Ιερός Ναός ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ Καστέλλας Πειραιώςαυτού του ιστολογίου

Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2020

Πατηρ Παύλος

Συνημμένα7 Σεπ 2020, 3:50 μ.μ. (πριν από 1 ημέρα)
προς george.wilerΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣΙερεύςΣΥΝΑΞΙΣΠεριοδικόEfenpresstriklopodiaAndreasdaskalosMonkSerafimpreotvtsigkoskonstantinosauthorimkmhtropolhΜητρόποληπ.Νικόδημοςp.VasiliosinfomixhoulΙΕΡΑcontactpanhouaverophΣάλπισμαinfonewsimkythironaugmyrouLabrosNickthriskeftikainfoPANCYPRIANdespotatoneapetropoulosinfoimag.gorgΑΝΔΡΕΑΣganagnoiakritisΤΡΕΛΟ-contactPetergram.imkawΠαναγιώτηςakhs1914gmanolisΤάσοςεγώΚαθεδρικόςtselengmitropoliimkachrisgefsiI.M.PΜΗΤΡΟΠΟΛΗΕΣΤΙΑinfoinfoinfoΕπιτροπήimaaorthotypLeonidasΑΚΤΙΝΑtasthyrasAmethystLawgap10

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

 

Εν Πειραιεί τη 7η Σεπτεμβρίου 2020

 

ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΘΕΡΜΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑ ΚΑΤΩ ΑΡΧΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΩΝ ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ


ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

Εν Πειραιεί τη 7 η Σεπτεμβρίου 2020

ΣΚΕΨΕΙΣ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΤΗΣ

ΔΡΑΣΕΩΣ ΜΑΣ ΕΠΙ ΤΩ ΝΕΩ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩ ΕΤΕΙ

Εισήλθαμε με τη Χάρη του αγίου Τριαδικού Θεού μας στον νέο ενιαυτό της

χρηστότητός Του, στο νέο εκκλησιαστικό έτος. Η αγία μας Εκκλησία,

ακολουθώντας την παλαιοδιαθηθική και στη συνέχεια την ρωμαϊκή και

βυζαντινή παράδοση, καθιέρωσε την 1η Σεπτεμβρίου, την αρχή της Ινδίκτου, ως

την πρώτη ημέρα του εκκλησιαστικού έτους. Η καθιέρωση της εορτής αυτής

έχει τις ρίζες της στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης, τότε που οι Εβραίοι

εόρταζαν, την λεγόμενη Εορτή των Σαλπίγγων σύμφωνα με την εντολή του

Θεού, (βλ. Λευϊτ.23,23 και Αριθμ.29,1).

Συνηθίζουν οι κρατικοί οργανισμοί και οι εμπορικές επιχειρήσεις με την λήξη

εκάστου έτους να συντάσσουν απολογισμούς και προϋπολογισμούς.

Απολογισμούς του λήξαντος έτους, προκειμένου να ελέγξουν και να

αξιολογήσουν την μέχρι τώρα πορεία τους, εάν δηλαδή και κατά πόσον η

επιχείρηση, ή ο οργανισμός, βαδίζει πάνω στις θεμελιώδεις αρχές και κανόνες,

που προδιαγράφουν τους όρους λειτουργίας του. Συντάσσουν επίσης και

προϋπολογισμούς του νέου έτους, προκειμένου να χαράξουν την μελλοντική

πορεία τους.

Κάτι ανάλογο, σε πνευματικό βέβαια επίπεδο, οφείλει να κάνει και ο κάθε

πιστός. Η έναρξη του νέου έτους πρέπει να γίνεται αφορμή ανασκοπήσεως και

αναθεωρήσεως της μέχρι σήμερα πνευματικής του πορείας. Αφορμή

αυτοελέγχου και αυτοεξετάσεως, εάν και κατά πόσον βαδίζει με συνέπεια και

σταθερότητα πάνω στις εντολές του Ευαγγελίου. Εάν και κατά πόσον έχει

θεμελιώσει την ζωή του πάνω σε ανθρώπινες ιδεολογίες, ή στη διδασκαλία της

Εκκλησίας. Πάνω σε πρόσωπα, ή στον Θεάνθρωπο Κύριό μας, τον Ιησού

Χριστό. Σήμερα παρατηρείται το θλιβερό φαινόμενο σε πολλούς ανθρώπους,

ακόμη και χριστιανούς, να προσπερνούν με αδιαφορία και επιπολαιότητα το

πέρασμα του χρόνου. Να μένουν απροβλημάτιστοι, τρέφοντας στο συγχυσμένο

μυαλό τους την ψευδαίσθηση, ότι είναι άτρωτοι από τη φθορά του χρόνου,

σχεδόν αθάνατοι, πράγμα που αποτελεί μια από τις δολιότερες παγίδες του

διαβόλου, που οδηγεί στον πνευματικό όλεθρο.

Εν όψει της εισόδου μας στην νέα εκκλησιαστική χρονιά, νοιώσαμε την

ανάγκη, εμείς οι ελάχιστοι και άσημοι, που με την Χάρη του Θεού και την

ευλογία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Σεραφείμ διακονούμε στο

Αντιαιρετικό Γραφείο της Ιεράς Μητροπόλεώς μας, να κάνουμε μια μικρή

ανασκόπηση, και τρόπον τινά, έναν απολογισμό της μέχρι σήμερα πορείας και

του έργου του Γραφείου. Θεωρήσαμε χρέος μας να εκφράσουμε δημόσια τους


2

προβληματισμούς μας, να επισημάνουμε τα λάθη μας, να αναλογιστούμε τις

παραλήψεις μας και να κάμουμε έναν μικρό προγραμματισμό της δράσεώς μας

για τη νέα χρονιά, τη νέα ιεραποστολική περίοδο.

Το γεγονός ότι από το 2011 και εντεύθεν το Γραφείο μας διοργάνωσε πάνω

από 13 Συνέδρια, Ημερίδες και αντιαιρετικά Σεμινάρια, όπως επίσης και το

γεγονός ότι στο ίδιο αυτό χρονικό αυτό διάστημα έχει δημοσιεύσει πάνω από

500 ανακοινώσεις, αντιαιρετικά φυλλάδια, άρθρα, μελέτες, μονογραφίες,

επιστολές και υπομνήματα, δημοσιευθέντα σε Εγκυκλίους της Ιεράς

Μητροπόλεως προς τις Ενορίες, στο διαδίκτυο, σε περιοδικά, σε θρησκευτικές

εφημερίδες, αλλά και πολλές άλλες δραστηριότητες, δεν μας δικαιώνει ενώπιον

του Θεού. Θα μπορούσαμε ασφαλώς να επιτύχουμε πολλά περισσότερα. Και αν

ακόμη υποτεθεί ότι εκπληρώναμε στο ακέραιο όλα τα καθήκοντά μας, και τότε

ακόμη θα έπρεπε να θεωρούμε τους εαυτούς μας ως «αχρείους δούλους»,

σύμφωνα με τον λόγο του Κυρίου μας: «όταν ποιήσητε πάντα τα διαταχθέντα

υμίν, λέγετε ότι δούλοι αχρείοι εσμέν, ότι ό ωφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν»,

(Λουκ.17,10).

Δεν γνωρίζουμε, αν ευαρεστήσαμε στο Θεό με την μέχρι σήμερα προσφορά

και διακονία μας, διότι όπως λέγει μια σοφή παροιμία: «το καλόν ουκ έστι

καλόν, εάν μη καλώς γένηται». Ούτε μας ενδιαφέρει, πως μας κρίνουν και πως

μας αξιολογούν οι άνθρωποι, οι οποίοι, ως γνωστόν, αξιολογούν με ανθρώπινα

και επομένως, επισφαλή κριτήρια. Εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι, πως

αξιολογεί το έργο μας ο Θεός, σύμφωνα με τον θεόπνευστο λόγο του Παύλου:

«εμοί δε εις ελάχιστόν εστιν ίνα υφ’ υμών ανακριθώ, ή υπό ανθρωπίνης

ημέρας· αλλ’ ουδὲ εμαυτόν ανακρίνω· ουδέν γαρ εμαυτώ σύνοιδα· αλλ’ οὐκ εν

τούτω δεδικαίωμαι· ο δε ανακρίνων με Κύριός εστιν» (Α΄ Κορ.4,3-4). Ο μέγας

απόστολος αισθάνεται υπόλογος ενώπιον του Θεού και πολύ λίγο τον

ενδιαφέρει, πως θα τον κρίνουν, είτε οι Κορίνθιοι, είτε άλλοι άνθρωποι. Ούτε ο

ίδιος θεωρεί, ότι έχει το δικαίωμα να δικαιώσει τον εαυτό του. Και είναι μεν

αληθές, ότι η συνείδησή του δεν τον ελέγχει για καμία ενοχή, αλλά αυτό δεν

είναι αρκετό, για να θεωρεί τον εαυτό του ανεπίληπτο και δίκαιο. Θεωρεί ότι ο

μόνος αρμόδιος δικαστής και κριτής του είναι ο Κύριος.

Πιστεύουμε ότι η προηγούμενη χρονιά που πέρασε, ήταν από τις πιο

δύσκολες για την αγία μας Εκκλησία και το πιστό λαό του Θεού,

αποκαλύπτοντας με αρκετή σαφήνεια τα σημεία των καιρών, σημεία τα οποία

μας παραπέμπουν στους τραγικούς και εσχάτους χρόνους, όπως τους περιγράφει

το θεόπνευστο βιβλίο της Αποκαλύψεως. Τη χρονιά αυτή διαπιστώσαμε, ότι θα

έπρεπε να στρέψουμε την προσοχή μας και να δώσουμε την μαρτυρία μας προς

δύο κυρίως κατευθύνσεις, προς δύο μεγάλους εχθρούς που αντιστρατεύονται και

πολεμούν το έργο της Εκκλησίας.

Α) Ο πρώτος είναι ο σύγχρονος όλεθρος της παναιρέσεως του Οικουμενισμού,

ο οποίος μαστίζει την Εκκλησία μας εδώ και πολλές δεκαετίες και ο οποίος

δυστυχώς βρήκε την πλήρη συνοδική νομιμοποίησή του στη «Σύνοδο» που

διοργανώθηκε πριν από τέσσερα χρόνια, (το 2016), στο Κολυμπάρι της Κρήτης.


3

Το πολυκέφαλο θηρίο του Οικουμενισμού προχωρεί τώρα ακάθεκτο με πολύ

περισσότερη ορμή και αποφασιστικότητα στην πραγματοποίηση των στόχων της

Νέας Τάξεως Πραγμάτων και της Νέας Εποχής, στην πραγματοποίηση δηλαδή

του οράματος της Πανθρησκείας, η οποία θα στρώσει το χαλί για την έλευση

του Αντιχρίστου. Μετά την «Σύνοδο» η οικουμενιστική θύελλα εν είδει τυφώνος

σαρώνει πλέον τα πάντα στο πέρασμα της. Η διάβρωση μέσα στον χώρο της

Ιεραρχίας, στον υπόλοιπο κλήρο, στον Μοναχισμό, στο Άγιον Όρος, στις

Θεολογικές μας Σχολές, (με ελάχιστες εξαιρέσεις), είναι πρωτοφανής και άνευ

προηγουμένου.

Το Γραφείο μας με πλήρη επίγνωση ότι μπήκε σε ένα άνισο αγώνα και ότι

κάθε προσπάθειά της, ανθρωπίνως κρινόμενη, να αντιστρέψει την ροή των

πραγμάτων, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, δεν αποθαρρύνθηκε, δεν

«κατέθεσε τα όπλα». Έχοντας πλήρη την βεβαιότητα και την εσωτερική

πληροφορία ότι έχουμε την αλήθεια με το μέρος μας και χωρίς φυσικά να

τρέφουμε αυταπάτες, ότι θα γίνουμε «σωτήρες» της Εκκλησίας, προσπαθήσαμε

να πράξουμε το αυτονόητο καθήκον μας. Να επισημάνουμε τους κινδύνους και

να δώσουμε την ομολογία μας. Πέρα από τα ενημερωτικά φυλλάδια που

εκδώσαμε, τις πάμπολλες δημοσιεύσεις μας και τις αντιοικουμενιστικού

χαρακτήρος Ημερίδες, που διοργανώσαμε, προχωρήσαμε φέτος και σε μια νέα

έκδοση με τίτλο: «Η ‘Σύνοδος της Κρήτης’. Προπαρασκευή, Συγκρότηση,

Αποφάσεις, Συνέπειες». Πρόκειται για μια εργασία, στην οποία περιγράφουμε

συνοπτικά όλα τα σχετικά με τη «Σύνοδο» αυτή, τον τρόπο της προπαρασκευής

της, τη συγκρότησή της, τις αποφάσεις που έλαβε και τις μετασυνοδικές

εξελίξεις.

Β) Μια δεύτερη μεγάλη απειλή για την Εκκλησία υπήρξε ο πρωτοφανής και

ιδιότυπος διωγμός, τον οποίο εξαπέλυσε η πολιτεία εναντίον της με πρόφαση

την διασφάλιση της δημόσιας υγείας λόγω της επιδημίας του κορωνοϊού. Τα

γεγονότα που είδαν το φως της δημοσιότητος, ιδίως την Μεγάλη Εβδομάδα, με

συλλήψεις πιστών, στουχτερά πρόστιμα, πράξεις βίας από αστυνομικούς,

ποινικές διώξεις εις βάρος αρχιερέων και ιερέων, σφράγισμα ναών και

προσκυνημάτων από αστυνομικές δυνάμεις, τέλεση Θείων Λειτουργιών και

ακολουθιών της Μεγάλης Εβδομάδος, είτε σε σπίτια και αποθήκες «δια τον

φόβον των ιουδαίων», είτε σε ώρες μεταμεσονύκτιες, όπου δεν κυκλοφορεί

κανένας στους δρόμους και πολλά άλλα, δημιούργησαν μια ατμόσφαιρα, που

θύμιζε την εποχή των κατακομβών, ή την εποχή του αμείλικτου διωγμού

εναντίον της Εκκλησίας από το αντίχριστο Σοβιετικό καθεστώς της πάλαι ποτέ

κομμουνιστικής Ρωσίας. Αλλά και μετά το άνοιγμα των ναών, τα υγειονομικά

μέτρα της πολιτείας ήταν τόσο ασφυκτικά, ώστε να περιορίζουν σημαντικά τις

ελευθερίες των πιστών, να ασκούν ελεύθερα και αβίαστα το λατρευτικά τους

καθήκοντα. Το Γραφείο μας, με αίσθημα θεολογικής, εκκλησιολογικής, αλλά

και κοινωνικής ευθύνης, άσκησε την δέουσα κριτική της με ανακοινώσεις,

επισημαίνοντας τις υπερβολές των κυβερνητικών απαγορεύσεων και τις άδικες

διώξεις εναντίον εκκλησιαστικών προσώπων και απλών πιστών. Παράλληλα


4

άσκησε δυναμική κριτική, σε όσους θεωρούσαν τη Θεία Κοινωνία ως αιτία

μετάδοσης της νόσου.

Στις δύο παρά πάνω μεγάλες απειλές ας προσθέσουμε επίσης το χρόνιο

πρόβλημα της αλλοτριώσεως του μαθήματος των θρησκευτικών και της

μετατροπής του σε θρησκειολογικό, το οποίο μέχρι σήμερα παραμένει άλυτο,

παρά τις επανειλημμένες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας. Επίσης

την εισαγωγή της σεξουαλικής διαπαιδαγωγήσεως των μαθητών, ήδη από τη

νηπιακή ηλικία, την αθρόα και ανεξέλεγκτη εισβολή λαθρομεταναστών στη

χώρα μας, την αποποινικοποίηση της βλασφημίας των θείων και πολλές άλλες

αντίχριστες αποφάσεις της πολιτείας. Για όλα τα παρά πάνω σοβαρότατα

προβλήματα, που ταλανίζουν την πατρίδα μας έδωσε το Γραφείο μας την ιδική

του μαρτυρία με κατάλληλες δημοσιεύσεις.

Εν όψει της εισόδου μας στο νέο εκκλησιαστικό έτος καλούμαστε να

συνεχίσουμε τη μικρή μας προσπάθεια, επικαλούμενοι την δύναμη της Θείας

Χάριτος και να επιστρατεύσουμε και πάλι τις πτωχές μας δυνάμεις, προκειμένου

να φέρουμε εις πέρας την αποστολή, στην οποία μας κάλεσε ο Θεός. Και στη

νέα αυτή χρονιά καλούμαστε να αγωνιστούμε απέναντι στις δύο μεγάλες

απειλές, για τις οποίες έγινε λόγος παρά πάνω. Παράλληλα δεν θα

παραλείψουμε να ενημερώνουμε υπεύθυνα τον πιστό λαό της τοπικής μας

Εκκλησίας γύρω από τα εκκλησιαστικά δρώμενα, να ασκούμε κριτική σε

δημοσιευμένα κείμενα αθέων και χριστιανομάχων συγγραφέων και να

ανατρέπουμε πλάνες, κακοδοξίες και αιρέσεις, που δραστηριοποιούνται στη

χώρα μας. Αιρέσεις που προσβάλλουν και εμποδίζουν την πνευματική προκοπή

των πιστών μας, απειλώντας την σωτηρία τους.

Ξεκαθαρίζουμε επίσης, ότι δεν θα παρεκκλίνουμε από τη γραμμή που

ακολουθούμε εδώ και πολλά χρόνια στη διακονία που μας έθεσε η τοπική μας

Εκκλησία. Θα προσπαθούμε πάντοτε να παραμερίζουμε τις οποιεσδήποτε

υποκειμενικές μας παρορμήσεις, τις προσωπικές μας αντιλήψεις και γνώμες,

ώστε να εκφράζουμε, όσο μπορούμε συνεπέστερα, την εκκλησιαστική

συνείδηση, καταφεύγοντας στην Αποστολική και Πατερική μας Παράδοση. Οι

άγιοι Πατέρες ήταν και θα είναι οι διδάσκαλοι και εκφραστές μας. Και τούτο

διότι αυτοί με την προσωπική τους κάθαρση και θέωση, κατόρθωσαν να γίνουν

τα στόματα του Αγίου Πνεύματος, το Οποίο, δι’ αυτών, οδηγεί την Εκκλησία

«εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιωάν.16,13).

Επίσης αισθανόμαστε την ανάγκη να δηλώσουμε, με τον πλέον

κατηγορηματικό τρόπο, ότι οι δημοσιεύσεις και κριτικές μας δεν στοχεύουν στο

να κατασπιλώσουν, ή να «ισοπεδώσουν», την προσωπική ζωή και αξιοπρέπεια

προσώπων, όποια και αν είναι αυτά. Ουδέποτε μέχρι σήμερα, με τη Χάρη του

Θεού, θίξαμε πρόσωπα για τα ατομικά τους πιστεύω, πάνω σε θέματα άσχετα

και ξένα προς την δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας μας, ή την Συνοδική και

την Πατερική μας Παράδοση. Αυτό θα πράξουμε και στο μέλλον. Η κριτική

μας, είτε επώνυμη, είτε ανώνυμη, θα στοχεύει πάντοτε στην ανατροπή

κακοδόξων απόψεων και διδασκαλιών, δημοσίως εκπεφρασμένων, που απειλούν


5

να αλλοιώσουν τη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας, να φθείρουν το

εκκλησιαστικό φρόνημα και να ακυρώνουν τη σωτηρία των πιστών.

Κλείνοντας, ευχαριστούμε από τα βάθη της καρδιάς μας τον άγιο Τριαδικό

Θεό ο Οποίος μας αξιώνει για μια ακόμα φορά να εισέλθουμε στο κατώφλι ενός

καινούργιου χρόνου και να διακονούμε την αγία Του Εκκλησία στο νευραλγικό

τομέα της αντιαιρετικής δράσεως της Ιεράς Μητροπόλεώς μας, συμβάλλοντας

στο όλο ποιμαντικό έργο της. Ευχαριστούμε επίσης τον Σεβασμιώτατο

Ποιμενάρχη μας, τους πολυπληθείς αποδέκτες των ανακοινώσεών μας και τους

διαχειριστές των ιστοτόπων, που δημοσιεύουν τις ανακοινώσεις μας και τους

ευχόμαστε το νέο εκκλησιαστικό έτος να είναι για όλους καρποφόρο, άγιο και

ειρηνικό.


Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2020

Ιερά Πανήγυρις !

Η Ιερά πανήγυρις του ναού μας στις 13 κ 14 Σεπτεμβριου θα πραγματοποιηθεί ,σύμφωνα με το πρόγραμμα που αναγράφεται στη συνημμένη αφίσσα. 
Σας περιμένουμε!

Τετάρτη 5 Αυγούστου 2020

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣΑρχ. Παύλος Δημητρακόπουλος.Πρ. Ιερού Ναού Τιμίου Σταυρού Πειραιώς. Εν Πειραιεί τη 5η Αυγούστου 2020. ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΘΕΡΜΩΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑ ΚΑΤΩ ΑΡΧΕΙΟΥ ΚΑΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΩΝ

Πτυχές του θαύματος της Μεταμορφώσεως.

Εν Πειραιεί τη 5 η Αυγούστου 2020.
Αρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου.
Πρ. Ιερού Ναού Τιμίου Σταυρού Πειραιώς.
Για μια ακόμη φορά, αγαπητοί μου αδελφοί, η αγία μας Εκκλησία εορτάζει
και πανηγυρίζει την μεγάλη Δεσποτική Εορτή της θείας του Κυρίου μας
Μεταμορφώσεως και καλεί όλους εμάς, τα πιστά τέκνα της, σε μέθεξη και
βίωση του μυστηρίου του υπερφυούς αυτού θαύματος. Με τα εμπνευσμένα
και θεοφώτιστα τροπάρια, τους ύμνους και τα αναγνώσματα, με την
συμμετοχή μας στην ευχαριστιακή σύναξη και με την όλη εορταστική
ατμόσφαιρα των ημερών αυτών, επιθυμεί να μας χειραγωγήσει και να μας
καταστήσει κοινωνούς της θείας δόξης του μεταμορφωθέντος Κυρίου.
Μέσα στο θαυμαστό αυτό γεγονός βλέπουμε και πάλι την αμαυρωθείσα,
λόγω της πτώσεως των πρωτοπλάστων, φύσιν του Αδάμ να λάμπει στο
«αρχέτυπον κάλλος» της και στη θεία δόξα της στο πρόσωπο του
μεταμορφωθέντος Χριστού. Μέσα στη Μεταμόρφωση του Χριστού βλέπει ο
κάθε πιστός, όχι μόνον την θέωση της ανθρωπίνης φύσεως, αλλά και την
δυνατότητα της ιδικής του προσωπικής θεώσεως.
Τα βιβλικά κείμενα που αναφέρονται στο γεγονός και στην υπόθεση της
εορτής, αποτελούν την ιστορική αφετηρία, από την οποία ξεκινώντας οι
θεοφόροι Πατέρες, προχωρούν στην θεολογική-αγιοπνευματική θεώρηση και
ερμηνεία του. Επεκτείνονται εις βάθος και αποκαλύπτουν το βαθύτερο νόημα
του θαύματος της Μεταμορφώσεως και τις σωτηριολογικές προεκτάσεις του.
Έχοντας οι ίδιοι την εμπειρία της θεώσεως, την εμπειρία της θεοπτίας, όπως
την έζησαν οι μαθητές πάνω στο όρος Θαβώρ, δεν θεολογούν στοχαστικά-
αριστοτελικά, αλλά αυθεντικά αγιοπνευματικά. Και όπως οι μαθητές όταν
βγήκαν στο κήρυγμα, κατέθεσαν την μαρτυρία τους γι’ αυτά που είδαν και
ψηλάφισαν, έτσι και οι άγιοι Πατέρες μέσα στους λόγους τους, καταθέτουν
την ιδική τους εμπειρία της θεώσεως και θεοπτίας, τις μυστικές πνευματικές
αναβάσεις τους.
Στη συνέχεια όλος αυτός ο πλούτος της πατερικής θεολογίας διοχετεύεται
αναλλοίωτος μέσα στην Ορθόδοξη λατρεία και ειδικότερα στην υμνογραφία
της εορτής και μετασχηματίζεται σε ποίημα, σε βυζαντινό μέλος. Γίνεται
τραγούδι καθημερινό του εκκλησιαστικού πληρώματος, που μας μυσταγωγεί
και μας χειραγωγεί προς τα άνω. Μας βοηθάει να προσεγγίσουμε την
πεμπτουσία του μυστηρίου, όχι ως απλοί θεατές, αλλ’ ως συγκοινωνοί και
συμμέτοχοί του. Οι δύο θεοφόροι υμνογράφοι της εορτής, άγιος Ιωάννης ο
Δαμασκηνός και άγιος Κοσμάς, που έγραψαν την ασματική ακολουθία της
εορτής, μ’ ένα σύνολο λέξεων αντί για χρώματα, κατορθώνουν να μας
παρουσιάσουν την εικόνα του γεγονότος μ’ ένα μοναδικό ρεαλισμό και

2
παραστατικότητα. Συνδυάζουν αρμονικά την ιστορία με την θεολογία, το
δόγμα και την πίστη της Εκκλησίας με τις πρακτικές της συνέπειες στο
επίπεδο της καθημερινής ζωής. Το κάθε τροπάριο μας αποκαλύπτει και μια
πτυχή του μυστηρίου, ο κάθε ύμνος ερμηνεύει και μια πλευρά του θαύματος.
Το κεντρικό πρόσωπο που κυριαρχεί στο όλο θαύμα είναι ασφαλώς το
πρόσωπο του Χριστού και το κεντρικό γεγονός, αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός
της Μεταμορφώσεως.. Τόσο το απολυτίκιο και το κοντάκιο, όσον επίσης και
μια πλειάδα τροπαρίων του κανόνος αναφέρονται πάνω σ’ αυτό, αφού αυτό
αποτελεί την καρδιά του μυστηρίου, το κέντρο γύρω από το οποίο
περιστρέφονται τα πάντα.
Πως όμως ερμηνεύουν οι θεοφόροι υμνογράφοι και οι άγιοι Πατέρες το
γεγονός; Τι συνέβη στο Χριστό κατά την ώρα της Μεταμορφώσεως; Ο
Χριστός, λέγουν, αποκάλυψε το «αρχέτυπο κάλλος» του, την «πατρώα
δόξα». Αποκάλυψε μ’ άλλα λόγια την δόξα της Θεότητός του. Έδωσε «σήμα
θεοπρεπές», δηλαδή θεϊκό σημάδι της Θεότητός του. Άφησε να φανεί η
«δυναστεία» του, η θεϊκή του δύναμη, καταυγάζοντας τους μαθητές με το
άκτιστο φως, το οποίο έλαμψε «υπέρ τον ήλιον», όχι μόνον από το πρόσωπό
του, αλλά και από όλο το σώμα Του. Η αποκάλυψη αυτή δεν ήταν ολόκληρη,
όπως υπογραμμίζει ένα τροπάριο, (το τρίτο τροπάριο της Λιτής), αλλά έγινε
με μέτρο και σε πολύ περιορισμένο βαθμό, ανάλογα με την δεκτικότητα και
χωρητικότητα των μαθητών. Οι μαθητές είδαν την δόξα της Θεότητος «ως
ηδύναντο», σύμφωνα με το απολυτίκιο και «ως εχώρουν» σύμφωνα με το
κοντάκιο. Και τούτο διότι αποκάλυψις μεγαλύτερης δόξας θα εσήμαινε
απώλεια της ζωής των μαθητών, σύμφωνα με άλλο τροπάριο της λιτής.
Εκείνος ο οποίος μετά την ανάστασή του «διήνοιξεν αυτών τον νούν του
συνιέναι τα γραφάς», διανοίγει και τώρα τους ψυχικούς και σωματικούς των
οφθαλμούς και τους καθιστά ικανούς να βλέπουν. Ενώ δε κατά την ώρα αυτή
φανερώνεται ένα μικρό μέρος από τη δόξα της Θεότητος του Χριστού, την
ίδια ώρα το ανθρώπινο σώμα του, αν και ακτινοβολεί ολόκληρο οπό το άϋλο
Θείο Φως, παραμένει γνήσια ανθρώπινο. Η σάρκα του μεταμορφώνεται,
εκλαμπρύνεται, αλλά δεν αναιρείται, δεν χάνεται μέσα στο πυρ της Θεότητος.
Μεταμορφωμένος στο Θαβώρ ο Χριστός παραμένει τόσο τέλεια άνθρωπος,
όσο ήταν στην κάθε άλλη στιγμή της ζωής του. Μόνο για λίγο παραμερίζεται
«της σαρκός το πρόσλημμα», η ανθρώπινη φύση, για να φανεί η δόξα της
Θεότητος, που ήταν κεκρυμμένη κάτω από αυτήν, χωρίς πάντως να
εξαλείφεται, ή να χάνεται μέσα στο Θείο Φως. Επομένως η δόξα του Θείου
Φωτός δεν ήταν κάτι επίκτητο, κάτι που δόθηκε στην ανθρώπινη φύση
έξωθεν, αλλά υπήρχε πάντοτε μέσα σ’ αυτήν από την πρώτη στιγμή της
συλλήψεως. Αυτή την αλήθεια ομολογούν όλοι οι άγιοι Πατέρες και μάλιστα
ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο οποίος σε λόγο του στη Μεταμόρφωση
σημειώνει: «Μεταμορφούται τοίνυν ουχ ό ουκ ήν προσλαβόμενος, αλλ’ όπερ
ήν τοις οικείοις μαθηταίς εκφαινόμενος, διανοίγων τούτων τα όμματα».

3
Αποκαλύπτουν ακόμη οι παρά πάνω μνημονευθέντες υμνογράφοι, (αλλά
και γενικότερα οι Πατέρες), σε μιά σειρά τροπαρίων, την στενή συνάφεια και
σχέση μεταξύ της σταυρικής θυσίας και της Μεταμορφώσεως, που
προηγήθηκε ολίγον προ του πάθους. Ήδη το κοντάκιο της εορτής συνδέει απ’
ευθείας την Μεταμόρφωση με τον Σταυρό, το Θαβώρ με τον Γολγοθά: «ίνα
όταν σε ίδωσι σταυρούμενον το μεν πάθος νοήσωσιν εκούσιον…». Κατά τον
ιερό υμνογράφο ένας από τους σκοπούς της Μεταμορφώσεως είναι να
προετοιμάσει τους μαθητάς εν όψει του σταυρικού πάθους, έτσι ώστε όταν
αργότερα θα δουν τον Χριστό καρφωμένο πάνω στο σταυρό σε κατάσταση
εσχάτης αδυναμίας και εγκαταλείψεως, να εννοήσουν ότι το πάθος είναι
εκούσιο και έτσι να μην κλονιστεί η πίστη τους ανεπανόρθωτα. Να θυμηθούν
ότι ο επί του σταυρού αποθνήσκων Κύριος είναι ο «αγαπητός Υιός» του
Πατρός, που τον είδαν να δοξάζεται στο Θαβώρ.
Στο δεύτερο στιχηρό του εσπερινού ο ιερός υμνογράφος αναφέρει ότι ο
Ιησούς παραλαμβάνει τους μαθητάς στο Όρος Θαβώρ και μεταμορφώθηκε
μπροστά τους «δείξαι βουλόμενος της αναστάσεως την λαμπρότητα»,
θέλοντας να τους δείξει την λαμπρότητα της αναστάσεως. Μ’ άλλα λόγια το
άκτιστο Φως της Μεταμορφώσεως είναι ένα και το αυτό με το Φως της
Αναστάσεως. Οι μαθητές κατά την Μεταμόρφωση έχουν μια πρόγευση του
Φωτός και της χαράς της αναστάσεως. Το αναστάσιμο τροπάριο: «νυν πάντα
πεπλήρωται φωτός…», ισχύει και για τη Μεταμόρφωση, μόνο που εδώ το
Φως αυτό δεν είχε ακόμη καταυγάσει τα καταχθόνια, αφού ο Χριστός δεν είχε
ακόμη κατέβει στον άδη.
Σύμφωνα με τη διήγηση του Λουκά, κατά την ώρα της μεταμορφώσεως
εμφανίστηκαν οι δύο μεγάλοι άνδρες της Παλαιάς Διαθήκης, Μωϋσής και
Ηλίας: «οί οφθέντες εν δόξῃ έλεγον τὴν έξοδον αυτού ήν έμελλε πληρούν εν
Ιερουσαλήμ», (9,31). Δηλαδή το αντικείμενο της συζητήσεως μεταξύ των δύο
προφητών και του Κυρίου ήταν ακριβώς το πάθος και ο επικείμενος
σταυρικός του θάνατος, που θα λάβει χώρα στην Ιερουσαλήμ. Πάθος και
δόξα, Θαβώρ και Γολγοθάς συμπλέκονται και συνυφαίνονται μεταξύ τους,
έτσι ώστε να αποτελούν δύο πλευρές ενός και του αυτού αδιαιρέτου
μυστηρίου. Το πάθος κατανοείται μέσα στη δόξα της Μεταμορφώσεως και η
δόξα της Μεταμορφώσεως μέσα στο πάθος. Μάλιστα ο ίδιος ο Κύριος βλέπει
την κατ’ εξοχήν δόξα του όχι τόσο μέσα στην Μεταμόρφωση, όσο μέσα στο
πάθος. Όπως διηγείται ο Ιωάννης, όταν κάποιοι έλληνες ζήτησαν να δουν τον
Ιησούν, εκείνος αναφερόμενος στο πάθος είπε: «Ελήλυθεν η ώρα ίνα
δοξασθεί ο Υιός του ανθρώπου», (12,23). Όταν αργότερα ο Ιούδας θέτει σε
εφαρμογή το σχέδιο της προδοσίας, ο Κύριος θα επαναλάβει το ίδιο νόημα:
«νυν εδοξάσθη ο υιὸς του ανθρώπου», (13,31). Πράγματι το πάθος αποτελεί
την κατ’ εξοχήν δόξα του Κυρίου, μεγαλύτερη και από αυτήν της
Μεταμορφώσεως, διότι πάνω στο σταυρό συνετρίβη η δύναμη του διαβόλου,
τότε νικήθηκε ο θάνατος και καταργήθηκε η φθορά. Τότε σχίσθηκε το

4
χειρόγραφο των αμαρτιών μας. Τότε ενώθηκαν τα επουράνια με τα επίγεια, ο
ιουδαϊκός και ο εθνικός κόσμος σε ένα σώμα, την Εκκλησία.
Βέβαια ο σαρκικός άνθρωπος, που βλέπει και κρίνει με κοσμικά κριτήρια,
είναι αδύνατο να εννοήσει ότι το μυστήριο του πάθους είναι ένα με το
μυστήριο της δόξης της Μεταμορφώσεως. Ότι αυτά τα δύο αποτελούν δύο
όψεις μιάς και μόνης πραγματικότητος. Και τούτο διότι η ανθρώπινη λογική
δεν μπορεί να δεχθεί ότι η ατιμία, ο εξευτελισμός και η εσχάτη εξουθένωση
που συνεπάγεται η θανατική καταδίκη ενός ανθρώπου, κρεμασμένου πάνω
στο σταυρό, είναι αιτία δόξης και νίκης και θριάμβου. Ο σταυρός είναι, όπως
τονίζει ο απόστολος Παύλος στους Κορινθίους, για μεν τους ιουδαίους
«σκάνδαλο», για δε τους εθνικούς «μωρία», (Α΄ Κορ.1,18). Γενικότερα είναι
αδύνατο να προσεγγίσει ο κοσμικός άνθρωπος το μυστήριο της
Μεταμορφώσεως και να έχει κάποια μέθεξη του Θείου Φωτός της χωρίς την
κάθαρση της ψυχής από τα πάθη, αφού όπως τονίζει ο Κύριος: «μακάριοι οι
καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται», (Ματθ.5,8). Μόνον «οι τω
ύψει των αρετών διαπρέψαντες και της ενθέου δόξης αξιωθήσονται». Εν
όσω δηλαδή ο άνθρωπος φέρει επάνω του τον ρύπον της αμαρτίας λόγω της
παρουσίας των παθών, δεν μπορεί να γίνει συμμέτοχος του Φωτός της
Μεταμορφώσεως.
Την μεγάλη αυτή αλήθεια διατυπώνει και ο προφητάναξ Δαβίδ στον 23ο
Ψαλμό του, θέτοντας το ερώτημα: «Τις αναβήσεται εις το όρος του Κυρίου
και τις στήσεται εν τόπω αγίω αυτού;» (στιχ. 3). Ποιός είναι ικανός να
ανεβεί στο όρος του Κυρίου και να σταθεί στον άγιο τόπο του; Οι τρεις
μαθητές επάνω στο όρος της Μεταμορφώσεως έπεσαν κάτω από τον φόβο
τους, μη δυνάμενοι να ατενίσουν κατά πρόσωπον τον μεταμορφωθέντα
Κύριον και έμειναν αναίσθητοι, σαν νεκροί. Ποιός λοιπόν θα τολμήσει κάτι
τέτοιο; Ο ίδιος ο Ψαλμωδός δίνει και την απάντηση: «Αθώος χερσί και
καθαρός τη καρδία, ος ουκ έλαβεν επί ματαίω την ψυχήν αυτού και ουκ
ώμοσεν επί δόλω τω πλησίον αυτού» (στιχ. 4). Αυτός του οποίου τα χέρια
και η καρδιά, δηλαδή οι πράξεις και οι λόγοι και οι σκέψεις και οι διαθέσεις
του είναι καθαρές και αμόλυντες από κάθε είδους αμαρτία. Αυτός που την
ψυχή του δεν την έστρεψε σε γήινες ματαιότητες, ενώ στις σχέσεις του με τον
πλησίον υπήρξε πάντοτε ευθύς και ειλικρινής, χωρίς δόλο και πονηρία μέσα
του. Αυτός μόνο θα λάβει την ευλογία από τον Κύριο να ανέλθει μαζί Του
στο όρος το υψηλό, της Μεταμορφώσεως, και να απολαύσει τη θεϊκή Του
δόξα.
Της μεθέξεως αυτού του φωτός, μακάρι να αξιωθούμε, αγαπητέ φίλε
αναγνώστα ήδη από τη παρούσα ζωή, αμήν.

Δευτέρα 27 Ιουλίου 2020

ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗΣ

Εισερχόμενα
x

Γραφείο αιρέσεων Ι.Μ.Πειραιώς

Συνημμένα5:33 μ.μ. (πριν από 27 λεπτά)
προς george.wilerΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣΙερεύςΣΥΝΑΞΙΣΠεριοδικόEfenpresstriklopodiaAndreasdaskalosMonkSerafimpreotvtsigkoskonstantinosauthorimkimpireosΜητρόποληπ.Νικόδημοςpvasilios7infomixhoulΙΕΡΑcontactpanhouaverophΣάλπισμαinfonewsimkythironaugmyrouskontzosNickthriskeftikainfopegtrdespotatoneapetropoulosinfoimag.gorgΑΝΔΡΕΑΣganagnoiakritisΤΡΕΛΟ-contactPetergram.imkawΠαναγιώτηςakhs1914gmanolisΤάσοςεγώΚαθεδρικόςtselengmitropoliimkachrisgefsiI.M.PΜΗΤΡΟΠΟΛΗestiapminfoinfoinfoΕπιτροπήimaaorthotypLeonidasaktinesblogspottasthyrasAmethystpanagiotis_karanikasanavaseispaulosdim
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ

ΣΑΣ ΣΤΕΛΝΟΥΜΕ ΤΗ ΣΥΝΗΜΜΕΝΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΜΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 27 η Ιουλίου 2020
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ «ΠΕΡΙΧΑΡΑΚΩΜΕΝΟ ΔΟΓΜΑ» Ή
ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ;

(Σχόλιο σε σχετικό δημοσίευμα)

Η λέξη κόσμος, παράγεται από το ρήμα κοσμέω – κοσμώ, που
σημαίνει στολίζω. H αρχική σημασία της είναι συνυφασμένη με το
κάλλος και την αρμονία. Οι αρχαίοι Έλληνες, ως αναζητητές της
αλήθειας των πραγμάτων, προσέδωσαν την προσωνυμία κόσμος στην
υλική πραγματικότητα, στον μικρόκοσμο και μακρόκοσμο, καθότι
διαπίστωσαν σ’ αυτόν μια καταπληκτική αρμονία και ομορφιά. Η
βιβλική διδασκαλία ορίζει την εκ του μηδενός δημιουργία του κόσμου
από το Θεό, τονίζοντας με έμφαση την τελειότητά του, ως έκφραση της
παντοδυναμίας και πανσοφίας Του, με τη φράση: «και είδεν ο Θεός τα
πάντα, όσα εποίησε, και ιδού καλά λίαν» (Γεν.1,31). Ως κορωνίδα της
θείας δημιουργίας τέθηκε ο άνθρωπος, ο οποίος δημιουργήθηκε, όχι απλά
τέλειος, αλλά και να είναι ο σύνδεσμος μεταξύ κτιστού και ακτίστου.
Όμως το τραγικό γεγονός της πτώσεως κατάφερε καίριο πλήγμα στη
θεία δημιουργία. Ο κόσμος τραυματίστηκε από την είσοδο του κακού σ’
αυτόν με την ευθύνη του ανθρώπου. Ο απόστολος Παύλος κάνει λόγο για
«αποκαραδοκία της κτίσεως», αφού «τη ματαιότητι η κτίσις
υπετάγη, ουχ εκούσα, αλλὰ δια τον υποτάξαντα, επ᾿ ελπίδι ότι και
αυτὴ η κτίσις ελευθερωθήσεται απὸ της δουλείας της φθοράς εις την
ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του Θεού. οίδαμεν γάρ ότι πάσα η
κτίσις συστενάζει και συνωδίνει άχρι του νυν» (Ρωμ.8,20-22). Η
πτώση του ανθρώπου συμπαρέσυρε και την υλική κτίση στην έκπτωση
και τη φθορά. Στο εξής θα πάψει να είναι συνδημιουργός του Θεού και
συντηρητής του κόσμου, αλλά αχόρταγος καταναλωτής, δυνάστης και
καταστροφέας. Ο αίτιος της πτώσεως και αντάρτης κατά του Θεού
άνθρωπος, γεύτηκε εξ’ αρχής την φρίκη της απομακρύνσεως από τον
Δημιουργό του, την πηγή της πραγματικής ευδαιμονίας. Η διάνοιά του
σκοτίστηκε από την αμαρτία και διαστράφηκαν οι έμφυτες και επίκτητες
σε αυτόν αξίες. Αποκομμένος από τη σώζουσα χάρη του Θεού,
απομακρυνόταν όλο και περισσότερο από Αυτόν, ανοίγοντας στην ψυχή
του ένα τρομακτικό και απύθμενο κενό από την απουσία του Θεού, το
οποίο αναγκάστηκε να το γεμίσει με θρησκευτικά σχήματα δικής του
εμπνεύσεως. Έτσι γεννήθηκαν οι πολυάριθμες θρησκείες της ιστορίας. Σε
αυτές (στις δοξασίες τους και τις πρακτικές τους) είναι αποτυπωμένη η
ανθρώπινη τραγωδία και το μέγεθος της πνευματικής του καταπτώσεως.
Οι τερατώδεις αντιλήψεις για την έννοια του θείου και οι φρικώδεις

2

τρόποι «προσέγγισής» του (π.χ. ανθρωποθυσίες), είναι η τρανή απόδειξη
του μεγέθους της κατάπτωσής του, οι οποίες είχαν τραγικές συνέπειες
στην καθόλου ζωή του.
Η άμετρη αγάπη του Θεού για την σωτηρία του ανθρώπου και
σύμπασας της υλικής δημιουργίας έστειλε στον κόσμο τον Υιό και Λόγο
του Θεού. Ήρθε να απολυτρώσει τον κόσμο από την αιχμαλωσία του
διαβόλου και τη φθορά, εγκαινιάζοντας μια νέα πραγματικότητα, έναν
καινούργιο κόσμο, την «καινή κτίση» (Γαλ.6,15), όπως την αποκαλεί ο
απόστολος Παύλος. Με τη θεία διδασκαλία Του κατέδειξε τα φρικτά
ερέβη του σκοτασμού του προχριστιανικού κόσμου. Σύστησε δε την αγία
Του Εκκλησία να τον αγιάζει, να τον μεταλλάσει και να τον σώζει. Αυτό
κάνει η Εκκλησία στη δισχιλιόχρονη ιστορική της πορεία, σώζει τον
άνθρωπο και μεταλλάσσει τον κόσμο σε βασιλεία του Θεού.
Όμως οι βαθιές ρίζες του κακού εμποδίζουν να πραγματοποιηθεί το
θείο σχέδιο. Η ανθρωπότητα στην πλειονότητά της συνεχίζει να βιώνει
την μεταπτωτική τραγωδία, θεωρώντας ως «αξίες» ότι δημιούργησε ο
πτωτικός άνθρωπος, στην ουσία αποθεώνοντας τα πάθη του. Στις
τραγικές ημέρες μας, δυνάμεις ισχυρές, εμπνεόμενες από τον αντίδικο
διάβολο, πασχίζουν να καταδείξουν ως δήθεν σχετικό το σωτήριο έργο
του Χριστού και της Εκκλησίας Του. Και το χειρότερο: επιχειρούν να
την παρουσιάσουν ως κάτι το εγκόσμιο, να την υποβιβάσουν στην
κατηγορία των θρησκειών του κόσμου. Σε κάποιες δε περιπτώσεις (όπως
λ.χ. των νεοπαγανιστών), της καταλογίζουν «κλοπή», ότι δήθεν η θεία
διδασκαλία της και οι πρακτικές της είναι δόλια ιδιοποίηση στοιχείων
του προχριστιανικού θρησκευτικού περιβάλλοντος!
Αφορμή για την παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε από πρόσφατο
δημοσίευμα στην εφημερίδα «ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ» (φ.
9-6-2020), της κ. Άννας Δαμιανίδη, με θέμα: «ΠΕΡΙΧΑΡΑΚΩΜΕΝΟ
ΔΟΓΜΑ». Στο άρθρο της αυτό η συντάκτης προσπαθεί να παρουσιάσει
την Εκκλησία ως μέρος του κόσμου και μάλιστα να της καταλογίσει μια
δήθεν «αυστηρή περιχαράκωση» στον εαυτό της, η οποία δε συνάδει με
την επίσης δήθεν «συγγένειά της» με τον κόσμο, εξ ου και ο τίτλος του
άρθρου.
Αρχίζει το άρθρο της με κάποιο πραγματικό ή φανταστικό διάλογο,
για να δείξει τον «δογματισμό» της Εκκλησίας: «Κάνε γιόγκα,
συμβούλευα μια γνωστή με ελαφρά κινητικά προβλήματα, κάποτε. Α
πα, πα, δεν κάνω τέτοια, απαντούσε. Ήταν θρήσκα. Δεν μπορούσε να
τη δει ως απλή γυμναστική, ήταν ανένδοτη. Η Εκκλησία την
καταδίκαζε!»! Δεν ξέρουμε αν θα αποτολμούσε να προτείνει σε κάποιον
φανατικό μουσουλμάνο ή σε μάρτυρα του Ιεχωβά να κάμει το σημείο του
σταυρού, ποια απάντηση θα έπαιρνε, ή τι κατάληξη θα είχε η συζήτηση!
Τι γνώριζε όμως εκείνη η πιστή γυναίκα και δε γνώριζε η αρθρογράφος;
Ότι η γιόγκα δεν είναι αθώα γυμναστική, αλλά βασική θρησκευτική

3

τελετουργία του Ινδουισμού και του Βουδισμού. Προφανώς δε γνωρίζει
η αρθρογράφος πως τα τελευταία χρόνια, από συγκεκριμένα σκοτεινά
κέντρα, προωθείται πυρετωδώς η «θρησκευτικότητα» της «Νέας
Υδροχοϊκής Εποχής», η οποία είναι δομημένη στις δοξασίες των
ειδωλολατρικών ανατολικών θρησκευμάτων και στη Θεοσοφία. Ο
άγευστος και κενός από την γνήσια θρησκευτικότητα της Εκκλησίας μας
δυτικός άνθρωπος, έγινε αποδέκτης της νοσηρής (τολμούμε να πούμε)
δαιμονικής «πνευματικότητας» της Ανατολής. Του προσφέρεται ως
«φιλοσοφία», ως «γυμναστική» και ως «εναλλακτικοί τρόποι ζωής»
και ένας αυτούς είναι η γιόγκα. Το ότι είναι η γιόγκα θρησκευτική
τελετουργία του Ινδουισμού και Βουδισμού, όχι απλά το βεβαιώνουν οι
Ινδουιστές, αλλά και διαμαρτύρονται για το περιεχόμενο που του δίδουν
οι δυτικοί!
Ακολούθως γράφει: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι πολύ αυστηρή
στην περιχαράκωσή της. Καταδικάζει πολύ περισσότερα πράγματα
από όσα επαινεί, καλλιεργεί υπερβολικά την αποτροπή, δημιουργεί
συστηματικά εύφορο έδαφος για προκαταλήψεις. Φοβάται πολύ τις
επαφές με άλλα δόγματα και θρησκείες, είναι απίστευτα μη μου
άπτου, λες και κάθε άνοιγμα, παραδοχή και αποδοχή υπάρχει
κίνδυνος να τη δηλητηριάσει. Κυρίως δεν θέλει να έχει καμία σχέση
με καμία άλλη θρησκεία, κανένα άλλο δόγμα, καμία άλλη φιλοσοφία,
παλιότερη ή νεότερη, κανέναν άλλο θεό ή παράδοση, καμία χρονική
και ιστορική στιγμή». Η Εκκλησία μας δεν είναι «φοβική», με ό, τι δεν
συμφωνεί, όπως την παρουσιάζει η αρθρογράφος. Δε φοβάται δόγματα
και θρησκείες, φιλοσοφίες, ιδέες, διότι έχει τη βεβαιότητα της αλήθειας,
η οποία απορρέει από την Ένσαρκη Αλήθεια, τον Ιησού Χριστό, ο
Οποίος δεν είναι απλά φορέας της αλήθειας, αλλά είναι ο Ίδιος «η
αλήθεια» (Ιωάν.14,6) και ήρθε στον κόσμο να μαρτυρήσει την όντως
αλήθεια, καθότι ο κόσμος κείτονταν στο φρικτό σκοτάδι του ψεύδους και
των πλανών. Με τα «άλλα δόγματα και οι θρησκείες» αποφεύγει η
Εκκλησία να συνεργάζεται, διότι ενέχουν το στοιχείο του ψεύδους, το
οποίο όμως δεν έχει απλά το χαρακτήρα κάποιας ιδεολογικής ή
φιλοσοφικής διαφωνίας, αλλά ασκεί οντολογική επίπτωση στη ζωή και
την πνευματική πορεία του ανθρώπου. Είναι αλήθεια ότι η Εκκλησία δεν
θέλει να έχει σχέση με καμιά θρησκεία του κόσμου, δόγμα ή παράδοση,
διότι έχει την αυτοσυνειδησία ότι μόνον αυτή μπορεί να προσφέρει
σωτηρία, ενώ εκείνες, ως εγκόσμια πτωτικά σχήματα, προσφέρουν
ψευδαισθήσεις ή και το χειρότερο: προτροπή για το κακό (π.χ. τζιχάντ
του Ισλάμ). Παράλληλα όμως είναι ανοικτή σε διάλογο με όποιον τον
αποδεχτεί, ως μέρος πάντα του ιεραποστολικού της έργου.
Στη συνέχεια αναφέρει τον ισχυρισμό ότι η Εκκλησία «είναι προϊόν
ιστορικής στιγμής. Αν δεν ζούσε στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ο
Παύλος, δεν θα έπαιρνε ποτέ οικουμενικό χαρακτήρα ο

4

χριστιανισμός. Αν δεν ήταν χριστιανή η μητέρα του Κωνσταντίνου,
μάλλον δεν θα γινόταν ποτέ επίσημη θρησκεία»! Φυσικά και είναι η
Εκκλησία προϊόν ιστορικών συγκυριών. Κανένας δεν μπορεί να
προσδώσει στην Εκκλησία ουτοπικό χαρακτήρα, διότι είναι απόλυτα
συνυφασμένη με την ανθρώπινη ιστορία. Αυτή είναι και μια βασική
διαφορά της με πολλά από τα θρησκεύματα του κόσμου, τα οποία
στηρίζονται στη μυθολογία, στην ιστορική κενότητα. Κανένας επίσης δεν
αρνείται ότι οι ιστορικές συγκυρίες συνετέλεσαν στην εδραίωση και την
εξάπλωση της Εκκλησίας σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της υδρογείου,
αφού αυτό βεβαιώνει ο απόστολος Παύλος, με τη φράση του: «ότε ήλθε
το πλήρωμα του χρόνου» (Γαλ.4.4) ήρθε ο Χριστός στον κόσμο. Πίστη
της Εκκλησίας μας είναι ότι οι ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη της
Εκκλησίας είναι έργο της θείας πρόνοιας για την πραγματοποίηση του
έργου της σωτηρίας του κόσμου, αφού ο Θεός είναι ο μέγας κύριος και
της ιστορίας.
Ακολούθως γράφει: «Αν δεν ανταγωνίζονταν οι πατριάρχες Ρώμης
και Κωνσταντινούπολης, δεν θα γινόταν το Σχίσμα και θα
μπορούσαμε κι εμείς να τραγουδάμε Μπαχ στις εκκλησίες, ίσως. Κι
αν δεν ζούσε στο βάθος κάθε ευρωπαϊκής ψυχής, σε Ανατολή και
Δύση, η νοσταλγία για κάποια Pax, που ίσως ήταν Romana, αλλά
μάλλον δεν υπήρξε ποτέ, δεν θα κατάφερνε να παραμείνει ισχυρή
αυτή η θρησκεία μέσα στους τόσους αιώνες. Αν δεν προσαρμοζόταν
κατά τόπους σε διάφορα έθιμα και παλιότερες λατρείες, πάλι δεν θα
μπορούσε να επιβληθεί και να κυριαρχήσει όπως κυριάρχησε».
Αναμασά δυστυχώς την γνωστή «καραμέλα» των λογίς
«προοδευτικών», οι οποίοι καταλογίζουν στην Εκκλησία την ευθύνη, ότι
εξ’ αιτίας της δεν «γίναμε Ευρώπη». Επειδή αντιστάθηκε στους θρασείς
και βαρβάρους Φράγκους, οι οποίοι εποφθαλμιούσαν την ορθόδοξη
Ανατολή, μετά την κατάκτηση της Ευρώπης και την εξαφάνιση των λαών
της. Φαίνεται πως έχει άγνοια των ιστορικών συνθηκών, τόσο του
«σχίσματος» του 1054, όσο και των δραματικών γεγονότων των
επόμενων αιώνων, όταν οι «πολιτισμένοι» Φράγκοι διέλυσαν το 1204 το
ανατολικό κράτος και διευκόλυναν την οθωμανική προέλαση και
κατάκτηση της Ρωμανίας μας. Αποδίδει στην «ισχυρή θέση» της
Εκκλησίας την αποτροπή δημιουργίας μιας Pax (παγκόσμιας ειρήνης)!
Αδυνατούμε να κατανοήσουμε σε ποια ιστορικά στοιχεία στηρίζει αυτόν
τον απίστευτο ισχυρισμό της! Αναπολεί το άκουσμα «τραγουδιών» του
Μπαχ στις εκκλησίες μας, αλλά αδυνατεί να σκεφτεί πως αν εξέλειπαν οι
άφθαστες βυζαντινές υμνωδίες, δηλαδή η Ορθόδοξη Πίστη και
Παράδοση και επικρατούσε η δυτική κουλτούρα, δεν θα υπήρχε Ελλάδα
και ελληνική γλώσσα για να γράφει ελληνιστί η αρθρογράφος, αλλά μια
άσημη επαρχία της ευρωπαϊκής Βαβέλ!

5

Στη συνέχεια σημειώνει το εξής παράδοξο: «Η Ινδία είναι πολύ
μακριά, αλλά αν το ψάξει κανείς θα βρει κοινά στοιχεία και στην
ινδική μυθολογία με τον χριστιανισμό. Η στάση προσευχής ας πούμε,
το δέος που υποδηλώνει, η προσπάθεια αυτοσυγκέντρωσης και
γαλήνης, η συνείδηση της μοναξιάς δεν είναι πολύ οικεία;
Πλησιέστερα, στην αιγυπτιακή μυθολογία ή στην ελληνική,
βρίσκουμε παρθένες μητέρες θεών, θαυματουργές θεραπείες,
οράματα, θανάτους και αναστάσεις και άλλα περίεργα στοιχεία που
κάτι μας θυμίζουν. Οι θρησκείες μπαίνουν η μια μέσα στην άλλη, όσο
και να περιχαρακώνεται ως μοναδική η καθεμία. Σε ακραίες
καταστάσεις οι περιχαρακώσεις έχουν στοιχίσει ακριβά σε πολέμους
και ρήξεις, τα ξέρουμε». Γυρίζοντας ξανά το λόγο της στην Ινδία,
φαίνεται ότι έχει πνευματικούς δεσμούς με την ειδωλολατρική Ανατολή
και γι’ αυτό επανέρχεται, μετά την αναφορά της στη γιόγκα, στην
ινδουιστική παράδοση. Κάνει μάλιστα λόγο για «κοινά στοιχεία»
Ινδουισμού και Χριστιανισμού, τα οποία είναι, κατ’ αυτήν η «στάση
προσευχής ας πούμε, το δέος που υποδηλώνει, η προσπάθεια
αυτοσυγκέντρωσης και γαλήνης, η συνείδηση της μοναξιάς». Μόνο
που δεν είναι καλά πληροφορημένη στα της θρησκειολογίας, διότι αυτά
που αναφέρει ως «κοινά στοιχεία», ούτε ως εξωτερικά γνωρίσματα
μπορούν να θεωρηθούν! Επίσης «βλέπει» κοινά στοιχεία του
Χριστιανισμού και στα αρχαία ειδωλολατρικά θρησκεύματα, όπως λ.χ.
«παρθένες μητέρες θεών, θαυματουργές θεραπείες, οράματα,
θανάτους και αναστάσεις και άλλα περίεργα στοιχεία». Με απίστευτη
ρηχότητα, μπλέκει το μύθο με την ιστορία, τις ανθρώπινες (εν πολλοίς
αυθαίρετες, ανήθικες και συχνά γελοίες) μυθολογικές παραδόσεις, αυτά
τα αντιπροσωπευτικά προϊόντα του πτωτικού προχριστιανικού
ανθρώπου, με την ιστορική πραγματικότητα του Χριστιανισμού. Το να
συγκρίνεται βεβαίως ο απόλυτα άγιος Θεός της χριστιανικής μας πίστεως
με τους διεφθαρμένους «θεούς» της αρχαίας ειδωλολατρίας, των οποίων
τα εγκλήματα δεν ήθελαν να μιμηθούν ούτε οι άνθρωποι, μόνο ως
αστοχία μπορεί να θεωρηθεί! Προφανώς αγνοεί το γεγονός ότι και οι
πλέον σφοδροί πολέμιοι του Χριστιανισμού έχουν εγκαταλείψει προ
πολλού τέτοιους συσχετισμούς! Επίσης πιστεύει πως όλες οι θρησκείες
είναι ένα και το αυτό: «μπαίνουν η μια μέσα στην άλλη, όσο και να
περιχαρακώνεται ως μοναδική η καθεμία»! Και καταλήγει με τα
ερωτήματα: «Είναι στοιχείο της πίστης η περιχαράκωση ή απλώς
στοιχείο της σχέσης εξουσίας των ιερέων με το ποίμνιο; Μπορεί να
πιστεύει κανείς χωρίς να φοβάται την πίστη των άλλων, παρόντων
και παρελθόντων, χωρίς να περιχαρακώνεται; Νομίζω έχει
ενδιαφέρον το ερώτημα για τους θρησκευόμενους»! Προβάλλει,
εκούσια ή ακούσια, το «χρυσωμένο χάπι» του θρησκευτικού
συγκρητισμού, το οποίο είναι το ύψιστο ζητούμενο και σκοπός της

6

«Νέας Εποχής», η οποία, εκφράζοντας τις δοξασίες της Θεοσοφίας,
διδάσκει ότι όλες οι θρησκείες είναι καλές και διδάσκουν τα ίδια
πράγματα. Αλλά επειδή είναι χωρισμένες προκαλούν προβλήματα,
εντάσεις και πολέμους. Έτσι λοιπόν, κατά τους ιθύνοντες της «Νέας
Εποχής» και προφανώς την αρθρογράφο, δεν υπάρχει λόγος να είναι
χωρισμένες και πρέπει να ενωθούν για να εκλείψουν τα προβλήματα!
Μόνο που και εδώ αποδεικνύεται ανενημέρωτη, όσον αφορά τις χαώδεις
διαφορές μεταξύ των θρησκειών και το σπουδαιότερο: τις αβυσσαλέες
διαφορές αυτών με την Εκκλησία του Χριστού, η οποία δεν είναι
θρησκεία, όπως την θέλουν και την ορίζουν οι θιασώτες του
θρησκευτικού συγκρητισμού, αλλά ζώσα χαριτόβρυτη αποκάλυψη. Και
κάτι άλλο σημαντικό: θέλει να αγνοεί πως δεν υπάρχει ούτε ένα έγκλημα
στην δισχιλιόχρονη ιστορία της Εκκλησίας μας, που να έχει τη σφραγίδα
της και την έγκρισή της! Ούτε ένα! Φυσικά εξαίρεση αποτελούν οι
αιρετικές αποφύσεις της και κύρια ο παραφθαρμένος δυτικός
χριστιανισμός, για τον οποίο δεν έχει υποχρέωση η Εκκλησία να
απολογείται για τα όντως μεγάλα εγκλήματά του!
Κλείνοντας την ανακοίνωσή μας θα θέλαμε με πολλή αγάπη και
σεβασμό προς το δημοσιογραφικό λειτούργημα της κ. Άννας Δαμιανίδη,
να τη συμβουλεύσουμε, πως όταν καταπιάνεται με τέτοια θέματα, να
μελετά πολύ καλά και σε βάθος κάθε πτυχή τους. Η διάχυτη στο άρθρο
της επιφανειακή γνώση της χριστιανικής διδασκαλίας και της ιστορίας
του Χριστιανισμού, κάθε άλλο παρά μπορούν να στηρίξουν τον
ισχυρισμό της ότι ο Χριστιανισμός, η Εκκλησία του Χριστού,
διακατέχεται από «περιχαρακωμένα δόγματα», ότι είναι η ίδια ένα
«περιχαρακωμένο δόγμα» και αρνείται να συνταχτεί με τις δομές του
κόσμου, για το «καλό» της ανθρωπότητας.
Αν θέλει να διαπιστώσει που πραγματικά βρίσκονται τα
«περιχαρακωμένα δόγματα», ας ανατρέξει στα θρησκεύματα του
κόσμου, όπως λ.χ. στον Ινδουισμό, με τα 300.000.000 «θεότητες» και με
ζωόμορφες, όπως ο Γκανέσα «θεός» ελέφαντας ή ο Χανουμάν, «θεός»
πίθηκος! Ειδικά ας κοιτάξει τον γκουρουισμό, για να δει τη φρίκη, που
βιώνουν οι άτυχοι «μαθητές» από τους «επί γης θεούς» Γκουρού, οι
οποίοι ασκούν όχι μόνο πνευματική, αλλά και σωματική (ακόμα και
σεξουαλική) εκμετάλλευση και υποταγή και οδηγούμενοι συχνά στην
αυτοκτονία. Ας ρίξει μια ματιά στο Κοράνιο για να δει τα φρικαλέα
εγκλήματα, τα οποία διατάσσει, χωρίς αντίλογο και με αντάλλαγμα τις
«72 αιώνιες παρθένες» του ισλαμικού «παραδείσου»! Ας διαβάσει τα
φρικώδη βιβλία του Ταλμούδ για να δει τον απίστευτο ρατσισμό, μέχρι
εξοντώσεως, εναντίον των «γκόιμ» (ζώων), δηλαδή των μη Εβραίων! Ας
διαβάσει ακόμη τα (καλοπληρωμένα από τα μέλη της) έντυπα της
πολυεθνικής εταιρίας «Σκοπιά» των «Μαρτύρων του Ιεχωβά», για να
διαπιστώσει τι εστί δογματισμός και θρησκευτικός φανατισμός, ο οποίος

7

αγγίζει τα όρια της παράνοιας, όταν υπόσχεται στους άτυχους οπαδούς
της, ως ύψιστη ηδονή, ότι «σύντομα», μετά το τέλος του «Αρμαγεδόνα»
θα πλύνουν τα πόδια τους στο αίμα ημών, των αγρίως σφαγμένων, μη
μελών της, δηλαδή των μη καταναλωτών και διακινητών των εκδοτικών
προϊόντων της εμπορικής πολυεθνικής αυτής εταιρείας!
Τέλος θα της προτείναμε να διαβάσει το Ευαγγέλιο και ειδικά την επί
του όρους ομιλία του Χριστού (κατά Ματθ. κεφ. 5-7), να το συγκρίνει με
τα «ιερά» κείμενα των ως άνω θρησκευτικών σχημάτων, όπως και όλων
των θρησκειών, για να διαπιστώσει, αφ’ ενός μεν το μεγαλείο του
σεβασμού και της αγάπης προς κάθε άνθρωπο, ακόμα και προς τον
εχθρό, που καλούνται να βιώσουν οι χριστιανοί και αφ’ ετέρου τη φρίκη
που βιώνουν οι πιστοί των θρησκειών του κόσμου. Μόνο έτσι θα δει που
πραγματικά βρίσκεται ο δογματισμός και ίσως αλλάξει γνώμη για την
πίστη μας. Γι’ αυτό λοιπόν η Εκκλησία μας δεν συμβιβάζεται με τις
αρχές του πτωτικού κόσμου, ο οποίος «όλος εν τω πονηρώ κείται»
(Α΄Ιωάν.5,19), διότι έτσι θα γινόταν η ίδια «κόσμος», θα απορροφιόταν
από αυτόν και θα έχανε τη σωστική της λειτουργία! Αν αυτό αποτελεί
«σκάνδαλο» για τους εχθρούς της, για Εκείνη αποτελεί κοσμοσωτήρια
αποστολή!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών

Τρίτη 21 Ιουλίου 2020

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 20 η Ιουλίου 2020
ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ

ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ;
(Σχόλιο σε σχετικό δημοσίευμα)

Η ελληνορθοδοξία, ως σκέψη και τρόπος ζωής, αποδείχτηκε ως το
υπέρτερο και μοναδικό πολιτισμικό γεγονός στην ανθρώπινη ιστορία, το
οποίο, μόνο αυτό, υπήρξε πραγματικά επωφελές για την ανθρωπότητα
και τον πολιτισμό της. Η αρμονική σύνδεση της ελληνικής σκέψης και
του ελληνικού τρόπου ζωής, από τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας,
τον 4 ο μ. Χ. αιώνα (όχι χωρίς εκατέρωθεν συγκρούσεις), με την
αποκαλυμμένη χριστιανική πίστη, αποτέλεσαν την σπουδαιότερη
πνευματική και πολιτισμική σύνδεση της ιστορίας. Τα δύο αυτά
πνευματικά μεγέθη έγιναν πλέον ένα «σώμα», πάνω στο οποίο δομήθηκε
ο παγκόσμιος πολιτισμός. Η ιστορία απόδειξε περίτρανα την
αναγκαιότητα της σύζευξης Ελληνισμού και Χριστιανισμού, την οποία
διείδαν οι Έλληνες Πατέρες και απέρριψαν οι αποδυναμωμένοι και
αμετανόητοι οπαδοί του θνήσκοντος παγανισμού. Τους μεν πρώτους
δικαίωσε η ιστορία, τους δε δευτέρους τους απέρριψε. Τρανό παράδειγμα
η τραγική περίπτωση του ανεδαφικού και θρησκομανούς αυτοκράτορα
Ιουλιανού του Παραβάτου (361-363), του οποίου η απέλπιδα
προσπάθεια «αναστάσεως» του νεκρού παγανισμού κατέληξε σε οικτρή
αποτυχία. Αντίθετα η ιστορική αλήθεια δικαίωσε τους συμφοιτητές του
Καππαδόκες Πατέρες, Μ. Βασίλειο και Γρηγόριο Θεολόγο, οι οποίοι,
μαζί με όλους τους θεοφώτιστους Πατέρες της Εκκλησίας,
πραγματοποίησαν αυτή τη μεγάλη πνευματική συνάντηση και
εγκαινίασαν τη νέα πνευματική και πολιτιστική πορεία του κόσμου.
Το φως του Χριστού διέλυσε τους ζόφους του προχριστιανικού
κόσμου και η αγία Του Εκκλησία εξαγίασε την εξαχρειωμένη πτωτική
κοινωνία, εξανθρωπίζοντας τους θεσμούς της. Αυτό είναι ευδιάκριτο στη
Ρωμανία, στο κακώς αποκαλούμενο από τους δυτικούς Βυζάντιο, όπου
τέθηκαν οι βάσεις της εξανθρωπισμένης κοινωνίας. Ο πρώτος χριστιανός
αυτοκράτορας Μ. Κωνσταντίνος (324-337), έβαλε τις βάσεις για τη
δημιουργία της χριστιανικής πολιτείας, στηριγμένες στα σωτήρια
διδάγματα του Ευαγγελίου. Ο μεγάλος αυτός πολιτικός ηγέτης θέσπισε
τους περισσότερους κοινωνικούς θεσμούς, οι οποίοι προάγουν την αξία
του ανθρώπου, ως εικόνος του Θεού και καθορίζει τις διανθρώπινες
σχέσεις, οι οποίες στηρίζονται στη χριστιανική αγάπη και την εν Χριστώ
παγκόσμια αδελφότητα. Με αυτές τις αξίες πορεύτηκε το

2

θεόσωστοκράτος, για χίλια χρόνια, αυτές συνεχίζουν να ισχύουν ως τις
μέρες μας. Επίσης όλοι οι κοινωνικοί θεσμοί, που θέσπισε ο μέγας αυτός
χριστιανός ηγέτης, συνεχίζουν να ισχύουν σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο.
Αλλά δυστυχώς υπήρξε και το αντίπαλο πνεύμα, ευρισκόμενο στον
αντίποδα της ελληνορθοδοξίας. Πρόκειται για τον φραγκισμό, στον
οποίο διασώθηκε το προχριστιανικό παγανιστικό βαρβαρικό πνεύμα.
Στάθηκε εχθρικά απέναντι στην ελληνορθοδοξία και με απανωτές
επιθέσεις κατόρθωσε να της καταφέρει καίρια πλήγματα και ιστορικές
περιπέτειες. Εκτοπίζοντας από την δυτική Ευρώπη την
ελληνορθόδοξη και ρωμαιορθόδοξη παράδοση, την εισήγαγε στο
σκοτεινό και εφιαλτικό μεσαίωνα, τη χειρότερη πνευματική και
κοινωνική κατάπτωση της ιστορίας. Μέσα σε αυτό το νοσηρό κλίμα η
σώζουσα χριστιανική πίστη διαστράφηκε, η Εκκλησία έγινε θρησκεία και
όργανο της εξουσίας. Οι πολιτικοί και κοινωνικοί θεσμοί
προσαρμόστηκαν στο απάνθρωπο φεουδαρχικό σύστημα. Αλλά και
μετά το τέλος του μεσαίωνα ο φραγκισμός κατόρθωσε να επιβιώσει ως
«Διαφωτισμός», με τις γνωστές του ολέθριες συνέπειες για σύμπασα της
ανθρωπότητα. Με την αυτονόμηση του ανθρώπου από το Θεό και τη
θεοποίηση του λογικού του, απογύμνωσε όλες τις πτυχές της προσωπικής
και κοινωνικής ζωής από κάθε «μεταφυσικό» στοιχείο και κύρια την
πολιτική ζωή. Ο Θεός έπαψε να είναι ο δότης των αξιών, οι οποίες
αντικαταστάθηκαν από τις νομιζόμενες από τον άνθρωπο αξίες. Τότε
τέθηκε για πρώτη φορά το διαχωριστικό ανάμεσα στην πολιτική και τη
θρησκεία, το οποίο συνεχίζεται ως τις μέρες μας, δημιουργώντας
τεράστια προβλήματα στην ανθρωπότητα.
Αφορμή για την παρούσα ανακοίνωσή μας πήραμε από άρθρο στην
εφημερίδα «ΑΥΓΗ» (4-7-2020), του κ. Ανδρέα Μιχαηλίδη, βουλευτή
Χίου του ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία και γενικού γραμματέα της
Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας, με τίτλο: «ΑΡΙΣΤΕΡΑ
ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ». Ο αρθρογράφος, διαποτισμένος προφανώς από τη
μαρξιστική ιδεολογία, γνήσιο τέκνο του ευρωπαϊκού «διαφωτισμού»,
δηλαδή του αεί βαρβαρικού φραγκισμού, ακολουθεί την άποψη ότι
υπάρχει διάσταση μεταξύ της πολιτικής εξουσίας και της Εκκλησίας. Για
τούτο αποζητά και προτείνει έναν «διάλογο» μεταξύ τους, για το
κοινωνικό «καλό».
Αρχίζει το άρθρο του με τη διαπίστωση ότι, «Η Αριστερά, ιστορικά,
πάντα αντιμετώπιζε, και όχι άδικα, την Εκκλησία με επιφύλαξη και
γενικευμένη αντιπαραθετικότητα. Κάτι τέτοιο είναι απόλυτα
εξηγήσιμο. Η ταύτιση της ελλαδικής Εκκλησίας, και ιδιαίτερα της
ηγεσίας της, με τους πολέμιους της Αριστεράς είναι αναμφισβήτητη,
αν αναφερθεί κανείς στη νεότερη Ιστορία της χώρας». Ας μας
επιτρέψει ο αρθρογράφος να διαφωνήσουμε μαζί του. Η «επιφύλαξη και
η γενικευμένη αντιπαραθετικότητα» δεν οφείλεται σε καμιά

3

«ταύτιση» της Ελλαδικής Εκκλησίας με τους πολεμίους της Αριστεράς,
αλλά στη Μαρξιστική ιδεολογία, η οποία, ως υλιστικό «φιλοσοφικό»
σύστημα, απορρίπτει κάθε «μεταφυσική» και το χειρότερο: θεωρεί την
πίστη στο Θεό ως «όπιο του λαού» και την θρησκεία ως «εχθρό της
εργατικής τάξης», η οποία υπάρχει να «αποκοιμίζει τις μάζες για να
μην διεκδικούν τα δικαιώματά τους». Διάσταση υπάρχει βεβαίως και
οφείλεται στην ιδεολογική και πρακτική εχθρότητα του Μαρξισμού με
την Εκκλησία. Απόδειξη η φρίκη που βίωσαν οι Εκκλησίες στο λεγόμενο
φρικιαστικό «σιδηρούν παραπέτασμα», του περασμένου αιώνα και
βιώνουν σε σύγχρονα μαρξιστικά καθεστώτα (Κίνα, Βόρεια Κορέα).
Όπου δεν είχαν εξαφανιστεί (Αλβανία), αναγκάστηκαν να υποταχτούν
στα αθεϊστικά καθεστώτα, διωκόμενες και μη έχοντας τη δυνατότητα να
κάμουν αντίσταση, ούτε απλή διαμαρτυρία!
Στη συνέχεια γράφει πως η Ελλαδική Εκκλησία, «Ταυτίστηκε με το
φασιστικό καθεστώς του Μεταξά, όπως και με το μετεμφυλιακό
κράτος των νικητών, συμμετέχοντας στους διωγμούς της
καθημαγμένης μετά τη Βάρκιζα Αριστεράς. Υποστήριξε το καθεστώς
της ανωμαλίας των ανακτόρων, ανεχόμενη το όργιο βίας και νοθείας,
στεκόμενη απέναντι στους δημοκρατικούς αγώνες του λαού μας.
Ευλόγησε το χουντικό καθεστώς στηρίζοντας, ιδεολογικά και όχι
μόνο, το τρίπτυχο “πατρίς, θρησκεία, οικογένεια”. Αλλά και
μεταδικτατορικά, στάθηκε απέναντι σε όλες τις πρωτοβουλίες για
εξορθολογισμό των σχέσεων των πολιτών ή της ίδιας με το κράτος
(βλ. πολιτικός γάμος, εκκλησιαστική περιουσία, πολιτικός όρκος,
αναγραφή θρησκεύματος στις ταυτότητες κ.ά.). Στεκόμενη πάντα,
σταθερά, απέναντι σε κατοχύρωση θεμελιωδών δικαιωμάτων των
πολιτών (εκτρώσεις, σύμφωνο συμβίωσης κ.λπ.)»! Δεν αρνούμαστε
πως, ως άτομα, κάποια εκκλησιαστικά πρόσωπα, ή και ως
συλλογικότητες, ταυτίστηκαν με τις νομιζόμενες από την Αριστερά
«αντιδραστικές» δυνάμεις, αλλά αυτό δε μπορεί να χαρακτηρίσει την
Εκκλησία, την οποία ο αρθογράφος ταυτίζει λαθεμένα με την Διοίκησή
της. Η ταύτιση με οποιαδήποτε εγκόσμιο σχήμα, είτε την υλιστική
«δεξιά», είτε την επίσης υλιστική «αριστερά» είναι ανεπίτρεπτη για την
Εκκλησία και αν έγινε ή γίνεται, αποτελεί σοβαρή παρέκκλιση από την
σώζουσα αποστολή της και απόλυτα καταδικασμένη από το ζωντανό
εκκλησιαστικό σώμα.
Συνεχίζει να προβάλλει την τεχνηέντως συντηρούμενη και
διαστρεβλωμένη άποψη, ότι δήθεν τους «λαϊκούς αγώνες» τους κάνει
αποκλειστικά η «Αριστερά» και πως η Εκκλησία υπηρετεί «αντιλαϊκές
πολιτικές». Τίποτε πιο αναληθές από αυτό! Θέλει όμως να παραβλέπει
το γεγονός ότι η «Αριστερά» στη χώρα μας αποτελούσε πάντα και
συνεχίζει να αποτελεί, μια μη αξιόλογη δύναμη, μια σημαντική
μειοψηφία. Τότε, ποιοι είναι αυτοί που κάνουν τους «λαϊκούς αγώνες»;

4

Απαντάμε: Πολίτες όλων των ιδεολογικών ρευμάτων, οι οποίοι
αισθάνονται την ανάγκη διεκδίκησης των δικαιωμάτων τους και φυσικά
πιστοί, μέλη της Εκκλησίας, οι οποίοι αποτελούν συντριπτική
πλειοψηφία στην Πατρίδα μας. Άρα λοιπόν η Εκκλησία, ως Σώμα
Χριστού, όχι μόνο δεν είναι απούσα από τους «λαϊκούς αγώνες», όπως
τους θέλει η μαρξιστική «Αριστερά», αλλά παρούσα. Θέλει να λησμονεί
ο αρθογράφος ακόμη, πως στα χρόνια της μαύρης Κατοχής και
μεταπολεμικά, όταν ο λαός μας κινδύνευε με αφανισμό από την πείνα και
τις ασθένειες, η Εκκλησία στάθηκε ο μεγάλος αρωγός του λαού μας, με
τα συσσίτια και τις μονάδες περίθαλψης. Κατά την τραγική εκείνη
συγκυρία, οι μαρξιστές, αδιαφορώντας για την οικτρή κατάσταση του
λαού μας, το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν πως θα αρπάξουν την
εξουσία, μετά την ήττα των κατακτητών, παίρνοντας τα όπλα εναντίον
των Ελλήνων, όσων δεν υιοθετούσαν τις ιδέες τους, αιματοκυλώντας και
καταστρέφοντας την Ελλάδα! Θα θέλαμε να αναλογιστεί ο αρθρογράφος,
ποια θα ήταν η κατάσταση, αν νικούσαν οι ομοϊδεάτες του. Ασφαλώς θα
γινόμασταν και θα ήμασταν «Αλβανία»!
Χαρακτηρίζει την Εκκλησία ως «αντιδραστική», διότι αντιτίθεται
σε ό, τι θεωρεί ο σύγχρονος κόσμος ως «ανθρώπινα δικαιώματα»,
όπως, «πολιτικός γάμος, εκκλησιαστική περιουσία, πολιτικός όρκος,
αναγραφή θρησκεύματος στις ταυτότητες κ.ά.). Στεκόμενη πάντα,
σταθερά, απέναντι σε κατοχύρωση θεμελιωδών δικαιωμάτων των
πολιτών (εκτρώσεις, σύμφωνο συμβίωσης κ.λπ.)». Ας μας επιτρέψει
όμως να μην συμμεριζόμαστε, ως «θεμελιώδη δικαιώματα των
πολιτών», τους φόνους των αγέννητων παιδιών και την διαστροφή της
ανθρώπινης φυσιολογίας και οντολογίας. Άρα καλά κάνει η Εκκλησία
και είναι «αντιδραστική» σε τέτοια «δικαιώματα»! Καλώς πράττει που
δεν συγκατατίθεται στη νομιμοποίηση της αμαρτίας και των ανθρωπίνων
παθών. Αυτό άλλωστε ορίζεται από την θεία διδασκαλία της, θεωρώντας
τον άνθρωπο ως εικόνα του Θεού και την αμαρτία ως αφύσικη
παρέκκλιση από την αυθεντικότητά του!
Ακολούθως αναφέρεται στην «στάση ορισμένων φωτεινών
εκκλησιαστικών παραγόντων, αλλά και λαμπρών παραδειγμάτων,
του λαϊκού κυρίως κλήρου, που τίμησαν το σχήμα τους και κράτησαν
ψηλά τις αξίες του ανθρώπου». Κάνει λόγο για κάποιους Ιεράρχες, οι
οποίοι συντάχτηκαν στην Εθνική Αντίσταση, στα χρόνια της Κατοχής
(Μητροπολίτες, Κοζάνης Ιωακείμ, Ηλείας Αντώνιο, καθώς και τον
μεγάλο κοινωνιστή, τον Χίου Ιωακείμ Στρουμπή). Αλλά, ας αφήσει
κατά μέρος αυτή την παλιά καπηλεία από την «Αριστερά», ας αφήσουμε
τον ιστορικό του μέλλοντος να αποφανθεί για το γεγονός αυτό, κατά τη
σκοτεινή και ταραγμένη εκείνη εποχή. Αντίθετα όμως, νομίζουμε ότι, η
συμμετοχή των Ιεραρχών και πλειάδας κληρικών στην αντίσταση κατά

5

των κατακτητών, μάλλον αποδυναμώνει τον ανιστόρητο και αυθαίρετο
ισχυρισμό, ότι την αντίσταση την έκαμε μόνο η μαρξιστική «Αριστερά»!
Επίσης «ξέχασε» ο αρθρογράφος να αναφέρει τα πάμπολλα
καταγραμμένα εγκλήματα, των μαρξιστικών ανταρτικών ομάδων κατά
κληρικών, τους οποίους θεωρούσε «προδότες», επειδή ασκούσαν
κριτική στην αθεϊστική, εγκληματική και φασιστική πρακτική τους.
Αναφέρουμε τον αείμνηστο π. Γεώργιο Σκρέκα, τον οποίο σταύρωσαν
σε έλατο κατά τη Μεγάλη Παρασκευή, στις 11 Απριλίου του 1944! Τι
ήθελε να κάνει η Εκκλησία, μπροστά στα φρικτά εγκλήματα των
μαρξιστών, τις εκτελέσεις αθώων, τις καταστροφές υποδομών, στις
«πηγάδες», στο ανείπωτο έγκλημα του παιδομαζώματος (28.000 παιδιά
αρπάχτηκαν ως όμηροι από τους ατάκτως υποχωρούντες αντάρτες και
μεταφέρθηκαν στις κομουνιστικές χώρες, τα οποία τα περισσότερα
εξαφανίστηκαν); Αυτές είναι βαθιές πληγές, τις οποίες άνοιξε η
«προοδευτική» μαρξιστική «Αριστερά», οι οποίες δεν έχουν κλείσει
ακόμα και δεν θα κλείσουν έως ότου αναγνωρίσει τα εγκλήματά της και
ζητήσει συγνώμη από τον Ελληνικό Λαό, για να πραγματοποιηθεί η
πολυπόθητη συμφιλίωση. Διευκρινίζουμε πως για την Εκκλησία μας
είναι το ίδιο καταδικαστέα και τα εγκλήματα των «δεξιών
εθνικοφρόνων» της τραγικής εκείνης εποχής.
Ακολούθως καλεί την Εκκλησία να ανταποκριθεί στην αποστολή της.
Έγραψε: «Η Εκκλησία, κυρίως η διοικούσα Εκκλησία, οφείλει να
αντιληφθεί τον ρόλο της στον σύγχρονο κόσμο με νέες προσεγγίσεις».
Πάλι καλά που αναγνωρίζει θετικό ρόλο στην Εκκλησία, κάτι που
αρνείται ολοσχερώς ο «ορθόδοξος» Μαρξισμός! Και συνεχίζει: «Η
παράδοσή της είναι τόσο πλούσια που έχει τη δυνατότητα
αναζήτησης νέων πρακτικών και στάσεων. Η πορεία της άλλωστε
μέσα στους αιώνες είναι πορεία συγκλίσεων, προσαρμογών,
υπερβάσεων». Ναι, αλλά όχι πορεία συμβιβασμών με τον πτωτικό
κόσμο, με αυτούς τους οποίους, στη συνέχεια παροτρύνει την Εκκλησία
να αποδεχτεί: «Μπορεί και πρέπει να πάψει να είναι φοβική,
κατανοώντας πως ο σύγχρονος άνθρωπος έχει ανάγκης διαφορετικής
προσέγγισης, με άλλο, σύγχρονο λόγο. Όχι ξύλινο, αλλά ζωντανό.
Έχει άλλα ζητούμενα. Έχει δικαιώματα τα οποία απαιτεί με όρους
αξιοπρέπειας και ισότητας. Η Εκκλησία οφείλει να έχει έντιμη θέση
απέναντι σε όλα αυτά και σε πολλά άλλα. Οφείλει να στέκεται δίπλα
στον λαό της συνολικά. Δεν μπορεί να απευθύνεται στο “μέρος”, αλλά
στο “όλον”. Η λογική “της δεξιάς του Κυρίου” είναι ανατριχιαστικά
διχαστική»! Αλλά δυστυχώς, τα «δικαιώματα», τα οποία καλεί ο
αρθρογράφος την Εκκλησία να «υπερασπίσει», είναι αυτά που έχει
«κάνει σημαία» το κόμμα του: οι εκτρώσεις, η ομοφυλοφιλία, ο γάμος
των ομοφυλοφίλων, η υιοθεσία παιδιών από ομόφυλες «οικογένειες»,
κλπ! Αυτά δεν είναι δικαιώματα, αλλά παρεκτροπές από την ανθρώπινη

6

οντολογία και φυσιολογία. Επίσης αυτό που αποκαλεί «σύγχρονο λόγο»,
δηλαδή νέα αντίληψη για τον άνθρωπο και τις διανθρώπινες σχέσεις,
(φόνος ανυπεράσπιστων αγέννητων παιδιών, κιναιδισμός, κλπ) είναι
«παλιός λόγος», παμπάλαιος και καταδικασμένος από το πανανθρώπινο
σύστημα ηθικών αξιών. Διερωτόμαστε: δεν γνωρίζει, δεν φρόντισε να
πληροφορηθεί, για το αυταπόδεικτο γεγονός, ότι η σύγχρονη ηθική
κατάρρευση της ανθρωπότητας βαίνει βάσει σχεδίου, για την
πραγματοποίηση των παγκοσμιοποιητικών στόχων; Κάλεσμα, λοιπόν,
στην Εκκλησία να υπερασπίσει τέτοια «δικαιώματα», αποτελεί
τουλάχιστον αφέλεια!
Αλλά και η αναφορά του ότι, η Εκκλησία οφείλει να απευθύνεται
στο «όλον» και όχι στο «μέρος», είναι ατυχής, διότι ουδέποτε Αυτή
έδιωξε κάποιον για τις όποιες πεποιθήσεις του, σε κανέναν δεν έκλεισε
ποτέ τις πόρτες της. Μακριά από αυτή μένουν όσοι το θέλουν και
δυστυχώς εκείνοι οι οποίοι την μισούν και την θεωρούν «κοινωνικό
κακό». Η βίαια απομάκρυνση των διαφωνούντων συμβαίνει κατά κόρον
στα πολιτικά κόμματα και κύρια στην «Αριστερά», όπου οι λογίς
«ρεβιζιονιστές», όχι απλά εκδιώκονται, αλλά παλιότερα στιγματίζονταν
ως «εχθροί του λαού», βασανίζονταν, εξορίζονταν και συχνά έχαναν και
τη ζωή τους. Ελπίζουμε να έχει γνώση για τα εκατομμύρια ανείπωτα
εγκλήματα κατά πολιτικών αντιπάλων στη άλλοτε Σοβιετική Ένωση, την
Κίνα και αλλαχού. Λησμονεί μήπως τις περιώνυμες δίκες της Μόσχας,
όταν ο ένας «σύντροφος» κατέσθιε τον άλλον; Ευελπιστούμε, ότι έχει
διαβάσει την ιστορία των κομμουνιστικών κομμάτων και κύρια της πάλαι
ποτέ Σοβιετίας, για να βεβαιωθεί, ποιος πραγματικά έκανε διαχωρισμούς
μεταξύ «μέρους» και «όλου» και κύρια εναντίον όσων πίστευαν στο
Θεό, οι οποίοι αποκλείονταν από το δικαίωμα στην εργασία και από κάθε
κοινωνική ζωή! Ας διαβάσει ζωντανές μαρτυρίες ανθρώπων από την
πάλαι κομουνιστική Αλβανία, όπου θλιβεροί δάσκαλοι εκμαίευαν από
μαθητές πληροφορίες για την ενδεχόμενη κρυφή οικογενειακή
θρησκευτική ζωή, για να στείλουν τους γονείς τους στα καταναγκαστικά
έργα ή και στο εκτελεστικό απόσπασμα! Και ακόμα, όσον αφορά τον
«ξύλινο λόγο», αυτόν ας τον αναζητήσει στους ακραίους δογματισμούς
της μαρξιστικής ιδεολογίας, στην εμμονή της στην υλιστική θεώρηση του
κόσμου του 19 ου αιώνα, παρά το γεγονός ότι η σύγχρονη επιστήμη την
έχει εκμηδενίσει!
Ακολούθως προσπαθεί να στήσει γέφυρες επικοινωνίας μεταξύ
Αριστεράς και Εκκλησίας. Έγραψε: «Από την άλλη μεριά, η Αριστερά
είναι υποχρεωμένη πλέον να επεξεργαστεί θέση πολιτική,
συγκροτημένη και ολοκληρωμένη απέναντι στην Εκκλησία»!
Αναρωτιόμαστε τι είδους «επεξεργασία πολιτικής θέσης» είναι δυνατόν
να κάνει η «Αριστερά» απέναντι στην Εκκλησία, αφού, όπως
προαναφέραμε, ο δογματικός αθεϊσμός, η αντίληψη ότι η πίστη στο Θεό

7

είναι το «όπιο του λαού», ο «σοσιαλιστικός μετασχηματισμός» δια της
πλέον στυγνής «δικτατορίας του προλεταριάτου», ο ιστορικός και
διαλεκτικός υλισμός, ως κοσμοθεωρία και πράξη, είναι τα βασικά δομικά
στοιχεία της μαρξιστικής αριστεράς και διαμετρικά αντίθετα με τη θεία
διδασκαλία της Εκκλησίας. Επίσης, τα «ανθρώπινα δικαιώματα», της
Αριστεράς, ως διαστροφές της ανθρώπινης οντολογίας και φυσιολογίας,
και του πανανθρώπινου συστήματος αξιών, τα οποία εξυπηρετούν την
εδραίωση της παγκοσμιοποίησης του διεθνούς κεφαλαίου και των
φιλόδοξων επιβητόρων της παγκόσμιας εξουσίας, είναι εντελώς διάφορα
από την ανθρωπολογία της Εκκλησίας μας. Δε γνωρίζουμε που βλέπει ο
αρθρογράφος «κοινές βάσεις» πάνω στις οποίες μπορεί να στηριχτεί μια
συνεργασία μεταξύ Αριστεράς και Εκκλησίας.
Συνεχίζοντας, εκφράζει την άποψη ότι και η Αριστερά, «οφείλει να
αποκτήσει ακριβή γνώση των εκκλησιαστικών πραγμάτων, όχι μέσω
της πλασματικής εικόνας που μεταφέρουν κάποιοι «γνώστες».
Οφείλει να ξεκαθαρίσει τι είδους ακριβώς σχέσεις επιδιώκει με την
Εκκλησία. Να εκτιμήσει τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί και να
ορίσει τα όρια μέσα στα οποία μπορεί να κινηθεί. Η λογική της γάτας
που αποφασίζει να διασχίσει τη λεωφόρο και το τι της συμβαίνει στη
μέση του δρόμου δεν αξίζει στη δική μας Αριστερά. Οφείλουμε να
ξαναπιάσουμε το νήμα των σχέσεών μας με την Εκκλησία από εκεί
που κόπηκε απότομα, με τη συμμετοχή στην κυβέρνηση του βουνού
φωτισμένων εκκλησιαστικών ηγετών. Από το σημείο εκείνο που
λαμπροί κληρικοί υπήρξαν πρωτεργάτες του φιλειρηνικού κινήματος
στα μεταδικτατορικά χρόνια. Να συναντηθούμε επιτέλους με τον
λαϊκό κλήρο που βρίσκεται κοντά μας και στηρίζει, έστω και
κριτικά, επιλογές μας»! Διερωτόμαστε και πάλι, πως είναι δυνατόν η
Αριστερά, ύστερα από 170 χρόνια πορείας ως ιδεολογικό μέγεθος και
εκατό χρόνια ως πολιτική εφαρμογή, δεν μπόρεσε ακόμη «να αποκτήσει
ακριβή γνώση των εκκλησιαστικών πραγμάτων», όσον αφορά την
φύση και την αποστολή της Εκκλησίας και το αποτολμά τώρα; Δε
μπορούμε να δεχτούμε την άποψη ότι μέχρι τώρα στηρίχτηκε σε
«πλασματική εικόνας που μεταφέρουν κάποιοι “γνώστες”». Ποιους
γνώστες βάζει σε εισαγωγικά; Μήπως τους κατά καιρούς υπερφίαλους
και αλληλοκαταργούμενους θεωρητικούς της Αριστεράς, οι οποίοι
χάραζαν και χαράζουν την ιδεολογική γραμμή των αριστερών κομμάτων
και δηλητηρίαζαν τους οπαδούς τους με καταστροφικό μίσος κατά της
Εκκλησίας τους οπαδούς τους;
Τι ωθεί, λοιπόν, την Αριστερά να ζητά τόσο όψιμα «συνεργασία»
με την Εκκλησία; Άλλαξε μήπως κοσμοθεωρία, ιδεολογικό περιεχόμενο
και πολιτικό λόγο; Αμφιβάλουμε. Προφανώς, η μόνη εξήγηση είναι η
εξής: Η εδώ και τρείς δεκαετίες συνεχώς καταρρέουσα μαρξιστική
ιδεολογία, πολιτική και οικονομική πρακτική, υπό το βάρος των

8

ασήκωτων, ολέθριων και εγκληματικών επιλογών της, τον περασμένο
αιώνα, οδηγεί την σύγχρονη Αριστερά σε «αφύσικες» πια συμμαχίες, για
την επιβίωσή της. Αμφιβάλλουμε επίσης για το ότι «ξαφνικά» η
Αριστερά άρχισε να συμπαθεί τους «σκοταδιστές», «θρησκόληπτους»,
«αντιδραστικούς» και «δεξιούς φασίστες» πιστούς. Αμφιβάλλουμε και
για τα αισθήματα του αρθρογράφου για κάποιους «λαμπρούς
κληρικούς», αφού οι κληρικοί γενικά ήταν ως τώρα τα «μαύρα
πρόβατα» για τους «επαναστάτες» μαρξιστές. Φοβούμαστε πως η
προτροπή και η ευχή του αρθρογράφου αριστερού βουλευτή, για
συνάντηση με τον «λαϊκό κλήρο», αλλά και τους πιστούς, αποσκοπεί να
αυξηθεί ο συνεχώς μειούμενος αριθμός των αφισοκολλητών, των
διαδηλωτών και των ψηφοφόρων της Αριστεράς!
Αξίζει να διευκρινίσουμε πως δεν είναι καινοφανές το «τόλμημα»
διαλόγου για συνεργασία Εκκλησίας και Αριστεράς. Πολλοί το
επιχείρησαν, αλλά, όπως ήταν αναμενόμενο, δεν τελεσφόρησε. Είναι
άλλωστε χαρακτηριστικό το παράδειγμα της λεγομένης «Θεολογίας της
Απελευθέρωσης», για «επαναστατική συνεργασία» μεταξύ παπικών
«κληρικών» και μαρξιστών στη Λατινική Αμερική, η οποία κατέληξε σε
οικτρή αποτυχία. Για όλα αυτά ευθύνεται η διαμετρική ετερότητα της
Εκκλησίας με την μαρξιστική Αριστερά. Με άλλα λόγια, δε μπορούμε
να διακρίνουμε «βάσεις», πάνω στις οποίες μπορεί να στηριχτεί μια
τέτοια συνεργασία, να έχει μέλλον και χρήσιμο αποτέλεσμα! Αυτό
βεβαίως δε σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να υπάρχει αλληλοσεβασμός και
ανοχή. Για την Εκκλησία μας δε γεννάται τέτοιο θέμα, διότι απέδειξε,
στη δισχιλιόχρονη πορεία της, ότι σέβεται τα πιστεύω των άλλων και δεν
εντάσσει με τη βία κανέναν στις τάξεις της. Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας,
η μοναδική γνήσια Εκκλησία του Χριστού, δεν ευθύνεται για κανένα
έγκλημα. Απομένει στην Αριστερά να δείξει και εκείνη τον απαιτούμενο
σεβασμό στην Εκκλησία και στους πιστούς της, δείχνοντας έμπρακτα ότι
αποκηρύσσει τη φρίκη των διωγμών του παρελθόντος και την εχθρότητα
εναντίον της! Αναμφίβολα, ο κατευνασμός των παθών και η κοινωνική
ειρήνη είναι, στις ταραγμένες ημέρες μας, απόλυτα επιβεβλημένες
καταστάσεις, τις οποίες η Εκκλησία μας προωθεί. Η όποια αντιπαράθεση
αρχών, δε σημαίνει αναγκαστικά αντιπαλότητα και εχθρότητα, ούτε και η
ιστορική μνήμη.
Κλείνοντας το σχόλιό μας, θα θέλαμε να εκφράσουμε τη διαχρονική
μας θέση, ότι η αγία μας Εκκλησία είναι υπεράνω εγκόσμιων ιδεολογιών,
κοσμοθεωριών, πολιτικών οργανισμών, οικονομικών συστημάτων και
φιλοσοφιών. Διότι όλα αυτά είναι ανθρώπινα δημιουργήματα, με σχετική
ή καθόλου αξία. Οι σύγχρονες ιδεολογίες και μαζί τους ο Μαρξισμός,
είναι τέκνα του λεγομένου «ευρωπαϊκού διαφωτισμού», του μικρόνου
Ορθολογισμού, ο οποίος απορρέει από τον βαρβαρικό φραγκισμό και ο
οποίος είναι η διαχρονική μήτρα της παγκόσμιας κακοδαιμονίας τους

9

τελευταίους δέκα αιώνες. Δε χρειάζεται να αξιολογήσουμε εμείς τον
Μαρξισμό, τον αξιολόγησε η ιστορία, χαρακτηρίζοντας τον ως μια από
τις χειρότερες απάτες, για την πραγματική κοινωνική μεταστοιχείωση,
και γι’ αυτό τον έθεσε οριστικά στο χρονοντούλαπό της, μετά από 70
χρόνια δοκιμής στα καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης.
Η Εκκλησία μας δεν έχει προφανώς την ανάγκη συνεργασιών με
πτωτικά σχήματα του κόσμου, αλλά υπάρχει, εδώ και δύο χιλιάδες
χρόνια, για να μεταλλάσσει τον πτωτικό κόσμο σε «καινή κτίση»
(Γαλ.6,15) και όχι να συμβιβάζεται και να συνεργάζεται μαζί του. Θα
μπορούσε να το κάνει στα πρωτοχριστιανικά χρόνια και να αποφύγει
τους φοβερούς διωγμούς, αποτρέποντας τους ποταμούς αιμάτων έντεκα
εκατομμυρίων Μαρτύρων. Αλλά δεν το έκανε και πολύ καλά έκαμε!
Αυτό πρέπει να κάμει και στις τραγικές και εσχατολογικές ημέρες μας,
όπου περισσεύει η σύγχυση και ο αμοραλισμός. Παρά ταύτα, έχει
ανοικτές τις σωστικές αγκαλιές της να δεχτεί τον κάθε άνθρωπο, χωρίς
καμιά διάκριση, να τον μεταλλάξει σε εικόνα Θεού και να τον σώσει.
Αυτή είναι η αποστολή της!
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών