμιοι του Χριστιανισμού έχουν εγκαταλείψει προ
πολλού τέτοιους συσχετισμούς! Επίσης πιστεύει πως όλες οι θρησκείες
είναι ένα και το αυτό: «μπαίνουν η μια μέσα στην άλλη, όσο και να
περιχαρακώνεται ως μοναδική η καθεμία»! Και καταλήγει με τα
ερωτήματα: «Είναι στοιχείο της πίστης η περιχαράκωση ή απλώς
στοιχείο της σχέσης εξουσίας των ιερέων με το ποίμνιο; Μπορεί να
πιστεύει κανείς χωρίς να φοβάται την πίστη των άλλων, παρόντων
και παρελθόντων, χωρίς να περιχαρακώνεται; Νομίζω έχει
ενδιαφέρον το ερώτημα για τους θρησκευόμενους»! Προβάλλει,
εκούσια ή ακούσια, το «χρυσωμένο χάπι» του θρησκευτικού
συγκρητισμού, το οποίο είναι το ύψιστο ζητούμενο και σκοπός της

6

«Νέας Εποχής», η οποία, εκφράζοντας τις δοξασίες της Θεοσοφίας,
διδάσκει ότι όλες οι θρησκείες είναι καλές και διδάσκουν τα ίδια
πράγματα. Αλλά επειδή είναι χωρισμένες προκαλούν προβλήματα,
εντάσεις και πολέμους. Έτσι λοιπόν, κατά τους ιθύνοντες της «Νέας
Εποχής» και προφανώς την αρθρογράφο, δεν υπάρχει λόγος να είναι
χωρισμένες και πρέπει να ενωθούν για να εκλείψουν τα προβλήματα!
Μόνο που και εδώ αποδεικνύεται ανενημέρωτη, όσον αφορά τις χαώδεις
διαφορές μεταξύ των θρησκειών και το σπουδαιότερο: τις αβυσσαλέες
διαφορές αυτών με την Εκκλησία του Χριστού, η οποία δεν είναι
θρησκεία, όπως την θέλουν και την ορίζουν οι θιασώτες του
θρησκευτικού συγκρητισμού, αλλά ζώσα χαριτόβρυτη αποκάλυψη. Και
κάτι άλλο σημαντικό: θέλει να αγνοεί πως δεν υπάρχει ούτε ένα έγκλημα
στην δισχιλιόχρονη ιστορία της Εκκλησίας μας, που να έχει τη σφραγίδα
της και την έγκρισή της! Ούτε ένα! Φυσικά εξαίρεση αποτελούν οι
αιρετικές αποφύσεις της και κύρια ο παραφθαρμένος δυτικός
χριστιανισμός, για τον οποίο δεν έχει υποχρέωση η Εκκλησία να
απολογείται για τα όντως μεγάλα εγκλήματά του!
Κλείνοντας την ανακοίνωσή μας θα θέλαμε με πολλή αγάπη και
σεβασμό προς το δημοσιογραφικό λειτούργημα της κ. Άννας Δαμιανίδη,
να τη συμβουλεύσουμε, πως όταν καταπιάνεται με τέτοια θέματα, να
μελετά πολύ καλά και σε βάθος κάθε πτυχή τους. Η διάχυτη στο άρθρο
της επιφανειακή γνώση της χριστιανικής διδασκαλίας και της ιστορίας
του Χριστιανισμού, κάθε άλλο παρά μπορούν να στηρίξουν τον
ισχυρισμό της ότι ο Χριστιανισμός, η Εκκλησία του Χριστού,
διακατέχεται από «περιχαρακωμένα δόγματα», ότι είναι η ίδια ένα
«περιχαρακωμένο δόγμα» και αρνείται να συνταχτεί με τις δομές του
κόσμου, για το «καλό» της ανθρωπότητας.
Αν θέλει να διαπιστώσει που πραγματικά βρίσκονται τα
«περιχαρακωμένα δόγματα», ας ανατρέξει στα θρησκεύματα του
κόσμου, όπως λ.χ. στον Ινδουισμό, με τα 300.000.000 «θεότητες» και με
ζωόμορφες, όπως ο Γκανέσα «θεός» ελέφαντας ή ο Χανουμάν, «θεός»
πίθηκος! Ειδικά ας κοιτάξει τον γκουρουισμό, για να δει τη φρίκη, που
βιώνουν οι άτυχοι «μαθητές» από τους «επί γης θεούς» Γκουρού, οι
οποίοι ασκούν όχι μόνο πνευματική, αλλά και σωματική (ακόμα και
σεξουαλική) εκμετάλλευση και υποταγή και οδηγούμενοι συχνά στην
αυτοκτονία. Ας ρίξει μια ματιά στο Κοράνιο για να δει τα φρικαλέα
εγκλήματα, τα οποία διατάσσει, χωρίς αντίλογο και με αντάλλαγμα τις
«72 αιώνιες παρθένες» του ισλαμικού «παραδείσου»! Ας διαβάσει τα
φρικώδη βιβλία του Ταλμούδ για να δει τον απίστευτο ρατσισμό, μέχρι
εξοντώσεως, εναντίον των «γκόιμ» (ζώων), δηλαδή των μη Εβραίων! Ας
διαβάσει ακόμη τα (καλοπληρωμένα από τα μέλη της) έντυπα της
πολυεθνικής εταιρίας «Σκοπιά» των «Μαρτύρων του Ιεχωβά», για να
διαπιστώσει τι εστί δογματισμός και θρησκευτικός φανατισμός, ο οποίος

7

αγγίζει τα όρια της παράνοιας, όταν υπόσχεται στους άτυχους οπαδούς
της, ως ύψιστη ηδονή, ότι «σύντομα», μετά το τέλος του «Αρμαγεδόνα»
θα πλύνουν τα πόδια τους στο αίμα ημών, των αγρίως σφαγμένων, μη
μελών της, δηλαδή των μη καταναλωτών και διακινητών των εκδοτικών
προϊόντων της εμπορικής πολυεθνικής αυτής εταιρείας!
Τέλος θα της προτείναμε να διαβάσει το Ευαγγέλιο και ειδικά την επί
του όρους ομιλία του Χριστού (κατά Ματθ. κεφ. 5-7), να το συγκρίνει με
τα «ιερά» κείμενα των ως άνω θρησκευτικών σχημάτων, όπως και όλων
των θρησκειών, για να διαπιστώσει, αφ’ ενός μεν το μεγαλείο του
σεβασμού και της αγάπης προς κάθε άνθρωπο, ακόμα και προς τον
εχθρό, που καλούνται να βιώσουν οι χριστιανοί και αφ’ ετέρου τη φρίκη
που βιώνουν οι πιστοί των θρησκειών του κόσμου. Μόνο έτσι θα δει που
πραγματικά βρίσκεται ο δογματισμός και ίσως αλλάξει γνώμη για την
πίστη μας. Γι’ αυτό λοιπόν η Εκκλησία μας δεν συμβιβάζεται με τις
αρχές του πτωτικού κόσμου, ο οποίος «όλος εν τω πονηρώ κείται»
(Α΄Ιωάν.5,19), διότι έτσι θα γινόταν η ίδια «κόσμος», θα απορροφιόταν
από αυτόν και θα έχανε τη σωστική της λειτουργία! Αν αυτό αποτελεί
«σκάνδαλο» για τους εχθρούς της, για Εκείνη αποτελεί κοσμοσωτήρια
αποστολή!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Τρίτη 21 Ιουλίου 2020

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 20 η Ιουλίου 2020
ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ

ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ;
(Σχόλιο σε σχετικό δημοσίευμα)

Η ελληνορθοδοξία, ως σκέψη και τρόπος ζωής, αποδείχτηκε ως το
υπέρτερο και μοναδικό πολιτισμικό γεγονός στην ανθρώπινη ιστορία, το
οποίο, μόνο αυτό, υπήρξε πραγματικά επωφελές για την ανθρωπότητα
και τον πολιτισμό της. Η αρμονική σύνδεση της ελληνικής σκέψης και
του ελληνικού τρόπου ζωής, από τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας,
τον 4 ο μ. Χ. αιώνα (όχι χωρίς εκατέρωθεν συγκρούσεις), με την
αποκαλυμμένη χριστιανική πίστη, αποτέλεσαν την σπουδαιότερη
πνευματική και πολιτισμική σύνδεση της ιστορίας. Τα δύο αυτά
πνευματικά μεγέθη έγιναν πλέον ένα «σώμα», πάνω στο οποίο δομήθηκε
ο παγκόσμιος πολιτισμός. Η ιστορία απόδειξε περίτρανα την
αναγκαιότητα της σύζευξης Ελληνισμού και Χριστιανισμού, την οποία
διείδαν οι Έλληνες Πατέρες και απέρριψαν οι αποδυναμωμένοι και
αμετανόητοι οπαδοί του θνήσκοντος παγανισμού. Τους μεν πρώτους
δικαίωσε η ιστορία, τους δε δευτέρους τους απέρριψε. Τρανό παράδειγμα
η τραγική περίπτωση του ανεδαφικού και θρησκομανούς αυτοκράτορα
Ιουλιανού του Παραβάτου (361-363), του οποίου η απέλπιδα
προσπάθεια «αναστάσεως» του νεκρού παγανισμού κατέληξε σε οικτρή
αποτυχία. Αντίθετα η ιστορική αλήθεια δικαίωσε τους συμφοιτητές του
Καππαδόκες Πατέρες, Μ. Βασίλειο και Γρηγόριο Θεολόγο, οι οποίοι,
μαζί με όλους τους θεοφώτιστους Πατέρες της Εκκλησίας,
πραγματοποίησαν αυτή τη μεγάλη πνευματική συνάντηση και
εγκαινίασαν τη νέα πνευματική και πολιτιστική πορεία του κόσμου.
Το φως του Χριστού διέλυσε τους ζόφους του προχριστιανικού
κόσμου και η αγία Του Εκκλησία εξαγίασε την εξαχρειωμένη πτωτική
κοινωνία, εξανθρωπίζοντας τους θεσμούς της. Αυτό είναι ευδιάκριτο στη
Ρωμανία, στο κακώς αποκαλούμενο από τους δυτικούς Βυζάντιο, όπου
τέθηκαν οι βάσεις της εξανθρωπισμένης κοινωνίας. Ο πρώτος χριστιανός
αυτοκράτορας Μ. Κωνσταντίνος (324-337), έβαλε τις βάσεις για τη
δημιουργία της χριστιανικής πολιτείας, στηριγμένες στα σωτήρια
διδάγματα του Ευαγγελίου. Ο μεγάλος αυτός πολιτικός ηγέτης θέσπισε
τους περισσότερους κοινωνικούς θεσμούς, οι οποίοι προάγουν την αξία
του ανθρώπου, ως εικόνος του Θεού και καθορίζει τις διανθρώπινες
σχέσεις, οι οποίες στηρίζονται στη χριστιανική αγάπη και την εν Χριστώ
παγκόσμια αδελφότητα. Με αυτές τις αξίες πορεύτηκε το

2

θεόσωστοκράτος, για χίλια χρόνια, αυτές συνεχίζουν να ισχύουν ως τις
μέρες μας. Επίσης όλοι οι κοινωνικοί θεσμοί, που θέσπισε ο μέγας αυτός
χριστιανός ηγέτης, συνεχίζουν να ισχύουν σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο.
Αλλά δυστυχώς υπήρξε και το αντίπαλο πνεύμα, ευρισκόμενο στον
αντίποδα της ελληνορθοδοξίας. Πρόκειται για τον φραγκισμό, στον
οποίο διασώθηκε το προχριστιανικό παγανιστικό βαρβαρικό πνεύμα.
Στάθηκε εχθρικά απέναντι στην ελληνορθοδοξία και με απανωτές
επιθέσεις κατόρθωσε να της καταφέρει καίρια πλήγματα και ιστορικές
περιπέτειες. Εκτοπίζοντας από την δυτική Ευρώπη την
ελληνορθόδοξη και ρωμαιορθόδοξη παράδοση, την εισήγαγε στο
σκοτεινό και εφιαλτικό μεσαίωνα, τη χειρότερη πνευματική και
κοινωνική κατάπτωση της ιστορίας. Μέσα σε αυτό το νοσηρό κλίμα η
σώζουσα χριστιανική πίστη διαστράφηκε, η Εκκλησία έγινε θρησκεία και
όργανο της εξουσίας. Οι πολιτικοί και κοινωνικοί θεσμοί
προσαρμόστηκαν στο απάνθρωπο φεουδαρχικό σύστημα. Αλλά και
μετά το τέλος του μεσαίωνα ο φραγκισμός κατόρθωσε να επιβιώσει ως
«Διαφωτισμός», με τις γνωστές του ολέθριες συνέπειες για σύμπασα της
ανθρωπότητα. Με την αυτονόμηση του ανθρώπου από το Θεό και τη
θεοποίηση του λογικού του, απογύμνωσε όλες τις πτυχές της προσωπικής
και κοινωνικής ζωής από κάθε «μεταφυσικό» στοιχείο και κύρια την
πολιτική ζωή. Ο Θεός έπαψε να είναι ο δότης των αξιών, οι οποίες
αντικαταστάθηκαν από τις νομιζόμενες από τον άνθρωπο αξίες. Τότε
τέθηκε για πρώτη φορά το διαχωριστικό ανάμεσα στην πολιτική και τη
θρησκεία, το οποίο συνεχίζεται ως τις μέρες μας, δημιουργώντας
τεράστια προβλήματα στην ανθρωπότητα.
Αφορμή για την παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε από άρθρο στην
εφημερίδα «ΑΥΓΗ» (4-7-2020), του κ. Ανδρέα Μιχαηλίδη, βουλευτή
Χίου του ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία και γενικού γραμματέα της
Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας, με τίτλο: «ΑΡΙΣΤΕΡΑ
ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ». Ο αρθρογράφος, διαποτισμένος προφανώς από τη
μαρξιστική ιδεολογία, γνήσιο τέκνο του ευρωπαϊκού «διαφωτισμού»,
δηλαδή του αεί βαρβαρικού φραγκισμού, ακολουθεί την άποψη ότι
υπάρχει διάσταση μεταξύ της πολιτικής εξουσίας και της Εκκλησίας. Για
τούτο αποζητά και προτείνει έναν «διάλογο» μεταξύ τους, για το
κοινωνικό «καλό».
Αρχίζει το άρθρο του με τη διαπίστωση ότι, «Η Αριστερά, ιστορικά,
πάντα αντιμετώπιζε, και όχι άδικα, την Εκκλησία με επιφύλαξη και
γενικευμένη αντιπαραθετικότητα. Κάτι τέτοιο είναι απόλυτα
εξηγήσιμο. Η ταύτιση της ελλαδικής Εκκλησίας, και ιδιαίτερα της
ηγεσίας της, με τους πολέμιους της Αριστεράς είναι αναμφισβήτητη,
αν αναφερθεί κανείς στη νεότερη Ιστορία της χώρας». Ας μας
επιτρέψει ο αρθρογράφος να διαφωνήσουμε μαζί του. Η «επιφύλαξη και
η γενικευμένη αντιπαραθετικότητα» δεν οφείλεται σε καμιά

3

«ταύτιση» της Ελλαδικής Εκκλησίας με τους πολεμίους της Αριστεράς,
αλλά στη Μαρξιστική ιδεολογία, η οποία, ως υλιστικό «φιλοσοφικό»
σύστημα, απορρίπτει κάθε «μεταφυσική» και το χειρότερο: θεωρεί την
πίστη στο Θεό ως «όπιο του λαού» και την θρησκεία ως «εχθρό της
εργατικής τάξης», η οποία υπάρχει να «αποκοιμίζει τις μάζες για να
μην διεκδικούν τα δικαιώματά τους». Διάσταση υπάρχει βεβαίως και
οφείλεται στην ιδεολογική και πρακτική εχθρότητα του Μαρξισμού με
την Εκκλησία. Απόδειξη η φρίκη που βίωσαν οι Εκκλησίες στο λεγόμενο
φρικιαστικό «σιδηρούν παραπέτασμα», του περασμένου αιώνα και
βιώνουν σε σύγχρονα μαρξιστικά καθεστώτα (Κίνα, Βόρεια Κορέα).
Όπου δεν είχαν εξαφανιστεί (Αλβανία), αναγκάστηκαν να υποταχτούν
στα αθεϊστικά καθεστώτα, διωκόμενες και μη έχοντας τη δυνατότητα να
κάμουν αντίσταση, ούτε απλή διαμαρτυρία!
Στη συνέχεια γράφει πως η Ελλαδική Εκκλησία, «Ταυτίστηκε με το
φασιστικό καθεστώς του Μεταξά, όπως και με το μετεμφυλιακό
κράτος των νικητών, συμμετέχοντας στους διωγμούς της
καθημαγμένης μετά τη Βάρκιζα Αριστεράς. Υποστήριξε το καθεστώς
της ανωμαλίας των ανακτόρων, ανεχόμενη το όργιο βίας και νοθείας,
στεκόμενη απέναντι στους δημοκρατικούς αγώνες του λαού μας.
Ευλόγησε το χουντικό καθεστώς στηρίζοντας, ιδεολογικά και όχι
μόνο, το τρίπτυχο “πατρίς, θρησκεία, οικογένεια”. Αλλά και
μεταδικτατορικά, στάθηκε απέναντι σε όλες τις πρωτοβουλίες για
εξορθολογισμό των σχέσεων των πολιτών ή της ίδιας με το κράτος
(βλ. πολιτικός γάμος, εκκλησιαστική περιουσία, πολιτικός όρκος,
αναγραφή θρησκεύματος στις ταυτότητες κ.ά.). Στεκόμενη πάντα,
σταθερά, απέναντι σε κατοχύρωση θεμελιωδών δικαιωμάτων των
πολιτών (εκτρώσεις, σύμφωνο συμβίωσης κ.λπ.)»! Δεν αρνούμαστε
πως, ως άτομα, κάποια εκκλησιαστικά πρόσωπα, ή και ως
συλλογικότητες, ταυτίστηκαν με τις νομιζόμενες από την Αριστερά
«αντιδραστικές» δυνάμεις, αλλά αυτό δε μπορεί να χαρακτηρίσει την
Εκκλησία, την οποία ο αρθογράφος ταυτίζει λαθεμένα με την Διοίκησή
της. Η ταύτιση με οποιαδήποτε εγκόσμιο σχήμα, είτε την υλιστική
«δεξιά», είτε την επίσης υλιστική «αριστερά» είναι ανεπίτρεπτη για την
Εκκλησία και αν έγινε ή γίνεται, αποτελεί σοβαρή παρέκκλιση από την
σώζουσα αποστολή της και απόλυτα καταδικασμένη από το ζωντανό
εκκλησιαστικό σώμα.
Συνεχίζει να προβάλλει την τεχνηέντως συντηρούμενη και
διαστρεβλωμένη άποψη, ότι δήθεν τους «λαϊκούς αγώνες» τους κάνει
αποκλειστικά η «Αριστερά» και πως η Εκκλησία υπηρετεί «αντιλαϊκές
πολιτικές». Τίποτε πιο αναληθές από αυτό! Θέλει όμως να παραβλέπει
το γεγονός ότι η «Αριστερά» στη χώρα μας αποτελούσε πάντα και
συνεχίζει να αποτελεί, μια μη αξιόλογη δύναμη, μια σημαντική
μειοψηφία. Τότε, ποιοι είναι αυτοί που κάνουν τους «λαϊκούς αγώνες»;

4

Απαντάμε: Πολίτες όλων των ιδεολογικών ρευμάτων, οι οποίοι
αισθάνονται την ανάγκη διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους και φυσικά
πιστοί, μέλη της Εκκλησίας, οι οποίοι αποτελούν συντριπτική
πλειοψηφία στην Πατρίδα μας. Άρα λοιπόν η Εκκλησία, ως Σώμα
Χριστού, όχι μόνο δεν είναι απούσα από τους «λαϊκούς αγώνες», όπως
τους θέλει η μαρξιστική «Αριστερά», αλλά παρούσα. Θέλει να λησμονεί
ο αρθογράφος ακόμη, πως στα χρόνια της μαύρης Κατοχής και
μεταπολεμικά, όταν ο λαός μας κινδύνευε με αφανισμό από την πείνα και
τις ασθένειες, η Εκκλησία στάθηκε ο μεγάλος αρωγός του λαού μας, με
τα συσσίτια και τις μονάδες περίθαλψης. Κατά την τραγική εκείνη
συγκυρία, οι μαρξιστές, αδιαφορώντας για την οικτρή κατάσταση του
λαού μας, το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν πως θα αρπάξουν την
εξουσία, μετά την ήττα των κατακτητών, παίρνοντας τα όπλα εναντίον
των Ελλήνων, όσων δεν υιοθετούσαν τις ιδέες τους, αιματοκυλώντας και
καταστρέφοντας την Ελλάδα! Θα θέλαμε να αναλογιστεί ο αρθρογράφος,
ποια θα ήταν η κατάσταση, αν νικούσαν οι ομοϊδεάτες του. Ασφαλώς θα
γινόμασταν και θα ήμασταν «Αλβανία»!
Χαρακτηρίζει την Εκκλησία ως «αντιδραστική», διότι αντιτίθεται
σε ό, τι θεωρεί ο σύγχρονος κόσμος ως «ανθρώπινα δικαιώματα»,
όπως, «πολιτικός γάμος, εκκλησιαστική περιουσία, πολιτικός όρκος,
αναγραφή θρησκεύματος στις ταυτότητες κ.ά.). Στεκόμενη πάντα,
σταθερά, απέναντι σε κατοχύρωση θεμελιωδών δικαιωμάτων των
πολιτών (εκτρώσεις, σύμφωνο συμβίωσης κ.λπ.)». Ας μας επιτρέψει
όμως να μην συμμεριζόμαστε, ως «θεμελιώδη δικαιώματα των
πολιτών», τους φόνους των αγέννητων παιδιών και την διαστροφή της
ανθρώπινης φυσιολογίας και οντολογίας. Άρα καλά κάνει η Εκκλησία
και είναι «αντιδραστική» σε τέτοια «δικαιώματα»! Καλώς πράττει που
δεν συγκατατίθεται στη νομιμοποίηση της αμαρτίας και των ανθρωπίνων
παθών. Αυτό άλλωστε ορίζεται από την θεία διδασκαλία της, θεωρώντας
τον άνθρωπο ως εικόνα του Θεού και την αμαρτία ως αφύσικη
παρέκκλιση από την αυθεντικότητά του!
Ακολούθως αναφέρεται στην «στάση ορισμένων φωτεινών
εκκλησιαστικών παραγόντων, αλλά και λαμπρών παραδειγμάτων,
του λαϊκού κυρίως κλήρου, που τίμησαν το σχήμα τους και κράτησαν
ψηλά τις αξίες του ανθρώπου». Κάνει λόγο για κάποιους Ιεράρχες, οι
οποίοι συντάχτηκαν στην Εθνική Αντίσταση, στα χρόνια της Κατοχής
(Μητροπολίτες, Κοζάνης Ιωακείμ, Ηλείας Αντώνιο, καθώς και τον
μεγάλο κοινωνιστή, τον Χίου Ιωακείμ Στρουμπή). Αλλά, ας αφήσει
κατά μέρος αυτή την παλιά καπηλεία από την «Αριστερά», ας αφήσουμε
τον ιστορικό του μέλλοντος να αποφανθεί για το γεγονός αυτό, κατά τη
σκοτεινή και ταραγμένη εκείνη εποχή. Αντίθετα όμως, νομίζουμε ότι, η
συμμετοχή των Ιεραρχών και πλειάδας κληρικών στην αντίσταση κατά

5

των κατακτητών, μάλλον αποδυναμώνει τον ανιστόρητο και αυθαίρετο
ισχυρισμό, ότι την αντίσταση την έκαμε μόνο η μαρξιστική «Αριστερά»!
Επίσης «ξέχασε» ο αρθρογράφος να αναφέρει τα πάμπολλα
καταγραμμένα εγκλήματα, των μαρξιστικών ανταρτικών ομάδων κατά
κληρικών, τους οποίους θεωρούσε «προδότες», επειδή ασκούσαν
κριτική στην αθεϊστική, εγκληματική και φασιστική πρακτική τους.
Αναφέρουμε τον αείμνηστο π. Γεώργιο Σκρέκα, τον οποίο σταύρωσαν
σε έλατο κατά τη Μεγάλη Παρασκευή, στις 11 Απριλίου του 1944! Τι
ήθελε να κάνει η Εκκλησία, μπροστά στα φρικτά εγκλήματα των
μαρξιστών, τις εκτελέσεις αθώων, τις καταστροφές υποδομών, στις
«πηγάδες», στο ανείπωτο έγκλημα του παιδομαζώματος (28.000 παιδιά
αρπάχτηκαν ως όμηροι από τους ατάκτως υποχωρούντες αντάρτες και
μεταφέρθηκαν στις κομουνιστικές χώρες, τα οποία τα περισσότερα
εξαφανίστηκαν); Αυτές είναι βαθιές πληγές, τις οποίες άνοιξε η
«προοδευτική» μαρξιστική «Αριστερά», οι οποίες δεν έχουν κλείσει
ακόμα και δεν θα κλείσουν έως ότου αναγνωρίσει τα εγκλήματά της και
ζητήσει συγνώμη από τον Ελληνικό Λαό, για να πραγματοποιηθεί η
πολυπόθητη συμφιλίωση. Διευκρινίζουμε πως για την Εκκλησία μας
είναι το ίδιο καταδικαστέα και τα εγκλήματα των «δεξιών
εθνικοφρόνων» της τραγικής εκείνης εποχής.
Ακολούθως καλεί την Εκκλησία να ανταποκριθεί στην αποστολή της.
Έγραψε: «Η Εκκλησία, κυρίως η διοικούσα Εκκλησία, οφείλει να
αντιληφθεί τον ρόλο της στον σύγχρονο κόσμο με νέες προσεγγίσεις».
Πάλι καλά που αναγνωρίζει θετικό ρόλο στην Εκκλησία, κάτι που
αρνείται ολοσχερώς ο «ορθόδοξος» Μαρξισμός! Και συνεχίζει: «Η
παράδοσή της είναι τόσο πλούσια που έχει τη δυνατότητα
αναζήτησης νέων πρακτικών και στάσεων. Η πορεία της άλλωστε
μέσα στους αιώνες είναι πορεία συγκλίσεων, προσαρμογών,
υπερβάσεων». Ναι, αλλά όχι πορεία συμβιβασμών με τον πτωτικό
κόσμο, με αυτούς τους οποίους, στη συνέχεια παροτρύνει την Εκκλησία
να αποδεχτεί: «Μπορεί και πρέπει να πάψει να είναι φοβική,
κατανοώντας πως ο σύγχρονος άνθρωπος έχει ανάγκης διαφορετικής
προσέγγισης, με άλλο, σύγχρονο λόγο. Όχι ξύλινο, αλλά ζωντανό.
Έχει άλλα ζητούμενα. Έχει δικαιώματα τα οποία απαιτεί με όρους
αξιοπρέπειας και ισότητας. Η Εκκλησία οφείλει να έχει έντιμη θέση
απέναντι σε όλα αυτά και σε πολλά άλλα. Οφείλει να στέκεται δίπλα
στον λαό της συνολικά. Δεν μπορεί να απευθύνεται στο “μέρος”, αλλά
στο “όλον”. Η λογική “της δεξιάς του Κυρίου” είναι ανατριχιαστικά
διχαστική»! Αλλά δυστυχώς, τα «δικαιώματα», τα οποία καλεί ο
αρθρογράφος την Εκκλησία να «υπερασπίσει», είναι αυτά που έχει
«κάνει σημαία» το κόμμα του: οι εκτρώσεις, η ομοφυλοφιλία, ο γάμος
των ομοφυλοφίλων, η υιοθεσία παιδιών από ομόφυλες «οικογένειες»,
κλπ! Αυτά δεν είναι δικαιώματα, αλλά παρεκτροπές από την ανθρώπινη

6

οντολογία και φυσιολογία. Επίσης αυτό που αποκαλεί «σύγχρονο λόγο»,
δηλαδή νέα αντίληψη για τον άνθρωπο και τις διανθρώπινες σχέσεις,
(φόνος ανυπεράσπιστων αγέννητων παιδιών, κιναιδισμός, κλπ) είναι
«παλιός λόγος», παμπάλαιος και καταδικασμένος από το πανανθρώπινο
σύστημα ηθικών αξιών. Διερωτόμαστε: δεν γνωρίζει, δεν φρόντισε να
πληροφορηθεί, για το αυταπόδεικτο γεγονός, ότι η σύγχρονη ηθική
κατάρρευση της ανθρωπότητας βαίνει βάσει σχεδίου, για την
πραγματοποίηση των παγκοσμιοποιητικών στόχων; Κάλεσμα, λοιπόν,
στην Εκκλησία να υπερασπίσει τέτοια «δικαιώματα», αποτελεί
τουλάχιστον αφέλεια!
Αλλά και η αναφορά του ότι, η Εκκλησία οφείλει να απευθύνεται
στο «όλον» και όχι στο «μέρος», είναι ατυχής, διότι ουδέποτε Αυτή
έδιωξε κάποιον για τις όποιες πεποιθήσεις του, σε κανέναν δεν έκλεισε
ποτέ τις πόρτες της. Μακριά από αυτή μένουν όσοι το θέλουν και
δυστυχώς εκείνοι οι οποίοι την μισούν και την θεωρούν «κοινωνικό
κακό». Η βίαια απομάκρυνση των διαφωνούντων συμβαίνει κατά κόρον
στα πολιτικά κόμματα και κύρια στην «Αριστερά», όπου οι λογίς
«ρεβιζιονιστές», όχι απλά εκδιώκονται, αλλά παλιότερα στιγματίζονταν
ως «εχθροί του λαού», βασανίζονταν, εξορίζονταν και συχνά έχαναν και
τη ζωή τους. Ελπίζουμε να έχει γνώση για τα εκατομμύρια ανείπωτα
εγκλήματα κατά πολιτικών αντιπάλων στη άλλοτε Σοβιετική Ένωση, την
Κίνα και αλλαχού. Λησμονεί μήπως τις περιώνυμες δίκες της Μόσχας,
όταν ο ένας «σύντροφος» κατέσθιε τον άλλον; Ευελπιστούμε, ότι έχει
διαβάσει την ιστορία των κομμουνιστικών κομμάτων και κύρια της πάλαι
ποτέ Σοβιετίας, για να βεβαιωθεί, ποιος πραγματικά έκανε διαχωρισμούς
μεταξύ «μέρους» και «όλου» και κύρια εναντίον όσων πίστευαν στο
Θεό, οι οποίοι αποκλείονταν από το δικαίωμα στην εργασία και από κάθε
κοινωνική ζωή! Ας διαβάσει ζωντανές μαρτυρίες ανθρώπων από την
πάλαι κομουνιστική Αλβανία, όπου θλιβεροί δάσκαλοι εκμαίευαν από
μαθητές πληροφορίες για την ενδεχόμενη κρυφή οικογενειακή
θρησκευτική ζωή, για να στείλουν τους γονείς τους στα καταναγκαστικά
έργα ή και στο εκτελεστικό απόσπασμα! Και ακόμα, όσον αφορά τον
«ξύλινο λόγο», αυτόν ας τον αναζητήσει στους ακραίους δογματισμούς
της μαρξιστικής ιδεολογίας, στην εμμονή της στην υλιστική θεώρηση του
κόσμου του 19 ου αιώνα, παρά το γεγονός ότι η σύγχρονη επιστήμη την
έχει εκμηδενίσει!
Ακολούθως προσπαθεί να στήσει γέφυρες επικοινωνίας μεταξύ
Αριστεράς και Εκκλησίας. Έγραψε: «Από την άλλη μεριά, η Αριστερά
είναι υποχρεωμένη πλέον να επεξεργαστεί θέση πολιτική,
συγκροτημένη και ολοκληρωμένη απέναντι στην Εκκλησία»!
Αναρωτιόμαστε τι είδους «επεξεργασία πολιτικής θέσης» είναι δυνατόν
να κάνει η «Αριστερά» απέναντι στην Εκκλησία, αφού, όπως
προαναφέραμε, ο δογματικός αθεϊσμός, η αντίληψη ότι η πίστη στο Θεό

7

είναι το «όπιο του λαού», ο «σοσιαλιστικός μετασχηματισμός» δια της
πλέον στυγνής «δικτατορίας του προλεταριάτου», ο ιστορικός και
διαλεκτικός υλισμός, ως κοσμοθεωρία και πράξη, είναι τα βασικά δομικά
στοιχεία της μαρξιστικής αριστεράς και διαμετρικά αντίθετα με τη θεία
διδασκαλία της Εκκλησίας. Επίσης, τα «ανθρώπινα δικαιώματα», της
Αριστεράς, ως διαστροφές της ανθρώπινης οντολογίας και φυσιολογίας,
και του πανανθρώπινου συστήματος αξιών, τα οποία εξυπηρετούν την
εδραίωση της παγκοσμιοποίησης του διεθνούς κεφαλαίου και των
φιλόδοξων επιβητόρων της παγκόσμιας εξουσίας, είναι εντελώς διάφορα
από την ανθρωπολογία της Εκκλησίας μας. Δε γνωρίζουμε που βλέπει ο
αρθρογράφος «κοινές βάσεις» πάνω στις οποίες μπορεί να στηριχτεί μια
συνεργασία μεταξύ Αριστεράς και Εκκλησίας.
Συνεχίζοντας, εκφράζει την άποψη ότι και η Αριστερά, «οφείλει να
αποκτήσει ακριβή γνώση των εκκλησιαστικών πραγμάτων, όχι μέσω
της πλασματικής εικόνας που μεταφέρουν κάποιοι «γνώστες».
Οφείλει να ξεκαθαρίσει τι είδους ακριβώς σχέσεις επιδιώκει με την
Εκκλησία. Να εκτιμήσει τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί και να
ορίσει τα όρια μέσα στα οποία μπορεί να κινηθεί. Η λογική της γάτας
που αποφασίζει να διασχίσει τη λεωφόρο και το τι της συμβαίνει στη
μέση του δρόμου δεν αξίζει στη δική μας Αριστερά. Οφείλουμε να
ξαναπιάσουμε το νήμα των σχέσεών μας με την Εκκλησία από εκεί
που κόπηκε απότομα, με τη συμμετοχή στην κυβέρνηση του βουνού
φωτισμένων εκκλησιαστικών ηγετών. Από το σημείο εκείνο που
λαμπροί κληρικοί υπήρξαν πρωτεργάτες του φιλειρηνικού κινήματος
στα μεταδικτατορικά χρόνια. Να συναντηθούμε επιτέλους με τον
λαϊκό κλήρο που βρίσκεται κοντά μας και στηρίζει, έστω και
κριτικά, επιλογές μας»! Διερωτόμαστε και πάλι, πως είναι δυνατόν η
Αριστερά, ύστερα από 170 χρόνια πορείας ως ιδεολογικό μέγεθος και
εκατό χρόνια ως πολιτική εφαρμογή, δεν μπόρεσε ακόμη «να αποκτήσει
ακριβή γνώση των εκκλησιαστικών πραγμάτων», όσον αφορά την
φύση και την αποστολή της Εκκλησίας και το αποτολμά τώρα; Δε
μπορούμε να δεχτούμε την άποψη ότι μέχρι τώρα στηρίχτηκε σε
«πλασματική εικόνας που μεταφέρουν κάποιοι “γνώστες”». Ποιους
γνώστες βάζει σε εισαγωγικά; Μήπως τους κατά καιρούς υπερφίαλους
και αλληλοκαταργούμενους θεωρητικούς της Αριστεράς, οι οποίοι
χάραζαν και χαράζουν την ιδεολογική γραμμή των αριστερών κομμάτων
και δηλητηρίαζαν τους οπαδούς τους με καταστροφικό μίσος κατά της
Εκκλησίας τους οπαδούς τους;
Τι ωθεί, λοιπόν, την Αριστερά να ζητά τόσο όψιμα «συνεργασία»
με την Εκκλησία; Άλλαξε μήπως κοσμοθεωρία, ιδεολογικό περιεχόμενο
και πολιτικό λόγο; Αμφιβάλουμε. Προφανώς, η μόνη εξήγηση είναι η
εξής: Η εδώ και τρείς δεκαετίες συνεχώς καταρρέουσα μαρξιστική
ιδεολογία, πολιτική και οικονομική πρακτική, υπό το βάρος των

8

ασήκωτων, ολέθριων και εγκληματικών επιλογών της, τον περασμένο
αιώνα, οδηγεί την σύγχρονη Αριστερά σε «αφύσικες» πια συμμαχίες, για
την επιβίωσή της. Αμφιβάλλουμε επίσης για το ότι «ξαφνικά» η
Αριστερά άρχισε να συμπαθεί τους «σκοταδιστές», «θρησκόληπτους»,
«αντιδραστικούς» και «δεξιούς φασίστες» πιστούς. Αμφιβάλλουμε και
για τα αισθήματα του αρθρογράφου για κάποιους «λαμπρούς
κληρικούς», αφού οι κληρικοί γενικά ήταν ως τώρα τα «μαύρα
πρόβατα» για τους «επαναστάτες» μαρξιστές. Φοβούμαστε πως η
προτροπή και η ευχή του αρθρογράφου αριστερού βουλευτή, για
συνάντηση με τον «λαϊκό κλήρο», αλλά και τους πιστούς, αποσκοπεί να
αυξηθεί ο συνεχώς μειούμενος αριθμός των αφισοκολλητών, των
διαδηλωτών και των ψηφοφόρων της Αριστεράς!
Αξίζει να διευκρινίσουμε πως δεν είναι καινοφανές το «τόλμημα»
διαλόγου για συνεργασία Εκκλησίας και Αριστεράς. Πολλοί το
επιχείρησαν, αλλά, όπως ήταν αναμενόμενο, δεν τελεσφόρησε. Είναι
άλλωστε χαρακτηριστικό το παράδειγμα της λεγομένης «Θεολογίας της
Απελευθέρωσης», για «επαναστατική συνεργασία» μεταξύ παπικών
«κληρικών» και μαρξιστών στη Λατινική Αμερική, η οποία κατέληξε σε
οικτρή αποτυχία. Για όλα αυτά ευθύνεται η διαμετρική ετερότητα της
Εκκλησίας με την μαρξιστική Αριστερά. Με άλλα λόγια, δε μπορούμε
να διακρίνουμε «βάσεις», πάνω στις οποίες μπορεί να στηριχτεί μια
τέτοια συνεργασία, να έχει μέλλον και χρήσιμο αποτέλεσμα! Αυτό
βεβαίως δε σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να υπάρχει αλληλοσεβασμός και
ανοχή. Για την Εκκλησία μας δε γεννάται τέτοιο θέμα, διότι απέδειξε,
στη δισχιλιόχρονη πορεία της, ότι σέβεται τα πιστεύω των άλλων και δεν
εντάσσει με τη βία κανέναν στις τάξεις της. Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας,
η μοναδική γνήσια Εκκλησία του Χριστού, δεν ευθύνεται για κανένα
έγκλημα. Απομένει στην Αριστερά να δείξει και εκείνη τον απαιτούμενο
σεβασμό στην Εκκλησία και στους πιστούς της, δείχνοντας έμπρακτα ότι
αποκηρύσσει τη φρίκη των διωγμών του παρελθόντος και την εχθρότητα
εναντίον της! Αναμφίβολα, ο κατευνασμός των παθών και η κοινωνική
ειρήνη είναι, στις ταραγμένες ημέρες μας, απόλυτα επιβεβλημένες
καταστάσεις, τις οποίες η Εκκλησία μας προωθεί. Η όποια αντιπαράθεση
αρχών, δε σημαίνει αναγκαστικά αντιπαλότητα και εχθρότητα, ούτε και η
ιστορική μνήμη.
Κλείνοντας το σχόλιό μας, θα θέλαμε να εκφράσουμε τη διαχρονική
μας θέση, ότι η αγία μας Εκκλησία είναι υπεράνω εγκόσμιων ιδεολογιών,
κοσμοθεωριών, πολιτικών οργανισμών, οικονομικών συστημάτων και
φιλοσοφιών. Διότι όλα αυτά είναι ανθρώπινα δημιουργήματα, με σχετική
ή καθόλου αξία. Οι σύγχρονες ιδεολογίες και μαζί τους ο Μαρξισμός,
είναι τέκνα του λεγομένου «ευρωπαϊκού διαφωτισμού», του μικρόνου
Ορθολογισμού, ο οποίος απορρέει από τον βαρβαρικό φραγκισμό και ο
οποίος είναι η διαχρονική μήτρα της παγκόσμιας κακοδαιμονίας τους

9

τελευταίους δέκα αιώνες. Δε χρειάζεται να αξιολογήσουμε εμείς τον
Μαρξισμό, τον αξιολόγησε η ιστορία, χαρακτηρίζοντας τον ως μια από
τις χειρότερες απάτες, για την πραγματική κοινωνική μεταστοιχείωση,
και γι’ αυτό τον έθεσε οριστικά στο χρονοντούλαπό της, μετά από 70
χρόνια δοκιμής στα καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης.
Η Εκκλησία μας δεν έχει προφανώς την ανάγκη συνεργασιών με
πτωτικά σχήματα του κόσμου, αλλά υπάρχει, εδώ και δύο χιλιάδες
χρόνια, για να μεταλλάσσει τον πτωτικό κόσμο σε «καινή κτίση»
(Γαλ.6,15) και όχι να συμβιβάζεται και να συνεργάζεται μαζί του. Θα
μπορούσε να το κάνει στα πρωτοχριστιανικά χρόνια και να αποφύγει
τους φοβερούς διωγμούς, αποτρέποντας τους ποταμούς αιμάτων έντεκα
εκατομμυρίων Μαρτύρων. Αλλά δεν το έκανε και πολύ καλά έκαμε!
Αυτό πρέπει να κάμει και στις τραγικές και εσχατολογικές ημέρες μας,
όπου περισσεύει η σύγχυση και ο αμοραλισμός. Παρά ταύτα, έχει
ανοικτές τις σωστικές αγκαλιές της να δεχτεί τον κάθε άνθρωπο, χωρίς
καμιά διάκριση, να τον μεταλλάξει σε εικόνα Θεού και να τον σώσει.
Αυτή είναι η αποστολή της!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Τρίτη 14 Ιουλίου 2020

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 13 η Ιουλίου 2020.
Η ΚΤΙΣΤΗ ΧΑΡΙΣ ΚΑΙ Η ΙΟΒΟΛΟΣ «ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ» ΤΟΥ

ΠΑΠΙΣΜΟΥ

Οι πάμπολλες δογματικές και άλλες διαφορές μεταξύ της
Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας μας και της θρησκευτικής κοινότητας
του Παπισμού είναι όντως αγεφύρωτες. Η επιδημία του κορωνοϊού,
έφερε στην επικαιρότητα και τις χαώδεις διαφορές μας στη Θεία
Κοινωνία. Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, παρά την αποδοχή των
περιοριστικών μέτρων, τα οποία επέβαλε η Πολιτεία, για τον περιορισμό
της διασποράς του ιού, αυτή ουδέποτε διανοήθηκε να θεωρήσει τη Θεία
Κοινωνία ως αίτια μετάδοσης του ιού και καμιάς μεταδοτικής νόσου.
Αποφάνθηκε με τον πλέον σαφή τρόπο ότι η Θεία Κοινωνία είναι αυτό
το ίδιο το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, η οποία ζωοποιεί τον
άνθρωπο, διότι ο Αυτός είναι η ζωή (Ιωάν.11,25) και χορηγός της ζωής
και σε καμιά περίπτωση δε μπορεί να προκαλέσει φθορά και θάνατο,
διότι ο Λυτρωτής μας νίκησε τη φθορά και το θάνατο, με το δικό Του
θάνατο και την πανένδοξη ανάστασή Του. Ζωή και θάνατος είναι έννοιες
ασυμβίβαστες στην Εκκλησία. Ο πιστός του Χριστού γεύεται την
αφθαρσία και οδεύει προς την αθανασία, σε αντίθεση με τον αποκομμένο
από το Χριστό άνθρωπο, ο οποίος είναι στην ουσία νεκρός, διότι
στερείται τη σύνδεσή του με την πηγή της ζωής και απλά επιβιώνει
βιολογικά.
Δυστυχώς, αυτή την δύσκολη, την τραγική συγκυρία, ακούστηκαν
από ανθρώπους άγευστους των δωρεών του Χριστού, πολλά για το
ιερότατο αυτό Μυστήριο της Εκκλησίας μας, αγγίζοντας τα όρια της
χλεύης, της συκοφαντίας και της βλασφημίας. Ορκισμένοι
χριστιανομάχοι άδραξαν την ευκαιρία να ξεράσουν την απωθημένη χολή
στην ψυχή τους, θέλοντας να προσβάλλουν τη Θεία Κοινωνία, τον τρόπο
μετάληψης, ως μια δήθεν επικίνδυνη πρακτική για τη δημόσια υγεία.
Μάλιστα το μένος τους θέριεψε, διαπιστώνοντας τη λαχτάρα μυριάδων
πιστών να προσέλθουν στο Ποτήριο της Ζωής, να κοινωνήσουν το
Χριστό, όσο περνούσαν οι ημέρες του εγκλεισμού των πιστών έξω από
τους ιερούς ναούς και της στέρησής τους της Θείας Μετάληψης.
Οργίστηκαν επίσης όταν πληροφορήθηκαν ότι χιλιάδες πιστοί
κατόρθωσαν να βρουν τρόπο να κοινωνήσουν, κατά τη διάρκεια της
«καραντίνας», από ομολογητές κληρικούς, παρά τις απειλές και
δυστυχώς τις παραπομπές τους στη δικαιοσύνη από κρατικά όργανα, τα
οποία εξαντλούσαν κάθε αυστηρότητα στην τήρηση των απαγορευτικών

2

2

διατάξεων. Τι σημαίνει αυτό; Ότι ο λαός του Θεού ο άγιος έχει τη
βεβαιότητα πως, όχι μόνο δεν κινδυνεύει, προσερχόμενος στη Θεία
Κοινωνία, αλλά και θωρακίζεται έτι περισσότερο από τη μετάδοση
ασθενειών δι’ άλλων τρόπων! Γνωρίζει καλώς πως ουδέποτε στη
δισχιλιόχρονη ιστορική πορεία της Εκκλησίας σημειώθηκε μεταδοτικό
κρούσμα δια της Θείας Κοινωνίας. Κανένας ποτέ κληρικός δε νόσησε
από την κατάλυση του Αγίου Ποτηρίου, ακόμα και εκείνοι που
λειτουργούν σε λοιμώδη νοσοκομεία και ιδρύματα (π.χ. Σπιναλόγκα,
Σωτηρία, κ.α.)!
Αυτά φρονεί και βιώνει η Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία μας, η
αληθινή και μοναδική Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του
Χριστού, σε αντίθεση με τις αιρετικές κοινότητες, οι οποίες έχουν
εντελώς διαφορετική αντίληψη περί μετάδοσης νοσημάτων δια της δικής
τους «θείας κοινωνίας» και δια των θρησκευτικών τους συνάξεων. Δεν
είναι τυχαίο το γεγονός ότι η παπική «εκκλησία» απαγόρευσε τη «θεία
κοινωνία» στους πιστούς της, πριν οι κατά τόπους κυβερνήσεις την
απαγορεύσουν, για το φόβο μετάδοσης του κορωνοϊού, παρά το γεγονός
ότι στους λαϊκούς χορηγούν ατομική όστια! Δε χρειάζεται να
σχολιάσουμε τις πολυάριθμες προτεσταντικές παρασυναγωγές, αφού σε
εκείνες η «κοινωνία» γίνεται με ατομικά κυπελάκια και δεν αισθάνονται
επιτακτική την ανάγκη της «κοινωνίας», διότι δεν πιστεύουν ότι
κοινωνούν Σώμα και Αίμα Χριστού.
Αφορμή για την παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε από πρόσφατο
δημοσίευμα στο περιοδικό των εν Ελλάδι παπικών Ιησουιτών
«ΑΝΟΙΧΤΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ» (τ.1123 Μάιος- Ιούνιος 2020), του
παπικού «κληρικού» κ. Θ. Κοντίδη, με θέμα: «Η ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΕΤΑΔΩΣΕΙ ΤΟΝ ΙΟ;». Μελετήσαμε με προσοχή το
δημοσίευμα και διαπιστώσαμε ότι αυτό εκφράζει, με τον πλέον σαφή
τρόπο, την διαφορετική, προσέγγιση και βίωση του Ιερού Μυστηρίου της
Θείας Ευχαριστίας από την παπική θρησκευτική κοινότητα, σε σχέση με
την Ορθόδοξη Εκκλησία μας, η οποία τηρεί απαραχάρακτη και
ακαινοτόμητη την θεοπαράδοτη και σώζουσα διδασκαλία του Χριστού,
των αγίων Αποστόλων και των θεοφώτιστων Πατέρων. Είναι ευδιάκριτη
και αποτυπωμένη σε αυτό η αιρετική σχολαστική αντίληψη περί Θείας
Χάριτος και σωτηρίας, η οποία αφίσταται διαμετρικά από την
διδασκαλία της αδιαίρετης Εκκλησίας, των δέκα πρώτων αιώνων, την
οποία ο Παπισμός καταφρόνησε και αντικατέστησε με δεκάδες πλάνες,
σε αντίθεση με την Ορθοδοξία μας, η οποία και ακολουθεί πιστά την
άπαξ παραδοθείσα πίστη «τοις αγίοις» (Ιουδ.3).
Ο κ. Θ. Κοντίδης αρχίζει το άρθρο του με την πρόσφατη
«αντιπαράθεση ανάμεσα στην κυβέρνηση και σε ένα σημαντικό
μέρος της Ορθόδοξης Εκκλησίας», όπως τονίζει. Φαίνεται να μην
συμμερίζεται την αναγκαιότητα αυτής της αντιπαράθεσης, διότι, όπως

3

3

γράφει στη συνέχεια «η Καθολική Εκκλησία στον τόπο μας και
διεθνώς πήρε μέτρα και στις τελετές και στη μετάδοση της θείας
κοινωνίας, οπότε με τον τρόπο αυτό απάντησε έμμεσα ή άμεσα στο
ερώτημα». Δε χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια να καταλάβει ο καθένας,
σύμφωνα και με τα γραφόμενα του, πως η παπική «εκκλησία» δεν έχει
καμιά επιφύλαξη ότι η θεία κοινωνία μπορεί να μεταδώσει μολυσματικές
ασθένειες! Μάλιστα είναι τόσο σίγουρη, ώστε πρόλαβε τις υγειονομικές
και κυβερνητικές αρχές, παίρνοντας δραστικά μέτρα, για την προστασία
της υγείας των πιστών της! Μόνο που εδώ στην Ελλάδα, όπως τονίζει
στη συνέχεια, «πολλοί ορθόδοξοι κληρικοί απευθυνόμενοι στο ποίμνιό
τους (σ.σ. ότι δεν υπάρχει κανένας κίνδυνος από τη Θεία Κοινωνία,
με τον ορθόδοξο τρόπο μετάληψης)», επηρέασαν «και κάποιους
καθολικούς, ότι μια οποιαδήποτε αλλαγή στα λειτουργικά έθιμα είναι
έλλειψη πίστης και παρεκτροπή από την τάξη της Εκκλησίας».
Συνηθισμένος ο κ. Θ. Κοντίδης στις ριζικές μεταλλάξεις και αλλοιώσεις,
από την «εκκλησία» του, των σωζουσών διδασκαλιών και των
θεοπνεύστως θεσπισμένων εθίμων της Εκκλησίας του Χριστού, τα οποία
υπηρετούν το έργο της σωτηρίας των πιστών, δεν έχει κανέναν
ενδοιασμό να αλλάξει και ο τρόπος της Θείας Κοινωνίας, για να είναι
αρεστός και εγκεκριμένος από τον πτωτικό κόσμο και ακίνδυνος στη
μετάδοση λοιμωδών ασθενειών! Άλλωστε η χιλιόχρονη ιστορική πορεία
του Παπισμού είναι η αδιάκοπη και χωρίς όρια, εκκοσμίκευση της
Εκκλησίας, η μετάλλαξη της Εκκλησίας σε «κόσμο», αντί της
μετάλλαξης του κόσμου σε Εκκλησία!
Στη συνέχεια κριτικάρει την ορθόδοξη πίστη, πως ο ναός
καθαγιάζεται από τη Θεία Χάρη και ως εκ τούτου δεν καθίσταται χώρος
μετάδοσης ασθενειών. «Συνεπώς, γράφει, είναι ασέβεια και απιστία
(σ.σ. από ορθοδόξου πλευράς), να θεωρήσει κανείς ότι αυτά που
μεταδίδουν την χάρη του Θεού στους πιστούς μπορεί να μεταδώσουν
κάποια αρρώστια ή κάτι κακό». Και εξηγεί ακολούθως τη «λαθεμένη»
αντίληψη ημών των ορθοδόξων, διερωτώμενος: «άραγε … τα υλικά
αντικείμενα χάνουν τις φυσικές τους ιδιότητες και γίνονται κάτι άλλο
με άλλες θαυματουργικές ή υπερφυσικές ιδιότητες; Εξαιρούνται από
τη φυσική τάξη του κόσμου;». Στη συνέχεια δίνει τη δική του
απάντηση, η οποία βεβαίως είναι πλανεμένη δοξασία της «εκκλησίας»
του: «Δεν νομίζω» έγραψε, αρνούμενος προφανώς την πίστη ότι ο πιστός
είναι προφυλαγμένος στο ναό! Προσπαθεί να εξηγήσει το γιατί, με τη
γνωστή σχολαστική μέθοδο, με την οποία «θεολογεί» ο αιρετικός
Παπισμός, ισχυριζόμενος πως, «Μπορεί να γίνονται θαύματα και
κάποιος που πιστεύει να μην πάθει τίποτα. Ναι. Αλλά αυτό θα πρέπει
να θεωρηθεί ένα έκτακτο γεγονός ή ένα δεδομένο γεγονός; Θα έλεγα
ένα έκτακτο γεγονός και όχι δεδομένο. Ο Χριστός σεβάστηκε την
φυσική τάξη των πραγμάτων και δεν έκανε θαύματα παρά με κάποιες

4

4

προϋποθέσεις. Ήταν έκτακτο γεγονός». Και καταλήγει: «το έργο της
δημιουργίας έχει την τάξη του και πρέπει να το λαβαίνουμε υπόψη
μας με τη λογική και τη σύνεσή μας»!
Θεωρούμε ότι τα ανωτέρω γραφόμενα του παπικού «κληρικού», όχι
μόνο δεν συνάδουν με την αγιογραφική και πατερική διδασκαλία της
Εκκλησίας του Χριστού, αλλά αγγίζουν τα όρια ακραίων κακοδοξιών. Οι
αντιλήψεις του είναι βαθύτατα διαποτισμένες από μία από τις πάμπολλες
παπικές αιρετικές πλάνες, τις οποίες σώρεψε στην «καθολική εκκλησία»,
μετά την αποκοπή της από την μία και αδιαίρετη Εκκλησία, την αίρεση
περί της «Κτιστής Χάριτος», η οποία καταδικάστηκε από τις
ησυχαστικές Συνόδους (1341,1347, 1351). Σύμφωνα με αυτή, ο απόλυτα
απρόσιτος Θεός κοινωνεί με τα κτίσματά του δια της χάριτός του, η
οποία όμως είναι κτιστή, δημιουργώντας τεράστια προβλήματα στην περί
κόσμου, ανθρώπου και σωτηρίας διδασκαλία της Εκκλησίας. Αποτελεί
μια άνευ προηγουμένου εκθεμελίωση της εν Χριστώ σωτηρίας του
ανθρώπου και του τραυματισμένου από την αμαρτία κόσμου,
προσβάλλοντας και αυτή την ίδια την Ενανθρώπηση του Θεού Λόγου.
Δεν έχουμε δυστυχώς το χώρο και το χρόνο να εκταθούμε στο μείζον
αυτό ζήτημα. Το μόνο που θα αναφέρουμε είναι ότι εφόσον η χάρη που
διαχέεται στον κόσμο είναι κτιστή, δεν είναι δυνατή, ούτε η προσέγγιση
του Θεού, αλλά ούτε είναι δυνατή και η σωτηρία. Ο απόστολος Παύλος
μας βεβαιώνει πως ολόκληρη η κτιστή δημιουργία (αόρατη και
πνευματική, ορατή και υλική) τραυματίστηκε από το τραγικό γεγονός της
πτώσεως του ανθρώπου, τονίζοντας κατηγορηματικά πως «οίδαμεν γαρ
ότι πάσα η κτίσις συστενάζει και συνωδίνει άχρι του νυν»,
αναμένοντας την απελευθέρωσή της «από της δουλείας της φθοράς εις
την ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του Θεού» (Ρωμ.8,21- 22). Κατά
συνέπεια και η «κτιστή χάρη», που δοξάζει ο Παπισμός, συγκαταλέγεται
στην «πάσα κτίσι», είναι υποκείμενη στη φθορά και άρα διατελεί επ’
ελπίδι της αποκατάστασής της. Όμως, το τραυματισμένο και φθαρμένο
από την αμαρτία κτιστό μπορεί να σώσει άλλο, επίσης τραυματισμένο
και φθαρμένο από την αμαρτία κτιστό (τον κτιστό άνθρωπο); Ασφαλώς
όχι, βεβαιώνουν οι άγιοι Πατέρες, με προεξάρχοντα τον άγιο Γρηγόριο
τον Παλαμά! Η σωτηρία έρχεται έξω από τον κτιστό κόσμο και είναι
αποτέλεσμα της διαχύσεως των ακτίστων ενεργειών του Θεού προς τον
κτιστό κόσμο. Η περί κτιστής χάριτος κακοδοξία του Παπισμού και όλων
των προτεσταντικών παραφυάδων αποτελεί για την Εκκλησία μας
έσχατη πλάνη, αλλά διαπιστώνουμε με περισσή απορία, ότι δεν έχει γίνει
ως τώρα αντικείμενο μελέτης στους ατέρμονους και αναποτελεσματικούς
θεολογικούς διαλόγους! Γιατί άραγε;
Ο Παπισμός, λοιπόν, διδάσκοντας ότι η λαμβανόμενη από το Θεό
χάρη είναι κτιστή, δηλαδή πτωτική και όχι άκτιστη, όπως διδάσκει η
Εκκλησία. Αυτό έχει ως συνέπεια την απουσία σώζουσας χάριτος και

5

5

σωτηρίας, στην παπική «εκκλησία». Δεν έχει χάρη και άρα δεν μπορεί
να προσφέρει σωτηρία. Τα μυστήριά της είναι ανενεργά, διότι απουσιάζει
η (μόνη σώζουσα) άκτιστη χάρη του Θεού. Δικαιολογημένα λοιπόν ο κ.
Θ. Κοντίδης εκφράζει τους φόβους του ότι μπορεί μέσω της παπικής
«θείας κοινωνίας», αλλά και μέσω οποιασδήποτε «εκκλησιαστικής»
πράξης και δραστηριότητας, να μολυνθούν οι πιστοί. Γι’ αυτό και θεωρεί
ως «έκτακτο θαύμα» το γεγονός ότι μπορεί να μην μολυνθεί κάποιος
από τη συμμετοχή του στη λατρευτική σύναξη της «εκκλησίας» του!
Όλοι οι μετέχοντες μπορεί να μολυνθούν και ίσως κάποιος γλυτώσει,
χάρις σε «έκτακτο θαύμα»!
Τελειώνει το άρθρο του ο παπικός «κληρικός», εκφράζοντας τη
δυσφορία του, διότι πολλοί ορθόδοξοι υποστηρίζουν, όπως γράφει, ότι:
«ο ορθόδοξος ναός δεν είναι ούτε τζαμί, ούτε συναγωγή, ούτε
ευκτήριος οίκος κάποιας παπικής ή προτεσταντικής ή χιλιαστικής
κακοδοξίας και αιρέσεως». Αντιτίθεται, υποστηρίζοντας την άποψη,
πως, «ο Κύριος επιτελεί το έργο του και σε άλλους ναούς»,
συμπεριλαμβάνοντας προφανώς τους ναούς των αιρετικών, ακόμα και
των αλλοθρήσκων! Και «δογματίζει» πως «Γιατί, αν ο Κύριος επιτελεί
έργο σωτηρίας και επισκέψεως (σ.σ. σε ναούς αιρετικών και
αλλοθρήσκων) και εγώ λέω ότι αυτό είναι τίποτε (σ.σ. εννοώντας εμάς
τους ορθοδόξους, που δε συμμεριζόμαστε αυτή την αντίληψη), δεν κάνω
μόνο λάθος. Αλλά γίνομαι βλάσφημος και κριτής του Κυρίου. Και
την εσχάτη ημέρα δεν θα δώσουν λόγο ενώπιον του υψίστου μόνο οι
ασεβείς, αλλά και οι βλάσφημοι. Ας είμαστε λοιπόν συνετοί και
ταπεινοί»! Να λοιπόν, που ο ιησουίτης «κληρικός», πέρα από τον
εμφανή οικουμενιστικό του προσανατολισμό, μας χαρακτηρίζει ως
«βλάσφημους» και μας «στέλνει στην κόλαση», διότι «τολμούμε»,
ακολουθώντας τους αγίους Πατέρες (Ανατολής και Δύσης), να
διακηρύξουμε την αποκλειστικότητα της Εκκλησίας να προσφέρει, μόνη
αυτή, σωτηρία!
Δε νομίζουμε ότι χρήζουν σχολιασμού τα όσα έγραψε ως επίλογο στο
διάτρητο δογματικά και εκκλησιολογικά άρθρο του. Το μόνο που θα
μπορούσαμε να σχολιάσουμε είναι πως αν ο κ. Θ. Κοντίδης είναι τόσο
σίγουρος ότι ο Χριστός είναι παρών στην «εκκλησία» του και η οποία
«επιτελεί έργο σωτηρίας» και έχει τη «χάρη του Θεού» (προφανώς την
κτιστή), γιατί αλατίζει τον «αγιασμό» της, για να μη βρωμίσει,
καθιερώνοντας μάλιστα και ειδική τελετή αλατίσματος; Αν όμως θέλει
και έχει αγαθή διάθεση, ας διαπιστώσει, πως στην Ορθόδοξη Εκκλησία
μας ο αγιασμός δε σαπίζει, δε βρωμάει ποτέ, όσα χρόνια και αν
περάσουν, χωρίς αλάτια και συντηρητικά, αλλά μοσχοβολά και αγιάζει,
διότι είναι αποτέλεσμα της άκτιστης χάριτος του Θεού! Μπορεί αν θέλει
να αποκτήσει έτσι μια απτή απόδειξη, για το που υπάρχει και σώζει
πραγματικά ο Χριστός!

6

6

Κλείνουμε την ανακοίνωσή μας με αισθήματα πραγματικής λύπης, για
το γεγονός ότι υπάρχουν κατ’ όνομα χριστιανοί και μάλιστα «κληρικοί»,
οι οποίοι παραμερίζουν την αποκαλυμμένη διδασκαλία της Εκκλησίας
μας και την αγιοπνευματική και αγιοπατερική δισχλιόχρονη εμπειρία της
και ασπάζονται, ακολουθούν και προβάλλουν σχολαστικούς
συλλογισμούς άσχετους και αντίθετους με τη σώζουσα αλήθεια, για να
συνατάσσονται με τον πτωτικό κόσμο. Συντηρούν, ακολουθούν και
προβάλλουν την απόλυτα χρεωκοπημένη σχολαστική «θεολογία», η
οποία είναι στην ουσία στοχαστικά αποκυήματα του προχριστιανικού
παγανιστικού κόσμου (αριστοτελικά και πλατωνικά δόγματα),
επικαλυμμένα με χριστιανικό μανδύα, με τα οποία ο βάρβαρος και
αιρετικός φραγκισμός κατεδάφισε το σωστικό εκκλησιαστικό
οικοδόμημα της Εκκλησίας του Χριστού στη Δύση. Εν προκειμένω, ο
παπικός «κληρικός», συνεπής ακόλουθος του ολέθριου φραγκισμού,
κάνει «θεολογικές» προτάσεις, προσπαθώντας να οικοδομήσει με τα
φθαρμένα μεσαιωνικά «θεολογικά» υλικά του σχολαστικισμού, νέα,
μοντέρνα «θεολογία», για να δείξει πόσο εκκοσμικευμένη, τουτέστιν,
πόσο αρεστή είναι στον πτωτικό κόσμο η «εκκλησία» του! Όμως άθελά
του, κλείνει ερμητικά όλες τις θύρες επαναπροσέγγισης της με την μια
και αδιαίρετη Εκκλησία του Χριστού! Το δράμα του δυτικού
χριστιανισμού συνεχίζεται!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών